ΕΙΝΑΙ γνωστή η περίπτωση της μάνας του φοιτητή που την πληροφορούν: «Ο γιος σου έμπλεξε με κακές παρέες. Ξενυχτάει με γυναίκες. Ξεκίνησε το τσιγάρο». Ακούει σχεδόν απαθής και δείχνει αδιάφορη. «Έγινε χαρτοπαίκτης» της λένε. Τότε αντιδρά έντονα, με πίκρα και τρόμο: «Τώρα το’ χασα το παιδί μου». ...
ΑΝ σ’ αρπάξει το μικρόβιο του τζόγου, δεν γλυτώνεις. Κι αν σου κόλλησε πως θα γίνεις πλούσιος εύκολα κι ανώδυνα, δεν έχεις παρά να δοκιμάσεις. Τις διάφορες μορφές και με τη σιγουριά της…ελπίδας. Ο «αντίπαλος» τα’ χει ρυθμίσει, βασίζεται στα μαθηματικά και ξέρει πως «μεγίστην κέκτηται αριθμός δύναμιν». Κι αν σου δίνει την ελπίδα με το στιγμιαίο σπάσιμο της…γκίνιας, είναι για να σου κρατάει αναμμένη τη «φλογίτσα», μην τα παρατήσεις.
ΦΡΟΥΤΑΚΙΑ και πάσης Ελλάδος, λοιπόν, και με την άδεια της Ε.Ε. Δεν μέτρησαν τα αναθέματα κι ανοίξαμε την πόρτα. Για να μην πληρώνουμε πρόστιμα και για να περισσέψει κάτιτις για τα (άδεια) δημόσια ταμεία. Χωρίς επισημάνσεις και αναφορά στον κίνδυνο, ξόρκια και κατάρες, χωρίς πολλά λόγια και περιστροφές. Είναι ευρωπαϊκή επιταγή και τελειώσαμε. Καθυστερήσαμε και πληρώσαμε (πρόστιμα). Κι αν είπαμε κακιά κουβέντα για τα «φρουτάκια»…ήμαρτον. Αναθεωρούμε τη σκέψη μας, υιοθετούμε τον τζόγο όπως τα «μαλακά» ναρκωτικά και η ζωή συνεχίζεται. Με δράματα που θα βιώσουμε, φορτωμένοι την τραγικότητα των συνεπειών, ωστόσο, ποιος να νοιαστεί εθνικά, που όλα είναι ιδιωτικά; Ποιος και πώς να πολεμήσει «ελληνικά» απέναντι σε μιαν (αμερικανοκίνητη) Ευρωπαϊκή Ένωση, με τη φιλοσοφία και τους κανόνες της;
ΤΙ θα’ πρεπε, λοιπόν, να κάνουν και να κάνουμε μπροστά στον κίνδυνο να κλέβει ο εγγονός της γιαγιάς το κομπόδεμα για να τρέξει στα φρουτάκια; Οφείλαμε να δώσουμε τη μάχη και παραδοθήκαμε αμαχητί. Να πείσουμε τους εταίρους (και…κρυόκωλους) πως στο χώμα της Ελλάδας όπου άνθισαν τέχνες και γράμματα, δεν προσφέρεται για…οπωρώνες με «φρουτάκια» κι εμείς τα εισαγάγαμε με κέφι και καμάρι.
ΚΙ αν αυτό δεν πιάσει και η προσπάθειά μας πέσει στο κενό; Τότε…πληρώνουμε. Ξεριζώνουμε τα φρουτάκια, αποζημιώνουμε τους εταίρους, κρατάμε τη νεολαία μακριά και με το κεφάλι ψηλά. Κι ας μας στοιχίσει μερικές…δεκάρες τη μέρα τον καθέναν μας, για να αποδιώξουμε το κακό. Τόσα και τόσα δώσαμε για τις μίζες κι ό,τι μπορείς να φανταστείς, μια μίζα παραπάνω…Το κέρδος θα’ ναι τεράστιο και ηθικό, που δεν μετριέται με λεφτά.