καλύψουν πιεστικές ανάγκες, που, κάθε φορά, προέκυπταν από την εξέλιξη των συναλλαγών. Κάθε σχέδιο νόμου που κατατίθεται και αφορά τροποποιήσεις του Κώδικα θα πρέπει να έχει ως αφετηρία τον απόλυτο σεβασμό στα δικαιώματα των διαδίκων και στον καθοριστικό ρόλο των δικαστικών λειτουργών, στη διαδικασία της απονομής της δικαιοσύνης. Η συνάρτηση των προηγουμένων διασφαλίζουν την ορθότερη αλλά και την εγκαιρότερη λειτουργία των δικαστικών και δικακαικών λειτουργιών. Είναι βασικό σε τέτοιες νομοθετικές πρωτοβουλίες να στοχεύουμε στην επίλυση των δομικών προβλημάτων στην λειτουργία της Δικαιοσύνης και να δημιουργούμε υποδομές και λειτουργίες που θα διασφαλίζουν την αποτελεσματική και έγκαιρη απονομή της. Επιτρέψτε μου όμως να αναφερθώ επιγραμματικά στις νέες διατάξεις που εισάγει το παρόν σχέδιο νόμου το οποίο βεβαίως και χαιρετίζουμε έχοντας όμως και κάποιες αντιθέσεις και επιφυλάξεις. Με την αύξηση των ποσών της αρμοδιότητας επιδιώκεται η επιτάχυνση στις διαφορές με μεγάλο οικονομικό αντικείμενο με την επισήμανση βέβαια ότι θα έχουμε συνακόλουθη αρνητική επίδραση στην εκδίκαση των διαφορών μικρότερης και μικρής αξίας από τη στιγμή που είναι πιθανή η επιβάρυνση της ήδη δυσκίνητης από άποψη προσδιορισμού δικασίμων διαδικασίας στα Ειρηνοδικεία και Μονομελή Πρωτοδικεία. Έχω την πεποίθηση Κυριε Υπουργέ ότι για την ασφάλεια των συναλλαγών δεν θα ήταν ανούσιο να παραμείνει η υποχρεωτική παράσταση Δικηγόρου ενώπιον του Ειρηνοδικείου μέχρι του ποσού των 12.000 ΕΥΡΩ, έχοντας βέβαια στο μυαλό μας ότι θα υπάρξει σημαντική απώλεια εσόδων για το δημόσιο, για τους δικηγορικούς συλλόγους, αλλά και για τα ασφαλιστικά ταμεία. Γίνεται επίσης προσπάθεια βελτίωσης του θεσμού συμβιβαστικής επίλυσης των διαφορών μεταξύ των πολιτών με την διάταξη της κατάργησης της υποχρεωτικής απόπειρας, διότι δυστυχώς ο θεσμός αυτός μέχρι σήμερα ελάχιστα έχει αποδώσει στην αποσυμφόρηση της διαδικασίας αφού ελάχιστα πρακτικά εξωδικαστικού συμβιβασμού έχουν καταρτισθεί και η συντριπτική πλειοψηφία αφορά σε πρακτικά αγωγών εμπράγματου δικαίου. Η θέσπιση της ηλεκτρονικής κατάθεσης και επίδοσης αγωγών οι εξαγγελίες για γενικευμένη καθιέρωση της «ηλεκτρονικής διαδικασίας», ή άλλως «ηλεκτρονικής δίκης», αποτελούν ελκυστικές και δελεαστικές ρυθμίσεις ακούγονται ωραίες αρκεί να μην υπακούει στη λογική των εντυπώσεων και να μη μείνουν κενές περιεχομένου
αφού πέραν των άλλων δυσχερειών είναι γνωστό ότι τα Δικαστήρια της χώρας στερούνται των απαραίτητων υλικοτεχνικών υποδομών. Σαφώς και πρέπει να γίνει το πρώτο βήμα αλλά πρέπει το βήμα αυτό να ολοκληρωθεί σύντομα. Έχω επίσης κάποιες παρατηρήσεις να κάνω όσον αφορά το θεσμό της ίδρυσης Μονομελών Εφετείων, ο οποίος είχε τεθεί και παλαιότερα σε ανάλογες προσπάθειες αναμόρφωσης του Κ.Πολ.Δ. και οι σχετικές πρότασεις είχαν απορρίφθεί και τελικώς δεν υιοθετήθηκε η σύσταση και λειτουργία Μονομελών Εφετείων. Το βασικό επιχείρημα υπέρ της σύστασης των Μονομελών Εφετείων, αναφέρεται στην επιτάχυνση της απονομής της Δικαιοσύνης. Οι επιφυλάξεις που τίθενται στην πρωτοβουλία αυτή είναι η έλλειψη υλικοτεχνικής υποδομής όπως επίσης και η ασφάλεια δικαίου, την οποία κατοχυρώνει σε μεγάλο βαθμό η κατ’ έφεση κρίση από πολυμελή Δικαστήρια. Και βεβαίως με τη ρύθμιση αυτή δεν αποφεύγουμε το εξής παράδοξο. Υπάρχουν υποθέσεις που ο πρωτόδικος Δικαστής, λόγω της αποκλειστικής αρμοδιότητάς του σε συγκεκριμένες υποθέσεις έχει πολλή μεγαλύτερη εμπειρία από τον καλούμενο, με το σχέδιο νόμου, να δικάσει ως εφέτης-δικαστής. Θετικά διαλαμβάνεται Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι, η διάταξη του άρθρου 21 του νομοσχεδίου, με την οποία γεννάται υποχρέωση εγγραφής στα βιβλία διεκδικήσεων και των αγωγών, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο τη διάρρηξη ως καταδολιευτικής δικαιοπραξίας. Όμως υπάρχουν κι άλλες αγωγές, όπως για παράδειγμα η αγωγή για ανάκληση της δωρεάς, που θα πρέπει να εγγράφονται και οι οποίες θα εγγυώνται την ασφάλεια των συναλλαγών. Περαιτέρω επανεξέταση χρειάζεται και η διάταξη του άρθρου 22 παρ. 5, με την οποία παρέχεται στο δικαστή η δυνατότητα στο δικαστήριο να φροντίζει ώστε να συμπληρώνονται οι ισχυρισμοί που υποβλήθηκαν ελλιπώς και αορίστως. Με το άρθρο αυτό εμφανίζεται ο Δικαστής να λαμβάνει το μέρος ενός εκ των διαδίκων και να τον υποβοηθεί στην διεξαγωγή της δίκης απέναντι στον αντίδικό του, δίνοντας τη δυνατότητα στον τελευταίο να υπονοήσει ή και να εκφράσει υπόνοιες αμεροληψίας με την υποβολή ακόμη και αιτήσεων εξαιρέσεως με όλες τις εντεύθεν συνέπειες. Θα ήθελα επίσης να κάνω κάποιες παρατηρήσεις για το άρθρο 48 σύμφωνα με το οποίο στην πραγματικότητα καταργείται η έκδοση προσωρινής διαταγής. Πέραν της άτεχνης διατύπωσης της διάταξης αφού η προσωρινή διαταγή πάντοτε προϋποθέτει «κίνδυνο βλάβης των δικαιωμάτων του αιτούντος», η επίδοση της αίτησης με το αίτημα περί έκδοσης προσωρινής διαταγής προ 24 ωρών, που ενόψει της διάταξης θα εφαρμόζουν όλοι οι Δικαστές, στην πράξη, καθιστά απαγορευτική την έκδοση ακόμη και σε κραυγαλέες περιπτώσεις. Π.χ. στην ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής, για την έκδοση της οποίας δεν έχει κληθεί ο ανακόπτων – καθού η διαταγή – με την οποία προβάλλεται πλαστότητα του τίτλου. Δεδομένης δε και της σύντομης προθεσμίας από την οποία αρχίζει η εκτέλεση - τρεις (3) εργάσιμες ημέρες και σε κάποιες περιπτώσεις 24 ώρες (π.χ. απόφαση ασφαλιστικών μέτρων νομής) είναι πρόδηλο ότι η προστασία του διαδίκου είναι ανύπαρκτη. Ορθή είναι η διατήρηση του υπάρχοντος καθεστώτος και οι προσωρινές διαταγές να κρίνονται από παλαιούς έμπειρους Δικαστές, που θα αποφασίζουν με την κατάθεση της αίτησης και την υποβολή του αιτήματος. Όσον αφορά το άρθρο 70 αναφέρθηκε ήδη ο εισηγητής μας για τους λόγους που διαφωνούμε στο συγκεκριμένο άρθρο. Τέλος θα ήθελα να κάνω αναφορά στην απόσυρση του άρθρου 72 του νομοσχεδίου και ιδιαίτερα της παραγράφου 3 διότι οφείλω να μεταφέρω στην αίθουσα μια διάχυτη ανησυχία των υπαλλήλων των αμίσθων υποθηκοφυλακείων όσον αφορά την εργασιακή τους ασφάλεια. Ήδη μάλιστα ενόψει της οικονομικής κρίσης που έχει βυθίσει σε ύφεση και την αγορά των ακινήτων, μια σειρά υπαλλήλων είτε απολύθηκαν είτε απειλούνται με απολύσεις σε όλη την Ελλάδα. Θα πρέπει κύριε Υπουργέ γνωρίζοντας και την ευαισθησία σας να βρεθεί μια προσωρινή λύση ώστε να υπάρξει μια ρύθμιση κατοχύρωσης των θέσεων εργασίας των υπαλλήλων μέχρις ότου ρυθμιστεί το θεσμικό πλαίσιο των Υποθηκοφυλακείων. Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι, κάθε νομοθετική πρωτοβουλία που αφορά τη δικαιοσύνη θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με σοβαρότητα υπευθυνότητα αλλά πάνω απ΄όλα με τόλμη και αποφασιστικότητα. Είναι αδιανόητο να συζητάμε σήμερα για τα ζητήματα της Δικαιοσύνης με όρους του προηγούμενου αιώνα. Είναι αδιανόητο για απλά καθημερινά ζητήματα όπως λόγου χάρη η κατάθεση αιτήσεων για παραλαβή εγγράφων να πρέπει να προστρέχουν πολίτες και δικηγόροι στα δικαστήρια με συνεχείς και άσκοπες μετακινήσεις στην σημερινή ψηφιακή εποχή με συνεπακόλουθα χαμένες στους δρόμους της πόλης και στους διαδρόμους δικαστικών κτιρίων εργατοώρες, με περαιτέρω επιβάρυνση του λειτουργού της δικαιοσύνης αλλά και του πολίτη. Είναι επίσης αδιανόητο λόγου χάρη να χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα ο όρος «καθαρογραφή δικαστικής απόφασης, η οποία μπορεί να πάρει μέχρι και 8 μήνες να ολοκληρωθεί. Καθημερινή ταλαιπωρία και προβλήματα που θα μπορούσαν να απαντηθούν με τις νέες τεχνολογίες με μηδενικό κόστος και άμεσα. Αρκεί να οργανωθούν και να προχωρήσουν συνολικά ώστε και συμβατότητα να έχουν και βεβαίως αποτελεσματικότητα. Τα ανωτέρω, βέβαια, είναι απλώς ενδεικτικά της όλης παθογένειας του δικαικού μας συστήματος που θα πρέπει γρήγορα να αντιμετωπιστούν με μια γενναία μεταρρύθμιση, διότι Δικαιοσύνη χωρίς ταχύτητα στην απόδοση και χωρίς ευρύτατη και εύκολη προσβασιμότητα των πολιτών και των λειτουργών της και διαφάνεια στις διαδικασίες δεν υφίσταται. Και χωρίς δικαιοσύνη δεν υφίσταται κράτος δικαίου.