Δικές μας και ξένες. Η κατάρρευση των διεθνών αγορών, μετά την αμερικανική υποβάθμιση, πυροδότησε έναν δεύτερο κύκλο ξεπουλήματος στην Αθήνα, η οποία ζει χρηματιστηριακά χαμηλά εικοσαετίας. Για τους παλιότερους, ο γενικός δείκτης του Χ.Α. σύντομα θα βρεθεί στα επίπεδα στα οποία ήταν η (πάλαι ποτέ) Σοφοκλέους την περίοδο της...κυβέρνησης Μητσοτάκη! Τι μας νοιάζει - θα πείτε - εμάς να βλέπουμε τους διάφορους μεγα-λοσχήμονες, που άρπαξαν πριν από χρόνια τα λεφτά του κοσμάκη με τις εισαγωγές των εταιρειών τους, σήμερα να εκμηδενίζονται; Δυστυχώς μας νοιάζει, για δύο λόγους:
1 Ο πρώτος αφορά τις μεγάλες εταιρείες. Δηλαδή τα κρατικά μαγαζιά και τις τράπεζες. Τα μεν πρώτα έχουν χάσει σε μία εβδομάδα τη μισή τους χρηματιστηριακή αξία (!), όπως η ΔΕΗ. Κάτι που θα διευκολύνει την κυβέρνηση, όπως θα δούμε πιο κάτω, να τα ξεπουλήσει μισοτιμής στους ξένους. Όσο για τις τράπεζες, με κεφαλαιοποιήσεις που θυμίζουν πλέον μικρομεσαίες επιχειρήσεις, θα οδηγηθούν χωρίς πολλές αντιστάσεις (ή και πεισματικές αντιρρήσεις από τις διοικήσεις, όπως συνέβαινε ώς τώρα) σε συγχωνεύσεις. Που με τη σειρά τους θα σηματοδοτήσουν εκτεταμένα προγράμματα αποχωρήσεων προσωπικού.
2 Ο δεύτερος αφορά τις μικρότερες εταιρείες. Ο εκμηδενισμός των κεφαλαιοποιήσεων μπορεί να δώσει την αφορμή για το κλείσιμο μονάδων και «ραβασάκι» με κατεύθυνση τον... ΟΑΕΔ στους εργαζόμενους. Άλλωστε οι επιχειρηματίες το χρήμα το έχουν τσεπώσει - και να είστε βέβαιοι ότι δεν το έχουν πια στις επιχειρήσεις τους. Κι αν δεν είστε βέβαιοι ότι αυτή θα είναι η εξέλιξη, πάρτε το παράδειγμα της Coca Cola 3E. Η πολύ σοβαρή αυτή εταιρεία έχασε μέσα σε μία εβδομάδα το 15% της χρηματιστηριακής της αξίας (επειδή οι επενδυτές προεξόφλησαν τις ζημιές που θα υποστεί από την αύξηση του ΦΠΑ στο 23% στα αναψυκτικά τα οποία παράγει). Η ίδια εταιρεία όλο τον περασμένο χρόνο είχε χάσει μόνο το 17% της αξίας της. Άρα «έφαγε» όλη τη ζημιά σε μία μόνο εβδομάδα.
Το πώς θα αντιδράσει είναι άγνωστο, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε τις παλαιότερες προειδοποιήσεις του μάνατζμεντ για έξοδο από την Ελλάδα. Και όλα αυτά για την εταιρεία που, βάσει αποτιμήσεων, είναι η μεγαλύτερη στη χώρα μας έχοντας ξεπεράσει τόσο την Εθνική όσο και τον ΟΠΑΠ!!!
Όλα της κρίσης δύσκολα
Πριν προχωρήσουμε, ας δούμε τι συμβαίνει «έξω» και πώς μας επηρεάζει. Ένας έμπειρος χρηματιστηριακός παράγοντας έλεγε στις αρχές της εβδομάδας πως είναι ίσως η πρώτη φορά από την αρχή της κρίσης και της εμπλοκής του ΔΝΤ στα πράγματα της χώρας που η κυβέρνηση έχει τη μικρότερη ευθύνη (αλλά πάντως... έχει) για τις αλλεπάλληλες εμπλοκές που παρουσιάζονται σχεδόν σε όλα τα ανοιχτά μέτωπα.
Από το ίδιο το πρόγραμμα μετακύλισης των ελληνικών ομολόγων μέχρι το ύψος και τους όρους του νέου δανείου, αλλά και το πολιτικοοικονομικό πλαίσιο της υπό διαμόρφωση «νέας Ευρώπης» (αν δεν το προσέξατε, αυτό συμβαίνει τις ημέρες αυτές) μέσα στην οποία θα βρεθεί η Ελλάδα, τίποτε δεν μπορεί να πάει έτσι όπως θα επιθυμούσε η κυβέρνηση. Η πρωτοφανής ένταση και σύνθεση της διεθνούς κρίσης πράγματι δεν αφήνει πολλά περιθώρια χειρισμών στην ελληνική κυβέρνηση και τον υπουργό Οικονομικών. Από τη στιγμή που το ντόμινο της κρίσης χρέους κρατών της Ε.Ε. διαχύθηκε από την αποκαλούμενη «ευρωπαϊκή περιφέρεια» στην τέταρτη (Ισπανία) και την τρίτη (Ιταλία) ισχυρότερη οικονομία της ευρωζώνης και απειλεί πλέον τη δεύτερη (Γαλλία), η Αθήνα όντως δεν μπορεί να κάνει και πολλά πράγματα. Οι προηγούμενες ευκαιρίες χάθηκαν και τώρα η κυβέρνηση προσπαθεί να σώσει ό,τι (και αν...) σώζεται.
Η νέα επικοινωνία του Παπανδρέου με τους κοινοτικούς και η υπενθύμιση του ευρωομολόγου, δεδομένου του μεγέθους κρίσης και της τραγικής διαπραγματευτικής θέσης της κυβέρνησης, ήταν... ό,τι καλύτερο μπορούσε να γίνει. Σε μία συγκυρία κατά την οποία το διάγγελμα του Αμερικανού προέδρου και η παρέμβαση της ΕΚΤ στις αγορές ομολόγων της Ιταλίας και της Ισπανίας δεν κατάφεραν να αποκαταστήσουν τη «χαμένη τιμή» των αγορών - μετά την υποβάθμιση των ΗΠΑ από την S&P -, τι να σου πει ο... Γιώργος;
Καθίσταται έτσι προφανές πως η λύση θα πρέπει να είναι άμεση, ουσιαστική και ριζοσπαστικότατη, αλλά κάτι τέτοιο, μέχρι τώρα, δεν φαίνεται. Πόσω δε μάλλον που η τελευταία κίνηση της ΕΚΤ να στηρίξει τα ιταλικά και ισπανικά ομόλογα έβρισκε αντίθετη τη Γερμανία και έναν από τους μόνιμους... υποτακτικούς της, την Ολλανδία.
Η ρωγμή στην καρδιά του συστήματος και της ΕΚΤ είναι άμεση και προφανής, με τον ρόλο του Ζαν Κλοντ Τρισέ να αμφισβητείται στην πράξη. Ωστόσο η παράλληλη κατάρρευση και του ισχυρού γερμανικού χρηματιστηριακού δείκτη DAX κατά περίπου 2.000 μονάδες (σχεδόν 25% μέσα σε έναν μήνα) αποτυπώνει ακριβώς αυτή την κατάσταση που διαμορφώνεται εντός της ευρωζώνης.
Το γερμανικό χρηματιστήριο βουλιάζει κάτω από την απειλή πως η οικονομία τους θα κληθεί να σηκώσει το μεγαλύτερο μέρος των χρηματοδοτήσεων - δανείων που θα πρέπει να καλυφθούν μέσω των Ταμείων Στήριξης. Από τη στιγμή που το πρόβλημα έχει κάνει «μετάσταση» σε Ιταλία, Ισπανία και... κλίνει προς τη Γαλλία, η Γερμανία δεν μπορεί να σηκώσει ένα βάρος εξυπηρέτησης χρέους που θα ξεπερνά συνολικά τα 2,5 τρισ. ευρώ.
Αγωνία για τη δόση
Εδώ εμπλέκεται και το πρόβλημα διαχείρισης του ελληνικού χρέους, με τον υπουργό Οικονομικών Ευάγγελο Βενιζέλο να έχει διαδοχικές επαφές με τον επικεφαλής του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου (IIF), τον πρόεδρο του Eurogroup Ζαν Κλοντ Γιούνκερ και τον αρμόδιο κοινοτικό επίτροπο Όλι Ρεν, σε μια προσπάθεια επιτάχυνσης της εφαρμογής τόσο του σχεδίου συμμετοχής των ιδιωτών όσο και των αποφάσεων της Συνόδου Κορυφής της 21ης Ιουλίου. Παράλληλα ο Βενιζέλος βρίσκεται σε ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας με τον επικεφαλής της Τράπεζας της Ελλάδος και τους Έλληνες τραπεζίτες, με καθημερινές συσκέψεις ή τηλεφωνικές επαφές, όπου εξετάζονται όλα τα ταχέως μεταβαλλόμενα δεδομένα στην παγκόσμια οικονομική σκακιέρα, αλλά και τα αμιγώς ελληνικά ζητήματα. Ειδικά για το PSI (πρόγραμμα συμμετοχής ιδιωτών) ο Βενιζέλος θεωρεί ότι θα πρέπει να έχει διευκρινιστεί η κάθε πτυχή του και να έχει υλοποιηθεί έως το τέλος Σεπτεμβρίου ή, το αργότερο, τις πρώτες μέρες του Οκτωβρίου.
Αναμφίβολα η έκταση της κρίσης ξεπερνά τις φυσιολογικές συνθήκες και τους μέχρι τώρα γνωστούς χειρισμούς. Είναι ενδεικτικό πως στις 8 Αυγούστου ο δείκτης MSCI υποχώρησε κατά 5,2% – στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Σεπτέμβριο του 2010 – ενώ οι συνολικές απώλειες (σε όρους χρηματιστηριακής αξίας και από τις 29.7) έφτασαν τα 3,4 τρισ. ευρώ . Για τη μετάφραση, το ποσό αυτό αντιστοιχεί στο ΑΕΠ της Γερμανίας. Τι κάνει η κυβέρνηση σε αυτόν τον Αρμαγεδδώνα; Πιέζει – στον βαθμό που μπορεί, ώστε να μη γίνεται και πολύ ενοχλητική – για να εξασφαλίσει μία απάντηση κυρίως από την πλευρά των Γερμανών για την επόμενη δόση του δανείου.
Όμως η επιδείνωση του κλίματος καθιστά την προσπάθεια εναγώνια και τη θετική της έκβαση πολύ δύσκολη. Δηλαδή, ενώ κάποτε ήθελε απλώς να την... ξεχάσουν, τώρα φοβάται μην ξεχάσουν τη δόση μας. Διότι, όπως έγραψε (με άλλα λόγια, αν και αυτό εννοούσε) και ο οικονομολόγος Κένεθ Ρόγκοφ, σήμερα που οι Ευρωπαίοι αντιλαμβάνονται πως έχουν και οι ίδιοι χρεοκοπήσει, με τους Έλληνες θα ασχολούνται;
Βαρύ το κλίμα...
Λογικά η ελληνική πλευρά ζητά να μην αλλάξουν οι όροι που τέθηκαν στη Σύνοδο Κορυφής της 21.7 – γνωρίζοντας πολύ καλά πως σε αντίθετη περίπτωση θα επιβαρυνθεί με επιπλέον 1,5 - 2 δισ. ευρώ στο συνολικό κόστος εξυπηρέτησης τοκοχρεολυσίων. Προσώρας το Βερολίνο και το Παρίσι, σε κατ’ αρχάς προφορική ενημέρωση, βεβαιώνουν (και) την Αθήνα πως δεν θα αλλάξουν οι όροι. Κάτι που μένει να φανεί σε ποιο βαθμό θα ισχύσει σε περίπτωση που επιβαρυνθεί κι άλλο το κλίμα στις αγορές και συνακόλουθα το ήδη βαρύ κλίμα εντός της ευρωζώνης. Η εκτίναξη του χρυσού πάνω και από τα 1.700 ευρώ και η κατακόρυφη αύξηση της ζήτησης για ελβετικά ομόλογα δείχνουν πως οι αγορές παραμένουν σε διαρκή κίνδυνο και πως τα κεφάλαια αναζητούν ασφαλέστερα επενδυτικά καταφύγια. Με την ανάλογη βέβαια τάση προς ανεξέλεγκτη κερδοσκοπία που δημιουργείται σε στιγμές κρίσης...
«Η λύση στο πρόβλημα της Αθήνας θα έρθει μέσα από μια συνολικότερη αντιμετώπισή του» σημειώνουν παράγοντες της αγοράς, που υπενθυμίζουν πως αυτή την ώρα η... μάχη διεξάγεται μεταξύ γιγάντων (ΗΠΑ, Γερμανίας, Κίνας, Ρωσίας) σε μία εμφανή αναδιάταξη ιστορικών ρόλων διεθνώς. Η Fed πρόσφατα (τον Ιούνιο) ολοκλήρωσε τον δεύτερο γύρο ποσοτικής χαλάρωσης (με ένα τεράστιο πρόγραμμα 600 δισ. δολαρίων),χωρίς ωστόσο να σημειωθούν ουσιαστικά βήματα στην πραγματική οικονομία.
Εύλογο και το ερώτημα μέχρι πότε η Fed, η ΕΚΤ, οι κυβερνήσεις της Ε.Ε. και του υπόλοιπου κόσμου θασυνεχίσουν να χρηματοδοτούν το χρηματοοικονομικό σύστημα, τις επενδυτικές τράπεζες, τους οίκους αξιολόγησης ακολουθώντας από την άλλη λανθασμένες συνταγές για την ανάκαμψη της πραγματικής οικονομίας και βουλιάζοντας διαρκώς τους εργαζόμενους σε μεγαλύτερη φτώχεια.
Διευκολύνεται το ξεπούλημα
Η απάντηση, σύμφωνα με τους ίδιους παράγοντες της αγοράς, μπορεί να δοθεί μόνο συνολικά και με ένα πλαίσιο χρηματοδότησης που θα κρατά την ελληνική οικονομία μέσα στις ροές δανεισμού, κάτι όμως που πρακτικά σημαίνει πως η Αθήνα θα συνεχίσει να ικανοποιεί τις διαρκώς «αναβαθμιζόμενες» απαιτήσεις του Βερολίνου. Σε αυτό το πλαίσιο αποκτά ιδιαίτερη σημασία η τελευταία κατάρρευση του Χρηματιστηρίου Αθηνών, με τον γενικό δείκτη να πέφτει χαμηλότερα και από τις 1.000 μονάδες, καθώς μια πολύ άμεση - και κορυφαία - συνέπεια είναι η απαξίωση επιχειρήσεων όπως, λ.χ., η ΔΕΗ. Η εξέλιξη αυτή φαίνεται να... διευκολύνει την πρόθεση της ελληνικής κυβέρνησης να εκχωρήσει εθνικό πλούτο και κρατικές (ή και κυριαρχικές) αξίες σε ευτελείς τιμές και σε χαμηλά επίπεδα των τελευταίων 15 ή και 16 χρόνων.
Το ότι η αποτίμηση της ΔΕΗ έχει συρρικνωθεί πλέον στα μόλις 1,3 δισ. ευρώ (χάνοντας περίπου μισό δισ. μέσα σε μία εβδομάδα) ενδέχεται, σύμφωνα με κύκλους της αγοράς, να διευκολύνει έναν τέτοιο χειρισμό ξεπουλήματος. Υπάρχει και το προηγούμενο του ΟΤΕ, στον οποίο οι Γερμανοί αγόρασαν το 20% του οργανισμού σε εξευτελιστικές τιμές, γεγονός που ενισχύει αυτήν τη θέση.