Πριν από τρία χρόνια ο 55χρονος καρδιολόγος Ολιβιέ Αμεσέν περιέγραφε στο βιβλίο του «Το τελευταίο ποτήρι» πώς ξεπέρασε τον εθισμό του στο αλκοόλ, λαμβάνοντας μεγάλες δόσεις ενός παλιού μυοχαλαρωτικού φαρμάκου, της βακλοφαίνης.
Το φάρμακο κυκλοφορεί περίπου 40 χρόνια και δίδεται ως χαλαρωτικό για τους μυς, ενώ δεν έχει λάβει ποτέ ένδειξη για τη θεραπεία του αλκοολισμού. Αυτό όμως δεν απαγορεύει στους γιατρούς να το συνταγογραφούν ως αντιαλκοολικό, αλλά ο θεραπευτής παίρνει το ρίσκο να μηνυθεί αν παρουσιαστούν παρενέργειες.
«Επί του παρόντος πολλοί γιατροί αρνούνται να συνταγογραφήσουν βακλοφαίνη για τη θεραπεία εξάρτησης από το αλκοόλ, καθώς δεν υπάρχουν ακόμη επιστημονικά δεδομένα που να αποδεικνύουν την αποτελεσματικότητά της έναντι των παρενεργειών», εξηγεί ο καθηγητής γενικής ιατρικής René Descartes.
Ενας αλκοολικός ασθενής θεωρείται πως έχει θεραπευθεί όταν σταματήσει τελείως να πίνει ή έχει καταφέρει τη λεγόμενη «κανονική κατανάλωση οινοπνεύματος», σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ). Δηλαδή δύο ποτήρια κρασί ή μισό λίτρο μπίρα ή ένα ποτήρι αλκοολούχο ποτό (ουίσκι, τζιν κ.λπ.) την ημέρα.
Η χρήση της βακλοφαίνης χωρίς την ανάλογη ένδειξη έχει πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις στη Γαλλία μετά την κυκλοφορία του βιβλίου του Αμεσέν και την ευρεία κάλυψή του από τα μέσα ενημέρωσης. Πολλοί αλκοολικοί ζήτησαν να υποβληθούν και αυτοί στη θεραπεία, ενώ κάποιοι γιατροί ανακοίνωσαν ανέλπιστη απεξάρτηση αφού το χορήγησαν σε ασθενείς τους.
Η χορήγηση της ουσίας σε ασθενείς με κίρρωση του ήπατος από αλκοόλ διερευνήθηκε σε μελέτη που δημοσιεύθηκε τον Δεκέμβριο του 2007 στην επιστημονική επιθεώρηση «The Lancet» και το συμπέρασμα ήταν πως σταματούσε την έντονη επιθυμία για κατανάλωση αλκοόλ ενώ δεν προκαλούσε σοβαρές παρενέργειες.