Πριν από λίγο καιρό εξηγούσαμε πώς κάποιοι Γερμαναράδες – εκεί που δεν ήθελαν να ακούσουν λέξη για «κούρεμα» του ελληνικού χρέους – το γύρισαν στον... καρσιλαμά ζητώντας να πληρώσουν οι ιδιώτες σοβαρό μέρος του κόστους μιας ελληνικής αναδιάρθρωσης. Ήταν η εποχή που οι τράπεζές τους είχαν μόλις ξεφορτωθεί πολύ μεγάλο μέρος του ελληνικού χρέους – και ιρλανδικού, πορτογαλικού κ.λπ. Οι διακεκριμένοι για τον... αλτρουισμό τους Γερμανοί, λοιπόν, συνεχίζουν σταθερά την ίδια φάμπρικα προκαλώντας αυτές τις μέρες σάλο στην Ιταλία, η οποία έχει μπει για τα καλά στο στόχαστρο των αγορών. Όπως λοιπόν διαβάζουμε στο Euro2day, το πρακτορείο Bloomberg ισχυρίζεται ότι ο διευθύνων σύμβουλος της Deutsche Bank Γιόζεφ Άκερμαν, πέντε ημέρες πριν από τη συμφωνία των πιστωτών να στηρίξουν το σχέδιο του Institute for International Finance (του οποίου προεδρεύει ο ίδιος ο Άκερμαν) για αποδοχή ζημιών από τα ανοίγματα στο ελληνικό χρέος, «η γερμανική τράπεζα ανακοίνωσε ότι είχε μειώσει τους κινδύνους που σχετίζονται με την Πορτογαλία, την Ιταλία, την Ιρλανδία, την Ελλάδα και την Ισπανία κατά 70% στο α’ έξάμηνο. Στην Ιταλία η τράπεζα μείωσε το άνοιγμα στα 996 εκατ. ευρώ από 8,01 δισ. ευρώ».
Όπως αποφαίνεται ευλόγως το πρακτορείο, «με εκείνη την απόφαση η Deutsche Bank γλίτωσε πολλές ζημίες από τα ιταλικά ομόλογα, τα οποία έκτοτε βούλιαξαν», όπως ήταν αναμενόμενο ύστερα από τέτοιο θηριώδες ξεπούλημα. Να σημειωθεί δε ότι η Γερμανία είχε δεσμευθεί, στο πλαίσιο της «βοήθειας» που είχε δοθεί στην Ελλάδα με το πακέτο των 110 δισ. ευρώ, ότι θα διατηρούσε τα ελληνικά ομόλογα που βρίσκονταν σε γερμανικά χέρια. Δέσμευση η οποία απλώς έγινε καπνός...
Η υπόθεση αυτή, όπως ήταν αναμενόμενο, προκάλεσε τη διαταγή διεξαγωγής έρευνας από την ιταλική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, καθώς και επικρίσεις ότι οι κινήσεις της γερμανικής τράπεζας βοήθησαν να υπονομευθεί η εμπιστοσύνη στην Ιταλία και τα ομόλογά της, τα οποία βρίσκονται στο έλεος της διεθνούς θύελλας. Αυτό είναι ένα μόνο από τα άπειρα χειροπιαστά δείγματα του πώς εννοούν οι ισχυροί της ευρωζώνης τη... «σωτηρία» των αδύναμων και των υπό χρεοκοπία χωρών του ευρώ.
«Δώστε μας τις περιουσίες σας»!
Ένα δεύτερο δείγμα της γερμανικής αλληλεγγύης είχαμε θαυμάσει κατά καιρούς μέσα από μια σειρά φοβερά και τρομερά δημοσιεύματα ΜΜΕ της χώρας αυτής, με έμφαση σε αυτά που ζητούσαν την πώληση της Ακρόπολης (η οποία μάλιστα είχε τιμολογηθεί από γερμανική εφημερίδα σε 100 δισ. ευρώ!), αλλά και ελληνικών νησιών. Ε, τώρα φαίνεται ότι πάμε ένα βήμα πιο πέρα. Προχθές, σε ένα δημοσίευμα, το οποίο μετέφερε τις απόψεις του Γερμανού οικονομολόγου Ούλριχ Μπλουμ – προέδρου του Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών Halle (IWH) – στην εφημερίδα Passauer Neue Presse με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Τα όρνεα δείχνουν πού υπάρχουν πτώματα», ομολογώ ότι θαύμασα ακόμη μια φορά (αν και... δεν εξεπλάγην!) τον πλούτο των ιδεών που κυκλοφορούν για την αντιμετώπιση – ή, ορθότερα, τη διασφάλιση από τους κινδύνους – του ελληνικού χρέους.
Τι λέει λοιπόν αυτό το καλό παλικάρι; Ότι: «Μπορούμε να αφήσουμε τα κράτη να κηρύσσουν χρεοκοπία το ένα μετά το άλλο ή ακολουθούμε τον δύσκολο δρόμο: Το δημόσιο χρέος να χρηματοδοτηθεί από τα έσοδα αποκρατικοποιήσεων ή να ασφαλιστεί με την ιδιωτική περιουσία των πολιτών της χώρας. Αυτή θα ήταν μία επιλογή για την Ελλάδα, την Ιταλία ή ακόμη και για τις ΗΠΑ».Και ακολουθεί η επεξήγηση, την οποία αντιγράφω από το ανωτέρω δημοσίευμα:
«Σε πρακτικό επίπεδο η δεύτερη λύση σημαίνει αναγκαστική υποθήκευση της περιουσίας ιδιωτών, όπως π.χ. της ακίνητης περιουσίας αυτών. Με τον τρόπο αυτόν θα ασφαλιζόταν το δημόσιο χρέος τόσο καλά, ώστε δεν θα υπήρχε λόγος για κερδοσκοπία.
Τα κράτη θα μπορούσαν να συνεχίσουν να στηρίζουν τις επενδύσεις χωρίς να πέσουν στην παγίδα του χρέους. Αντιθέτως, δίνεται η δυνατότητα μείωσης του χρέους. Σε μία τέτοια περίπτωση τα επιτόκια θα μειώνονταν και το κράτος θα ήταν σε θέση να ασκεί πολιτική ενίσχυσης της οικονομίας. Πρόκειται, υποστηρίζει, για πιο εύκολη διαδικασία σε σχέση με τις αποκρατικοποιήσεις, όπως συμβαίνει σε Ελλάδα και Ιταλία. Υπέρ αυτής της λύσης συνηγορεί και η ανάγκη μίας δίκαιης κατανομής των βαρών. “Η Γερμανίδα καγκελάριος δεν μπορεί να πείσει τους Γερμανούς φορολογούμενους να σηκώνουν τα βάρη των χρεών προς όφελος των ευπόρων στις υπερχρεωμένες χώρες. Δεν υπάρχει καμία ηθική νομιμοποίηση γι’ αυτό” λέει». Αντιθέτως, υπάρχει, κατά τον Μπλουμ, πλήρης ηθική νομιμοποίηση στην αναγκαστική υποθήκευση της ατομικής περιουσίας των κατοίκων μιας χώρας για τη διασφάλιση των όποιων κρατικών δανείων. Παρεμπιπτόντως: Πόσο απέχει η επιχειρηματολογία του οικονομολόγου Μπλουμ από αυτή των εν Ελλάδικυβερνητικών, οικονομολόγων και δημοσιογράφων που υποστηρίζουν ότι οι Έλληνες ζούσαν πέρα από τις δυνατότητές τους και το κράτος δανειζόταν και δανείζεται για να πληρώνει μισθούς και συντάξεις, συνεπώς ορθώς τρόικα και κυβέρνηση μάς αλλάζουν τον αδόξαστο;
Η «πρόταση» του Μπλουμ μοιάζει ως λογική συνέπεια όλης της ανωτέρω επιχειρηματολογίας.
Για να μείνουμε όμως στην ουσία, τύπος αυτός φαίνεται να λέει, κατ’ αρχήν, κάτι εντελώς εξωφρενικό. Σύμφωνοι. Η λογική του είναι ακραία. Μπροστά της ωχριά ακόμη και αυτή της μαφίας. Όμως, ήδη πολλάμαφιόζικα στοιχεία εμπεριέχονται και στην πρωτοφανή δανειακή σύμβαση που έχει υπογράψει η Ελλάδα στο πλαίσιο του πακέτου των 110 δισ. ευρώ. Και αναμένεται να υπογράψει ακόμη περισσότερα στο πλαίσιο της επόμενης, που όλοι παραδέχονται ότι θα είναι κατά πολύ χειρότερη. Συνεπώς οι αθλιότητες του Γερμανού οικονομολόγου αποτελούν, πέρα απ’ όλα τα άλλα, και μιαυπόμνηση: Όσο περισσότερο υποχωρείς τόσο περισσότερα σου ζητούν. Αυτή άλλωστε είναι μια βασική αρχή με πλήρη εφαρμογή σε όλους τους τομείς της ζωής μας, από τη διπλωματία και την οικονομία μέχρι... τον έρωτα. Και μην ξεχνάμε ότι η απανθρωπιά είναι βασικό στοιχείο των δημοσιονομικών προσαρμογών, ιδιαίτερα τώρα, σε μια παγκόσμια κρίση με διαστάσεις που παραμένουν απρόβλεπτες. Ας ξέρουμε λοιπόν τούτο: Ό,τι σήμερα μοιάζει παράλογο, αύριο ίσως κριθεί «απαραίτητο». Ήδη έχουμε πάρα πολλές αποδείξεις επ’ αυτού...
www.topontiki.gr
Τα κράτη θα μπορούσαν να συνεχίσουν να στηρίζουν τις επενδύσεις χωρίς να πέσουν στην παγίδα του χρέους. Αντιθέτως, δίνεται η δυνατότητα μείωσης του χρέους. Σε μία τέτοια περίπτωση τα επιτόκια θα μειώνονταν και το κράτος θα ήταν σε θέση να ασκεί πολιτική ενίσχυσης της οικονομίας. Πρόκειται, υποστηρίζει, για πιο εύκολη διαδικασία σε σχέση με τις αποκρατικοποιήσεις, όπως συμβαίνει σε Ελλάδα και Ιταλία. Υπέρ αυτής της λύσης συνηγορεί και η ανάγκη μίας δίκαιης κατανομής των βαρών. “Η Γερμανίδα καγκελάριος δεν μπορεί να πείσει τους Γερμανούς φορολογούμενους να σηκώνουν τα βάρη των χρεών προς όφελος των ευπόρων στις υπερχρεωμένες χώρες. Δεν υπάρχει καμία ηθική νομιμοποίηση γι’ αυτό” λέει». Αντιθέτως, υπάρχει, κατά τον Μπλουμ, πλήρης ηθική νομιμοποίηση στην αναγκαστική υποθήκευση της ατομικής περιουσίας των κατοίκων μιας χώρας για τη διασφάλιση των όποιων κρατικών δανείων. Παρεμπιπτόντως: Πόσο απέχει η επιχειρηματολογία του οικονομολόγου Μπλουμ από αυτή των εν Ελλάδικυβερνητικών, οικονομολόγων και δημοσιογράφων που υποστηρίζουν ότι οι Έλληνες ζούσαν πέρα από τις δυνατότητές τους και το κράτος δανειζόταν και δανείζεται για να πληρώνει μισθούς και συντάξεις, συνεπώς ορθώς τρόικα και κυβέρνηση μάς αλλάζουν τον αδόξαστο;
Η «πρόταση» του Μπλουμ μοιάζει ως λογική συνέπεια όλης της ανωτέρω επιχειρηματολογίας.
Για να μείνουμε όμως στην ουσία, τύπος αυτός φαίνεται να λέει, κατ’ αρχήν, κάτι εντελώς εξωφρενικό. Σύμφωνοι. Η λογική του είναι ακραία. Μπροστά της ωχριά ακόμη και αυτή της μαφίας. Όμως, ήδη πολλάμαφιόζικα στοιχεία εμπεριέχονται και στην πρωτοφανή δανειακή σύμβαση που έχει υπογράψει η Ελλάδα στο πλαίσιο του πακέτου των 110 δισ. ευρώ. Και αναμένεται να υπογράψει ακόμη περισσότερα στο πλαίσιο της επόμενης, που όλοι παραδέχονται ότι θα είναι κατά πολύ χειρότερη. Συνεπώς οι αθλιότητες του Γερμανού οικονομολόγου αποτελούν, πέρα απ’ όλα τα άλλα, και μιαυπόμνηση: Όσο περισσότερο υποχωρείς τόσο περισσότερα σου ζητούν. Αυτή άλλωστε είναι μια βασική αρχή με πλήρη εφαρμογή σε όλους τους τομείς της ζωής μας, από τη διπλωματία και την οικονομία μέχρι... τον έρωτα. Και μην ξεχνάμε ότι η απανθρωπιά είναι βασικό στοιχείο των δημοσιονομικών προσαρμογών, ιδιαίτερα τώρα, σε μια παγκόσμια κρίση με διαστάσεις που παραμένουν απρόβλεπτες. Ας ξέρουμε λοιπόν τούτο: Ό,τι σήμερα μοιάζει παράλογο, αύριο ίσως κριθεί «απαραίτητο». Ήδη έχουμε πάρα πολλές αποδείξεις επ’ αυτού...