ψηφοφορίας για την αναγνώριση της Παλαιστίνης ως ισότιμου κράτους στους κόλπους των Ηνωμένων Εθνών.
Στην περίπτωση που προχωρήσει αυτή η πρωτοβουλία και περάσει ένα ψήφισμα για την δημιουργία Παλαιστινιακού κράτους στη ΓΣ, δύσκολα αυτό από μόνο του θα οδηγήσει σε ριζικές ανακατατάξεις στην περιοχή. Εξάλλου η συμμετοχή καθεαυτή στον ΟΗΕ δεν συνεπάγεται στην πράξη και κρατική οντότητα, αλλά πρέπει να γίνεται αντιληπτή περισσότερο ως διεθνή αναγνώριση. Το ψήφισμα αυτό θα έχει περισσότερο συμβολικό χαρακτήρα ενώ αναμφισβήτητα θα αυξήσει την διεθνή απομόνωση του Ισραήλ και τις πιέσεις στην κυβέρνησή του να κάνει τα κατάλληλα βήματα προς την κατεύθυνση μιας οριστικής ειρηνικής λύσης.
Η μέχρι τώρα στάση του πρωθυπουργού Νετανιάχου δεν δείχνει επηρεασμένη από τις επίσημες δηλώσεις διεθνών παραγόντων περί επιστροφής λόγου χάρη στα σύνορα του 1967. Κάτι τέτοιο είναι εκτός διαπραγμάτευσης για τους Ισραηλινούς για προφανείς λόγους. Αφενός η εγκατάλειψη συγκεκριμένων εδαφών στρατηγικής σημασίας αποτελεί μείζον ζήτημα ασφαλείας για το Ισραήλ κι αφετέρου ο αποκλεισμός των δεκάδων χιλιάδων εποίκων εκτός των νέων συνόρων όπως αυτά θα διαμορφωθούν είναι ένα πολιτικό θέμα που καμία ισραηλινή κυβέρνηση δεν θα καταφέρει να αντιμετωπίσει. Πέραν αυτών δεν παύει να υπάρχει βεβαίως και η παραδοσιακά σκληρή διαπραγματευτική στάση της ισραηλινής διπλωματίας η οποία σπανίως έχει δώσει δείγματα υποχωρητικότητας ή παραχωρητικότητας απέναντι στους Παλαιστινίους.
Θα υπάρξει ψήφισμα τελικά;
Το δικαίωμα της αρνησικυρίας δεν υφίσταται στις ψηφοφορίες της Γ.Σ. παρά μόνο στο Σ.Α. του ΟΗΕ, συνεπώς οι ΗΠΑ εκ πρώτης όψεως δεν έχουν στη διάθεσή τους το εργαλείο του veto για να μπλοκάρουν τη διαδικασία. Αυτό βέβαια όσο η διαδικασία γίνεται εντός των τειχών της ΓΣ γιατί στην προκειμένη περίπτωση ψηφίζεται η ένταξη ενός νέου κράτους στους κόλπους του οργανισμού κάτι για το οποίο σύμφωνα με τον Καταστατικό Χάρτη απαιτείται πρώτα σχετική πρόταση από το Συμβούλιο Ασφαλείας. Επομένως οι ΗΠΑ μπορούν με αυτόν τον τρόπο να μπλοκάρουν τη διαδικασία εν τη γεννέσει της χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως οι υπέρμαχοι της ιδέας δεν θα αναζητήσουν τρόπους να παρακάμψουν θεσμικά το ΣΑ. Και τέτοιος τρόπος υπάρχει σύμφωνα με την Απόφαση 377 (V) της ΓΣ η οποία ορίζει πως σε περιπτώσεις όπου το ΣΑ αποτυγχάνει να λειτουργήσει ομοφώνως προς όφελος της διεθνούς ασφάλειας και ειρήνης η ΓΣ θα «παίρνει επάνω» της το θέμα. Μάλιστα η ειρωνεία της υπόθεσης είναι πως πρόκειται για μια Απόφαση την οποία επιδίωξαν οι ίδιες οι ΗΠΑ το 1950 για να παρακάμψουν την τότε ΕΣΣΔ στο ΣΑ του Οργανισμού. Στην παρούσα φάση λοιπόν η Παλαιστινιακή Αρχή πραγματοποιεί έναν αγώνα δρόμου ώστε την κρίσιμη στιγμή να είναι σε θέση να πληροί το μοναδικό κριτήριο για να τεθεί σε ισχύ η Απόφαση 377, δηλαδή να έχει με το μέρος της τουλάχιστον τα 2/3 των μελών της ΓΣ.
Οι πρωταγωνιστές της έντασης
Πέρα από τα τετριμμένα πλέον γύρω από τις πάγιες πολιτικές του Ισραήλ, τους εποικισμούς και την αδιαλλαξία καθώς και τις τυφλές τρομοκρατικές επιθέσεις και την άρνηση αναγνώρισης του εβραϊκού κράτους, ενδιαφέρον έχει να δει κανείς λίγο πιο βαθιά στο Παλαιστινιακό και κυρίως στα παιχνίδια πολιτικής και ισχύος που παίζονται μακριά από τα πρωτοσέλιδα και τα δελτία ειδήσεων. Στο επίκεντρο των εξελίξεων και μέσα στο πολιτικό παιχνίδι της ψηφοφορίας για το Παλαιστινιακό στη ΓΣ βρίσκεται ο ρόλος και η στάση της Φατάχ και της Χαμάς, των δύο μεγαλύτερων παλαιστινιακών οργανώσεων. Με αλληλοσυγκρουόμενες κρατικές ιδεολογίες και διαφοροποιημένο τελικό σκοπό οι δύο πρωταγωνίστριες οργανώσεις μοιράζονται απλώς τον ενδιάμεσο κοινό στόχο, ήτοι μια ελεύθερη Παλαιστίνη. Από εκεί και πέρα όμως τα πράγματα αλλάζουν ριζικά, από τη στιγμή που η μεν μετριοπαθής Φατάχ επιδιώκει ένα κοσμικό χαρακτήρα για το μελλοντικό κράτος ανάμεσα στα υπόλοιπα κράτη του ευρύτερου αραβικού έθνους, και η δε εξτρεμιστική Χαμάς ως γνωστόν είναι προσανατολισμένη προς ένα ξεκάθαρα ισλαμικού προσανατολισμού μοντέλο, σύμφωνο σε πολλά σημεία με τα ισλαμικά εκείνα στοιχεία που αγωνίστηκαν και παράλληλα αναδείχθηκαν μέσα από τη λεγόμενη «Αραβική Άνοιξη». Οι διαφορές μεταξύ των δύο είναι βεβαίως πολύ περισσότερες και βαθύτερες όμως στην παρούσα συγκυρία της κλιμακούμενης βίας και εν αναμονή του σημαντικότατου γεγονότος του Σεπτεμβρίου είναι χρήσιμο να εξετάσει κανείς το ευρύτερο περιβάλλον γύρω από την στάση τους. Μεταξύ των δύο είναι σαφές ότι η Δύση παραδοσιακά προτιμά ως συνομιλητή τη Φατάχ μια και η Χαμάς απολαμβάνει το χαρακτηρισμό της «τρομοκρατικής οργάνωσης» όμως η δυναμική που αναπτύσσεται στην περιοχή μετά και την πρόσφατη κλιμάκωση της έντασης δίνει σαφές πλεονέκτημα στην πλευρά της Χαμάς να διεκδικήσει για άλλη μια φορά μεγαλύτερο ρόλο. Οι ισραηλινές επιθέσεις στη λωρίδα της Γάζας και η «αντίσταση» της δεύτερης είναι δεδομένο πως διευρύνουν το κύρος της στα μάτια του παλαιστινιακού λαού και κατ’ επέκταση και τη νομιμότητά της ως εκπροσώπου του. Η μονομερής άρση της εκεχειρίας συντελεί κι αυτή προς την ίδια κατεύθυνση με τη Χαμάς πια πέρα από την πολιτική επικράτηση απέναντι στη Φατάχ να επιδιώκει και την ηθική.
Με το άνοιγμα του ζητήματος της ψηφοφορίας στη ΓΣ του ΟΗΕ τον Σεπτέμβριο να είναι σχεδόν δεδομένο, παρά τις προειδοποιήσεις των Αμερικανών, θα ήταν φρόνιμο για τη Δύση στο σύνολό της να καθίσει και να σκεφτεί τι στάση ακριβώς είναι συμφερότερο να κρατήσει από τώρα και στο εξής και φυσικά όταν έρθει η κρίσιμη ώρα. Η διαφαινόμενη ισχυροποίηση της Χαμάς δείχνει να πηγαίνει χέρι-χέρι με την αυξανόμενη πίεση στις κοσμικές αραβικές μοναρχίες και την παράλληλη άνοδο των ισλαμιστικών στοιχείων στον αραβικό κόσμο. Μια πραγματιστική αντίληψη της δυναμικής αυτής θα συνέτεινε στην επιτάχυνση της επίλυσης του ζητήματος ενόσω οι ισορροπίες επιτρέπουν στη μετριοπαθή παλαιστινιακή πλευρά τόσο να ασκεί κυρίαρχο ρόλο στη διαπραγμάτευση όσο και να παγιωθεί ως η νόμιμη εξουσία στο παλαιστινιακό κράτος. Αναλόγως πραγματιστική αντίληψη της πολιτικής κατάστασης θα περίμενε ενδεχομένως κάποιος και από την πλευρά του Ισραήλ όμως για την ώρα η κυβέρνηση Νετανιάχου εμφανέστατα εξακολουθεί να ποντάρει στον δικό της πάγιο πραγματισμό του σταδιακού εκτοπισμού (μια ματιά στους χάρτες που απεικονίζουν τις συγκριτικές πληθυσμιακές μεταβολές Εβραίων-Αράβων από το 1947 και μετά στην περιοχή αρκεί) πλήρως αντιλαμβανόμενη ωστόσο τη διεθνή απομόνωση στην οποία οδηγείται μέσα από τις επιλογές της. Όλα λοιπόν δείχνουν ότι η Δύση και το Ισραήλ δεν θα επιταχύνουν για την ώρα την επίλυση και τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους, αλλά αντιθέτως θα επιδιώξουν να την καθυστερήσουν, ρισκάροντας με αυτόν τον τρόπο το κόστος μιας ενδεχόμενης ισχυροποίησης της Χαμάς μεταξύ των Παλαιστινίων, μιας επικράτησης περισσότερων ισλαμιστικών στοιχείων στον υπόλοιπο αραβικό κόσμο και βεβαίως μέσω αυτών της διεύρυνσης της υποστήριξης προς την εξτρεμιστική Χαμάς.
Αναφορικά με το ενδοπαλαιστινιακό πολιτικό παιχνίδι, δεν μπορεί να αποκλειστεί το σενάριο η ένταση στην Γάζα στην παρούσα φάση μετά την επίθεση και το θάνατο των 8 Ισραηλινών στην Εϊλάτ να ήταν μια υπόγεια κίνηση προβοκάτσιας εκ μέρους της Χαμάς με σκοπό να αναδειχθεί για μια ακόμα φορά, και όλως τυχαίως λίγο πριν την πολυαναμενόμενη ψηφοφορία στην ΓΣ του ΟΗΕ, ως ο υπέρτατος προστάτης του παλαιστινιακού λαού και να κερδίσει με αυτόν τον τρόπο το λαϊκό έρεισμα και συνεπώς τη νομιμοποίηση έναντι της Φατάχ στη μελλοντική ελεύθερη παλαιστινιακή κυβέρνηση. Η επίσημη θέση είναι ότι η οργάνωση που πραγματοποίησε την επίθεση είναι άλλη και μη σχετιζόμενη με τη Χαμάς όμως αυτό είναι κάτι που δυσκολεύεται να πιστέψει ακόμα και ο πιο αφελής αραβόφιλος. Η ένταση βολεύει εξαιρετικά τη Χαμάς την προκειμένη στιγμή. Και την βολεύει όχι απλώς γιατί αναζητά μια ολοκληρωτική ανατροπή των εξουσιών εις βάρος της Φατάχ εντός της Παλαιστίνης. Την βολεύει επίσης λόγω των συγκυριών. Στην παρούσα φάση η Χαμάς ίσως βρίσκεται μπροστά σε μια τεράστια και πολύπλευρη στρατηγική δυναμική της οποίας ένα μέρος μονάχα έτσι και πετύχει να δρέψει θα βρεθεί σε σημαντική θέση ισχύος έναντι των αντιπάλων της, ενδοαραβικών και μη, θέση μάλιστα εν πολλοίς ρυθμιστική των περεταίρω εξελίξεων στην περιοχή. Στην παρούσα φάση το Ισραήλ αντιμετωπίζει εκτός από την σύγκρουση με τη Χαμάς (η εκεχειρία με την οποία, σημειωτέον, πλέον δεν είναι σε ισχύ), μια ενδεχόμενη εξαγωγή της εσωτερικής συριακής κρίσης στο Ισραήλ, πιθανότατα μέσω της εξτρεμιστικής Χεσμπολά, καθώς επίσης και μια αντίστοιχη εξαγωγή της αιγυπτιακής κρίσης προς αυτό. Στην μεν περίπτωση της Συρίας ο πρόεδρος Άσαντ ναι μεν είναι απασχολημένος με τη βίαιη καταστολή της εξέγερσης της σουνιτικής πλειοψηφίας του συριακού λαού όμως τα γεγονότα στη Γάζα δεν αφήνουν την, αμέτοχη για την ώρα στην εσωτερική συριακή κρίση Χεσμπολά, αδιάφορη. Στη δε περίπτωση της Αιγύπτου το στρατιωτικό καθεστώς μετά την πτώση του Μουμπάρακ τηρεί εξαιρετικά λεπτές ισορροπίες ανάμεσα στη λαϊκή βούληση υπέρ μιας πολύ αυστηρότερης στάσης απέναντι στο Ισραήλ και στην διατήρηση της εξουσίας στη χώρα απέναντι στην ανερχόμενη δύναμη της ισλαμιστικής αντιπολίτευσης.
Έχοντας κατά νου την προαναγγελθείσα αντίθεση των ΗΠΑ στην πρωτοβουλία για ψηφοφορία στη ΓΣ, την δεδομένη άρνηση του Ισραήλ να αποδεχτεί μοιρολατρικά ένα ψήφισμα αντιπροσωπευτικό της βούλησης της διεθνούς κοινότητας ή να συζητήσει υπό πίεση και στη βάση των παράλογων κατ’ αυτό απαιτήσεων των Παλαιστινίων, και τις φανερές και αφανείς πολιτικές δυνάμεις που δρουν εντός και στο περιβάλλον του Παλαιστινιακού, το νόημα μιας απόφασης του ΟΗΕ για ελεύθερη Παλαιστίνη αποκτά άλλη διάσταση. Ωστόσο, αυτό θα είναι πολύ διαφορετικό αν τελικά αυτή ληφθεί εν μέσω βίαιων συγκρούσεων ή απροκάλυπτων πολεμικών επιχειρήσεων. Εν καιρώ ειρήνης και απόλυτης τάξης και ηρεμίας μια τέτοια απόφαση, ιδανικά στο τέλος μιας σειράς διμερών συμφωνιών, θα μπορούσε να αξιολογηθεί ως θετική, τίμια και συμφέρουσα ακόμα και για το Ισραήλ. Εν καιρώ συγκρούσεων όμως μια αντίστοιχη απόφαση θα ήταν αναμφισβήτητα μια ταπεινωτική διπλωματική ήττα του Ισραήλ με τις ευλογίες μάλιστα της διεθνούς κοινότητας. Μια τέτοια κατάσταση έχει διακηρύξει επισήμως πως δεν επιθυμεί ο, κατά τα’ άλλα αυστηρός απέναντι στους Ισραηλινούς, πρόεδρος Ομπάμα όμως οι διπλωματικές διεργασίες προς την κατεύθυνση παράκαμψης του ΣΑ είναι ήδη σε λειτουργία από την παλαιστινιακή πλευρά.
http://www.3kyklo.gr/