Η Συρία χρειάζεται να διαχειριστεί την πολυποίκιλη εθνοτική και θρησκευτική σύνθεσή της και να αποφασίσει ποια θα είναι η θέση της στην αραβοϊσραηλινή αντιπαράθεση. Αυτό όμως καθίσταται δυσκολότερο αφού οι γειτονικές χώρες εκμεταλλεύονται την ετερογένεια της χώρας για να διασφαλίσουν τα συμφέροντα της δικής τους «ηγεμονικής ατζέντας». Η Συρία βρίσκεται στο κέντρο ισχυρών και ανταγωνιστικών γεωπολιτικών δυνάμεων.
Στα ανατολικά συνορεύει με το Ιράν, με την αντιαμερικανική, αντιδυτική ρητορική του και τις πολλές περιφερειακές φιλοδοξίες του. Στα νότιά του βρίσκεται η Σαουδική Αραβία, με τη μακροχρόνια φιλία της με τις ΗΠΑ και την παραδοσιακή έχθρα της με το Ιράν. Και στα βόρειά της συναντάμε την Τουρκία, μια χώρα στο κατώφλι της Ευρώπης, σε μεγάλο βαθμό κοσμική και δημοκρατική, που επιδιώκει να αυξήσει την επιρροή της στον αραβικό κόσμο. Στην περιοχή μέσα και γύρω από τη Συρία εντοπίζονται επίσης εξτρεμιστικές ισλαμιστικές ομάδες που προσπαθούν να διευρύνουν τη σφαίρα επιρροής τους και σπεύδουν να εκμεταλλευτούν την αστάθεια οποιασδήποτε χώρας. Η Συρία είναι από αυτή την άποψη εξαιρετικά ευάλωτη, αφού εξτρεμιστές υποκινούν τη βία εναντίον μειονοτικών θρησκευτικών ομάδων χρησιμοποιώντας, για παράδειγμα, ως μέσο τους τηλεοπτικούς σταθμούς σε Σαουδική Αραβία και Αίγυπτο. Το καθεστώς στη Συρία αρνείται να αναγνωρίσει τα αιτήματα των ειρηνικών διαδηλωτών για ελευθερία και αξιοπρέπεια. Αν τα αναγνώριζε και τα ικανοποιούσε, οι ισλαμιστές δεν θα μπορούσαν να σφετερίζονται τις διαδηλώσεις.
Παρ΄ όλα αυτά, μπορούν να υπάρξουν ειρηνικές αλλαγές στη Συρία και η διεθνής κοινότητα μπορεί να τις επηρεάσει αν αναγνωρίσει ότι η αμετακίνητη προσήλωσή της στην «πολυπλοκότητα» της χώρας δεν προσφέρει τίποτε καλό στον λαό της. Στην πραγματικότητα, η εμμονή με τις σεκταριστικές διαμάχες στη χώρα προσφέρει στις αποσταθεροποιητικές εξωτερικές δυνάμεις το «οξυγόνο» που χρειάζεται η εμπρηστική ρητορική τους.
Αν οι προκλήσεις εναντίον συριακών θρησκευτικών μειονοτήτων που διακήρυξαν εξτρεμιστικοί τηλεοπτικοί σταθμοί αλλά και άτομα, όπως ο επικεφαλής του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου της Σαουδικής Αραβίας, σε συνδυασμό με την εξίσου επιζήμια συμπεριφορά του Ιράν, έμεναν χωρίς εποπτεία, αυτό θα συνεπαγόταν πιθανώς ένα χειρότερο λουτρό αίματος, με τους Σύρους να συμμετέχουν σε έναν γενικευμένο πόλεμο εναντίον όλων.
Η διεθνής κοινότητα επέτρεψε αλλαγές στην Τυνησία και στην Αίγυπτο προκειμένου να συνεχίσουν την πορεία τους, η καθεμιά με τον δικό της ρυθμό. Στη Συρία δεν προβλέπεται στρατιωτική παρέμβαση όμοια με εκείνη στη Λιβύη, απαιτείται όμως η διπλωματική ανάμειξη για να μπορέσει ο λαός της χώρας να καθορίσει μόνος του το μέλλον του.
Πιο συγκεκριμένα, οι ΗΠΑ, που ασκούν σημαντική επιρροή στη Σαουδική Αραβία, πρέπει να δράσουν για να σταματήσουν οι επιθέσεις των εξτρεμιστών της χώρας εναντίον συριακών θρησκευτικών μειονοτήτων- επιθέσεις που υποκινούνται κατά βάση από την επιθυμία πρόκλησης σεκταριστικών συγκρούσεων. Ομοίως οι προσπάθειες που γίνονται για να μετριαστεί η διασπαστική επιρροή του Ιράν στην περιοχή πρέπει να συνεχιστούν, ενώ δεν πρέπει να παραγνωρίζονται οι περιφερειακές φιλοδοξίες της Τουρκίας.
Δραματικές, ξαφνικές μεταβολές θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε παρατεταμένη αποτυχία. Ευτυχώς οι Σύροι δεν έχουν τάση προς τη βία. Για αυτούς η σταδιακή και ειρηνική μεταβολή είναι η καλύτερη επιλογή. Και αυτό απαιτεί μάλιστα έναν εθνικό διάλογο, υπό την επίβλεψη της διεθνούς κοινότητας, στόχος του οποίου θα είναι η ενίσχυση της εσωτερικής ενότητας και επομένως η προστασία της χώρας από περιφερειακές παρεμβάσεις. Η κατάσταση στη Συρία περιγράφεται συνήθως, και ευλόγως βέβαια, ως περίπλοκο, πολυδιάστατο πεδίο διαπραγματεύσεων, με μια μεγάλη ποικιλία πολιτικών παικτών και ανταγωνιστικά συμφέροντα. Η προσοχή που δίνεται όμως στην απλούστατη επιθυμία του συριακού λαού για πραγματικές μεταρρυθμίσεις, μεγαλύτερη προσωπική ελευθερία και περισσότερες οικονομικές ευκαιρίες δεν αρκεί. Οι Σύροι έχουν βιώσει μια αδιάλειπτη επί 40 χρόνια δικτατορία αλλά και ακραία οικονομικά προβλήματα, συμπεριλαμβανομένων των υψηλών δεικτών ανεργίας, των αυξανόμενων τιμών στα τρόφιμα και της ενδημικής διαφθοράς. Αυτή τη στιγμή υποφέρουν επίσης από ελλείψεις σε πόσιμο νερό και περικοπές μισθών, οι οποίες αυξάνονται όσο οι πετρελαιοπηγές μειώνονται.
Με τη στήριξη της διεθνούς κοινότητας για την ανάπτυξη δημοκρατικών θεσμών και των πολιτικών υποδομών μπορούμε να χτίσουμε μια ισχυρή κοινωνία πολιτών στη Συρία που να επιβάλλει τη δική της ταυτότητα και κυριαρχία, ανεξάρτητα από αναίτιες εξωτερικές επιρροές. Μια νέα Συρία βασισμένη σε δημοκρατικές αρχές δεν θα ωφελούσε μόνο τους Σύρους αλλά θα αποτελούσε μια δύναμη για τη διασφάλιση της σταθερότητας σε όλη την περιοχή.
Ο κ.Ριμπάλ αλ Ασαντ είναι διευθυντής της Οργάνωσης για τη Δημοκρατία και την Ελευθερία στη Συρία.