Με το άνοιγμα της συζήτησης της απελευθέρωσης των ταξί, ο πρόεδρος του Σωματείου Οδηγών Ταξί Αττικής -δηλαδή των υπαλλήλων- κ. Χρ. Πέτρου έδωσε μερικές συνεντεύξεις, αναλύοντας τι κρύβεται στην «αθέατη» πλευρά του κλάδου και βρέθηκε απολυμένος και δαρμένος,αφού έπεσε θύμα ξυλοδαρμού από αγνώστους...
Επίσης,απολύθηκαν άμεσα αρκετά μέλη του διοικητικού συμβουλίου του σωματείου.
Τα συμφέροντα που πλήττονται από την απελευθέρωση του επαγγέλματος είναι πολλά. Πέρα από τους νέους επαγγελματίες που χρεώθηκαν στις τράπεζες με δεκάδες χιλιάδες ευρώ για να αγοράσουν μία άδεια ταξί και σήμερα κινδυνεύουν να χάσουν την επένδυσή τους, υπάρχει ένα ολόκληρο σύστημα που έμαθε να βγάζει λεφτά εκμισθώνοντας ταξί, το οποίο σήμερα βρίσκεται στον «αέρα».
Δεν είναι τυχαίο ότι με την ολοκλήρωση του ΠΔ Ρέππα άρχισε μια απροσδόκητη εξαγορά αδειών από τις «μάντρες», οι ιδιοκτήτες των οποίων ήθελαν να στήσουν εταιρείες με αυτοκίνητα.Και αυτό διότι η αποσυρθείσα πλέον ρύθμιση προέβλεπε «φραγή» στην έκδοση νέων αδειών σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
Κύκλοι της αγοράς εκτιμούν ότι ήδη περί τα 5.000 άτομα κατέχουν άδειες δίχως να πληρούν τις νόμιμες προϋποθέσεις.
Το παζάρι των αδειών ξεκίνησε με τον Ν.588/1977. Ως τότε οι άδειες ήταν προσωποπαγείς,αμεταβίβαστες και ταυτισμένες με τον επαγγελματία που βρισκόταν πίσω από το τιμόνι.Το 1977 άρχισε η μαζική αγοραπωλησία αδειών ταξί, που οδήγησε μάλιστα στη δημιουργία αειθαλών «μυθολογιών»- όπως η κατοχή δεκάδων αδειών ταξί από πολιτικούς,επιχειρηματίες και ηθοποιούς,που ενέπλεκαν ως και την αείμνηστη Αλίκη Βουγιουκλάκη.
Σύμφωνα με τον νόμο κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο μπορεί να διαθέτει ως και δύο άδειες .Μέσω όμως παρένθετων προσώπων,συγγενών ή τρίτων,υπάρχουν άτομα που κατέχουν δεκάδες άδειες ταξί.
Η αγορά ταξί γίνεται παράτυπα,με το Δημόσιο και τις τράπεζες να κάνουν τα «στραβά μάτια».
Μέχρι πρότινος- διότι τώρα οι αγοραπωλησίες έχουν «παγώσει»- ο ενδιαφερόμενος πήγαινε στη «μάντρα» και αγόραζε ένα ταξί και την άυλη αξία της αδείας αντί περίπου 150.000 ευρώ (το ποσό ήταν διπλάσιο ως το 2005). Εάν δεν είχε χρήματα,έπαιρνε δάνειο (με επιτόκιο 3,5%-5,5%) από την τράπεζα η οποία του χορηγούσε κεφάλαιο για το 80% της αξίας του ταξί μέσω «επισκευαστικού δανείου». Για το υπόλοιπο 20% του ποσού ο «μαντράς» εξέδιδε γραμμάτια,τα οποία εξοφλούνταν σταδιακά.
Οι «σκληροί» μαντράδες,οι οποίοι κατέχουν δεκάδες άδειες,δεν ξεπερνούν τους πέντε,ενώ γύρω τους και δορυφορικά κινούνται άλλοι 15. Αυτοί είναι οι οποίοι πλήττονται περισσότερο από όλους με τη μεταρρύθμιση Ραγκούση.
Επίσης,«κλειστός» και άμεσα εξαρτώμενος κλάδος από τους αυτοκινητιστές είναι οι «ταξιμετράδες»,οι οποίοι δεν ξεπερνούν τους 25 στην Αθήνα. Στο ίδιο «σύμπαν» βρίσκονται και τα γραφεία ενοικίασης ταξί,τα οποία κατά την τυπική ερμηνεία του νόμου απαγορεύονται, ωστόσο λειτουργούν κανονικότατα. Σε αυτά οδηγοί ενοικιάζουν ταξί με αντίτιμο 40-45 ευρώ ανά βάρδια.
Συνολικά οι άδειες ταξί ξεπερνούν τις 35.000 σε ολόκληρη την Ελλάδα. Στην Αθήνα εντοπίζονται 14.000 άδειες και στις περισσότερες των περιπτώσεων τις μοιράζονται δύο άτομα που δουλεύουν το ταξί. Παράλληλα,στην πρωτεύουσα περί τις 8.000 εργάζονται ως οδηγοί, δηλαδή ως υπάλληλοι που εκμισθώνουν το όχημα, ενώ άλλοι 15.000 βρίσκονται στην επαρχία.
Σε σχετικό έλεγχο του ΙΚΑ είχε καταγραφεί ως και 90% ανασφάλιστη εργασία. Οι άδειες αγοράζονται με συμβολαιογραφική πράξη, στην οποία αναγράφεται όχι το πλήρες ποσό που καταβάλλεται αλλά ένα πλασματικό,το οποίο είναι υποπολλαπλάσιο του αληθινού,με αποτέλεσμα το παζάρι των αδειών να έχει χρησιμοποιηθεί και για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος.
Επίσης,απολύθηκαν άμεσα αρκετά μέλη του διοικητικού συμβουλίου του σωματείου.
Τα συμφέροντα που πλήττονται από την απελευθέρωση του επαγγέλματος είναι πολλά. Πέρα από τους νέους επαγγελματίες που χρεώθηκαν στις τράπεζες με δεκάδες χιλιάδες ευρώ για να αγοράσουν μία άδεια ταξί και σήμερα κινδυνεύουν να χάσουν την επένδυσή τους, υπάρχει ένα ολόκληρο σύστημα που έμαθε να βγάζει λεφτά εκμισθώνοντας ταξί, το οποίο σήμερα βρίσκεται στον «αέρα».
Δεν είναι τυχαίο ότι με την ολοκλήρωση του ΠΔ Ρέππα άρχισε μια απροσδόκητη εξαγορά αδειών από τις «μάντρες», οι ιδιοκτήτες των οποίων ήθελαν να στήσουν εταιρείες με αυτοκίνητα.Και αυτό διότι η αποσυρθείσα πλέον ρύθμιση προέβλεπε «φραγή» στην έκδοση νέων αδειών σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
Κύκλοι της αγοράς εκτιμούν ότι ήδη περί τα 5.000 άτομα κατέχουν άδειες δίχως να πληρούν τις νόμιμες προϋποθέσεις.
Το παζάρι των αδειών ξεκίνησε με τον Ν.588/1977. Ως τότε οι άδειες ήταν προσωποπαγείς,αμεταβίβαστες και ταυτισμένες με τον επαγγελματία που βρισκόταν πίσω από το τιμόνι.Το 1977 άρχισε η μαζική αγοραπωλησία αδειών ταξί, που οδήγησε μάλιστα στη δημιουργία αειθαλών «μυθολογιών»- όπως η κατοχή δεκάδων αδειών ταξί από πολιτικούς,επιχειρηματίες και ηθοποιούς,που ενέπλεκαν ως και την αείμνηστη Αλίκη Βουγιουκλάκη.
Σύμφωνα με τον νόμο κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο μπορεί να διαθέτει ως και δύο άδειες .Μέσω όμως παρένθετων προσώπων,συγγενών ή τρίτων,υπάρχουν άτομα που κατέχουν δεκάδες άδειες ταξί.
Η αγορά ταξί γίνεται παράτυπα,με το Δημόσιο και τις τράπεζες να κάνουν τα «στραβά μάτια».
Μέχρι πρότινος- διότι τώρα οι αγοραπωλησίες έχουν «παγώσει»- ο ενδιαφερόμενος πήγαινε στη «μάντρα» και αγόραζε ένα ταξί και την άυλη αξία της αδείας αντί περίπου 150.000 ευρώ (το ποσό ήταν διπλάσιο ως το 2005). Εάν δεν είχε χρήματα,έπαιρνε δάνειο (με επιτόκιο 3,5%-5,5%) από την τράπεζα η οποία του χορηγούσε κεφάλαιο για το 80% της αξίας του ταξί μέσω «επισκευαστικού δανείου». Για το υπόλοιπο 20% του ποσού ο «μαντράς» εξέδιδε γραμμάτια,τα οποία εξοφλούνταν σταδιακά.
Οι «σκληροί» μαντράδες,οι οποίοι κατέχουν δεκάδες άδειες,δεν ξεπερνούν τους πέντε,ενώ γύρω τους και δορυφορικά κινούνται άλλοι 15. Αυτοί είναι οι οποίοι πλήττονται περισσότερο από όλους με τη μεταρρύθμιση Ραγκούση.
Επίσης,«κλειστός» και άμεσα εξαρτώμενος κλάδος από τους αυτοκινητιστές είναι οι «ταξιμετράδες»,οι οποίοι δεν ξεπερνούν τους 25 στην Αθήνα. Στο ίδιο «σύμπαν» βρίσκονται και τα γραφεία ενοικίασης ταξί,τα οποία κατά την τυπική ερμηνεία του νόμου απαγορεύονται, ωστόσο λειτουργούν κανονικότατα. Σε αυτά οδηγοί ενοικιάζουν ταξί με αντίτιμο 40-45 ευρώ ανά βάρδια.
Συνολικά οι άδειες ταξί ξεπερνούν τις 35.000 σε ολόκληρη την Ελλάδα. Στην Αθήνα εντοπίζονται 14.000 άδειες και στις περισσότερες των περιπτώσεων τις μοιράζονται δύο άτομα που δουλεύουν το ταξί. Παράλληλα,στην πρωτεύουσα περί τις 8.000 εργάζονται ως οδηγοί, δηλαδή ως υπάλληλοι που εκμισθώνουν το όχημα, ενώ άλλοι 15.000 βρίσκονται στην επαρχία.
Σε σχετικό έλεγχο του ΙΚΑ είχε καταγραφεί ως και 90% ανασφάλιστη εργασία. Οι άδειες αγοράζονται με συμβολαιογραφική πράξη, στην οποία αναγράφεται όχι το πλήρες ποσό που καταβάλλεται αλλά ένα πλασματικό,το οποίο είναι υποπολλαπλάσιο του αληθινού,με αποτέλεσμα το παζάρι των αδειών να έχει χρησιμοποιηθεί και για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος.