Τρεις οργανώσεις, η Foodwatch, η Greenpeace και το Κέντρο Προστασίας Καταναλωτών του Αμβούργου, έκαναν ξεχωριστά ελέγχους σε αλυσίδες σουπερμάρκετ και διαπίστωσαν πως η βιομηχανία τροφίμων δεν σταμάτησε τα τρικ με τις ετικέτες. Τα πιο συνηθισμένα είναι οι αόριστες αναγραφές «χωρίς συντηρητικά» ή «χωρίς ενισχυτές γεύσης» ή «χωρίς χρωστικές ύλες». Η αόριστη αυτή αναγραφή αλλοιώνει την πραγματικότητα γιατί ακούγεται θετικά, αλλά δεν σημαίνει τίποτε στη γλώσσα της πιστοποίησης ποιότητας.
Έτσι στη λίστα των συστατικών ανακάλυψαν και οι τρεις οργανώσεις ότι ενώ η ετικέτα έγραφε «χωρίς ενισχυτές γεύσης», στα συστατικά υπήρχε αναλυτική 'καλυμμένη' καταγραφή ενισχυτών με τους κωδικούς τους (π.χ. της σειράς Ε2000 ή Ε3000 κλπ).
Επίσης διαπιστώθηκε ότι πολλές φορές οι εταιρείες παρασκευής τροφίμων αντικαθιστούν τα 'γνωστά' βλαπτικά συστατικά με άλλα το ίδιο βλαπτικά, που δεν έχει όμως ακόμη διαπιστωθεί η επίδρασή τους στην υγεία ή το περιβάλλον.
Στα δειγματοληπτικά τεστ που διενήργησε το Κέντρο Προστασίας Καταναλωτών του Αμβούργου βρήκε ότι το 92% των συσκευασμένων τροφίμων που έχουν στην ετικέτα τους την ένδειξη «χωρίς ενισχυτές γεύσης» περιέχουν μαγιά. Συστατικό που ακούγεται 'φυσικό', αλλά οι αναλύσεις απέδειξαν ότι πρόκειται για συνθετική μαγιά που περιέχει γλουταμίνη ή και οξέα γλουταμίνης. Επειδή όμως η μαγιά θεωρείται 'φυσικό' συστατικό δεν υποχρεούνται οι εταιρείες τροφίμων να αναγράφουν εάν είναι χημικής ή φυσικής προέλευσης.
Ένα άλλο τρικ που χρησιμοποιούν, κυρίως οι γαλακτοκομικές εταιρείες, είναι η ετικέτα με την ένδειξη «φυσικό άρωμα», χωρίς τη συγκεκριμένη αναγραφή των συστατικών. Αυτός ο όρος δεν σημαίνει όμως καθόλου αυτό που καταλαβαίνει ο καταναλωτής. Συνήθως το «φυσικό άρωμα» που προστίθεται π.χ. στα γιαουρτάκια με φράουλα δεν έχει καμία σχέση με φράουλα, αλλά με άλλα «φυσικά υλικά», τα οποία με ειδική χημική επεξεργασία παρέχουν το άρωμά της: βακτηρίδια και μύκητες από ροκανίδια.
Οι τρεις γερμανικές οργανώσεις καλούν το καθ' ύλην αρμόδιο υπουργείο Προστασίας Καταναλωτών να επιβάλει τάξη στις ετικέτες και να απλοποιήσει τον κανονισμό αναγραφής συστατικών, ώστε να καταλαβαίνουν οι καταναλωτές τι ακριβώς περιέχουν τα τρόφιμα. Παράλληλα όμως συνιστούν στους καταναλωτές:
-να μην εμπιστεύονται τις ετικέτες που γράφουν απλώς «φυσικό», «παραδοσιακό» ή «γκουρμέ», «χωρίς συντηρητικά ή ενισχυτές γεύσης», διότι δεν σημαίνουν τίποτε στη γλώσσα της πιστοποίησης τροφίμων
-να ελέγχουν τις σφραγίδες πιστοποίησης ποιότητας όπως π.χ. την σφραγίδα «EG-ÖKO-SIEGEL» και όσο τους επιτρέπουν οι γνώσεις τους τα συστατικά
-να αγοράζουν όσο γίνεται λιγότερο επεξεργασμένα προϊόντα π.χ. σκέτο γιαούρτι και όχι με φρούτα ή δημητριακά κλπ.
-να ενημερώνονται τακτικά από την ιστοσελίδα για τα τρόφιμα.