Την τελευταία προσπάθεια για να μην
οδηγηθεί σε λύσεις οριακής νομιμότητας κάνει η κυβέρνηση, μέσω της...
Αποκεντρωμένης Διοίκησης και του γενικού γραμματέα της Ηλία Λιακόπουλου, ο οποίος κατέθεσε προσφυγή κατά της απόφασης-κόλαφο του Ελεγκτικού Συνεδρίου που «μπλόκαρε» τον Περιφερειακό Σχεδιασμό Διαχείρισης Απορριμμάτων (ΠΕΣΔΑ) στην Αττική.
Ο κ. Λιακόπουλος στρέφεται κατά του «έννομου συμφέροντος» της ΠΟΕ-ΟΤΑ, επιχειρώντας να το αμφισβητήσει, και είναι χαρακτηριστικό πως με αυτήν της την προσπάθεια η κυβέρνηση δίνει μάχη με το χρόνο, καθώς -ακόμα και αν γίνει δεκτή η προσφυγή, δεν αναμένεται να εκδοθεί απόφαση πριν από τα τέλη Οκτωβρίου ή τις αρχές Νοεμβρίου.
Πιο συγκεκριμένα, η Αποκεντρωμένη Διοίκηση Αττικής στηριζόμενη σε διάταξη της παραγράφου 7 του άρθρου 19 του ΠΔ 774/1980 «Οργανισμός Ελεγκτικού Συνεδρίου» (Α’ 189), σύμφωνα με την οποία «αιτήσεις ανακλήσεων των Πράξεων των Κλιμακίων σε περίπτωση πλάνης περί τα πράγματα ή το νόμο υποβάλλονται στη γραμματεία του αρμόδιου τμήματος από αυτόν που έχει σπουδαίο έννομο συμφέρον προς τούτο ή από το Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας χάριν του δημόσιου συμφέροντος, μέσα σε 15 ημέρες από την κοινοποίηση της Πράξεως του Κλιμακίου στον οικείο φορέα και στο Γενικό Επίτροπο», σημειώνει στην προσφυγή της:
«Η αίτηση ανάκλησης της ΠΟΕ-ΟΤΑ έπρεπε να απορριφθεί ως απαραδέκτως ασκηθείσα, ελλείψει εννόμου συμφέροντος», καθώς το Ελεγκτικό Συνέδριο «εσφαλμένα και κατά παράβαση του Νόμου και της Νομολογίας των Ελληνικών Δικαστηρίων αλλά και του Ελεγκτικού Συνεδρίου δέχθηκε το έννομο συμφέρον της ΠΟΕ-ΟΤΑ.
Συγκεκριμένα, η Ομοσπονδία Εργαζομένων δεν έχει ούτε προσωπικό ούτε έννομο συμφέρον το οποίο απαιτεί η εν λόγω διάταξη.
Η χρήση του όρου «σπουδαίο έννομο συμφέρον» οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αυτό πρέπει να κρίνεται συσταλτικά και να μην επιτρέπεται σε κάθε τρίτο να παρεμβαίνει σε δίκες, που αφορούν στη νομιμότητα μιας σύμβασης».
Η Αποκεντρωμένη Διοίκηση Αττικής, προκειμένου να στηρίξει αυτό το επιχείρημά της, φέρει ως παράδειγμα τις πράξεις της απαλλοτρίωσης και αναφέρει πως «σύμφωνα με τη Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, έννομο συμφέρον για την άσκηση αίτησης ακύρωσης κατά πράξης κήρυξης απαλλοτρίωσης, ακόμα και σε έργα μείζονος σημασίας για το περιβάλλον, έχουν μόνον εκείνοι που επικαλούνται ότι είναι ιδιοκτήτες των εκτάσεων που απαλλοτριώνονται και όχι, και όχι ο ΟΤΑ στα διοικητικά όρια του οποίου βρίσκεται το έργο».
Επίσης, ο κ. Λιακόπουλος σημειώνει ότι η προσφυγή της ΠΟΕ-ΟΤΑ έπρεπε να απορριφθεί και για έναν ακόμη λόγο: ελλείψει πληρεξουσιότητας για την άσκησή της.
Και εξηγεί: «Εκ παραλλήλου, η αίτηση ανάκλησης θα έπρεπε να απορριφθεί, καθώς υπογράφεται από τον πρόεδρο της ΠΟΕ-ΟΤΑ και εγχειρίσθηκε στο Δικαστήριο σας από τρίτο, μη εξουσιοδοτημένο πρόσωπο, κατά παράβαση των διατάξεων περί συλλογικών οργάνων.
Εν προκειμένω, τόσο κατά την άσκηση της αιτήσεως ανακλήσεως, όσο και κατά τη συζήτηση αυτής, δεν προσκομίσθηκε απόφαση συλλογικού οργάνου της ΠΟΕ-ΟΤΑ για την άσκηση και εγχείρηση του ένδικου βοηθήματος της αιτήσεως ανακλήσεως».
Επίσης, στην προσφυγή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης γίνεται αναφορά και στο ζήτημα του χρονοδιαγράμματος για τον ΠΟΣΔΑ Αττικής και τον ενδεικτικό προϋπολογισμό, σημειώνοντας πως το Ελεγκτικό Συνέδριο έσφαλε και πρέπει να αναθεωρήσει, καθώς:
«Στην προγραμματική σύμβαση αναφέρεται ο ενδεικτικός προϋπολογισμός διά την κατασκευή των έργων. Η αναφορά αυτή ήταν επαρκής, αφού ο τελικός προϋπολογισμός των έργων θα προέκυπτε από την ολοκλήρωση των τευχών δημοπρατήσεως.
Ομοίως, και το χρονοδιάγραμμα εκτελέσεως των έργων, που συμπτίπτει με τα χρονικά όρια της προγραμματικής συμβάσεως (διάρκεια) είναι επαρκές, καθώς αναφέρεται στο σχέδιο της προγραμματικής συμβάσεως.
Τα τελικά-αναλυτικά χρονοδιαγράμματα θα αποτελέσουν αντικείμενο τευχών δημοπρατήσεων, ως ανωτέρω, των διακηρύξεων των διαγωνισμών και των συμβάσεων, οι οποίες θα συναφθούν με τους Αναδόχους των έργων».
Αποκεντρωμένης Διοίκησης και του γενικού γραμματέα της Ηλία Λιακόπουλου, ο οποίος κατέθεσε προσφυγή κατά της απόφασης-κόλαφο του Ελεγκτικού Συνεδρίου που «μπλόκαρε» τον Περιφερειακό Σχεδιασμό Διαχείρισης Απορριμμάτων (ΠΕΣΔΑ) στην Αττική.
Ο κ. Λιακόπουλος στρέφεται κατά του «έννομου συμφέροντος» της ΠΟΕ-ΟΤΑ, επιχειρώντας να το αμφισβητήσει, και είναι χαρακτηριστικό πως με αυτήν της την προσπάθεια η κυβέρνηση δίνει μάχη με το χρόνο, καθώς -ακόμα και αν γίνει δεκτή η προσφυγή, δεν αναμένεται να εκδοθεί απόφαση πριν από τα τέλη Οκτωβρίου ή τις αρχές Νοεμβρίου.
Πιο συγκεκριμένα, η Αποκεντρωμένη Διοίκηση Αττικής στηριζόμενη σε διάταξη της παραγράφου 7 του άρθρου 19 του ΠΔ 774/1980 «Οργανισμός Ελεγκτικού Συνεδρίου» (Α’ 189), σύμφωνα με την οποία «αιτήσεις ανακλήσεων των Πράξεων των Κλιμακίων σε περίπτωση πλάνης περί τα πράγματα ή το νόμο υποβάλλονται στη γραμματεία του αρμόδιου τμήματος από αυτόν που έχει σπουδαίο έννομο συμφέρον προς τούτο ή από το Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας χάριν του δημόσιου συμφέροντος, μέσα σε 15 ημέρες από την κοινοποίηση της Πράξεως του Κλιμακίου στον οικείο φορέα και στο Γενικό Επίτροπο», σημειώνει στην προσφυγή της:
«Η αίτηση ανάκλησης της ΠΟΕ-ΟΤΑ έπρεπε να απορριφθεί ως απαραδέκτως ασκηθείσα, ελλείψει εννόμου συμφέροντος», καθώς το Ελεγκτικό Συνέδριο «εσφαλμένα και κατά παράβαση του Νόμου και της Νομολογίας των Ελληνικών Δικαστηρίων αλλά και του Ελεγκτικού Συνεδρίου δέχθηκε το έννομο συμφέρον της ΠΟΕ-ΟΤΑ.
Συγκεκριμένα, η Ομοσπονδία Εργαζομένων δεν έχει ούτε προσωπικό ούτε έννομο συμφέρον το οποίο απαιτεί η εν λόγω διάταξη.
Η χρήση του όρου «σπουδαίο έννομο συμφέρον» οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αυτό πρέπει να κρίνεται συσταλτικά και να μην επιτρέπεται σε κάθε τρίτο να παρεμβαίνει σε δίκες, που αφορούν στη νομιμότητα μιας σύμβασης».
Η Αποκεντρωμένη Διοίκηση Αττικής, προκειμένου να στηρίξει αυτό το επιχείρημά της, φέρει ως παράδειγμα τις πράξεις της απαλλοτρίωσης και αναφέρει πως «σύμφωνα με τη Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, έννομο συμφέρον για την άσκηση αίτησης ακύρωσης κατά πράξης κήρυξης απαλλοτρίωσης, ακόμα και σε έργα μείζονος σημασίας για το περιβάλλον, έχουν μόνον εκείνοι που επικαλούνται ότι είναι ιδιοκτήτες των εκτάσεων που απαλλοτριώνονται και όχι, και όχι ο ΟΤΑ στα διοικητικά όρια του οποίου βρίσκεται το έργο».
Επίσης, ο κ. Λιακόπουλος σημειώνει ότι η προσφυγή της ΠΟΕ-ΟΤΑ έπρεπε να απορριφθεί και για έναν ακόμη λόγο: ελλείψει πληρεξουσιότητας για την άσκησή της.
Και εξηγεί: «Εκ παραλλήλου, η αίτηση ανάκλησης θα έπρεπε να απορριφθεί, καθώς υπογράφεται από τον πρόεδρο της ΠΟΕ-ΟΤΑ και εγχειρίσθηκε στο Δικαστήριο σας από τρίτο, μη εξουσιοδοτημένο πρόσωπο, κατά παράβαση των διατάξεων περί συλλογικών οργάνων.
Εν προκειμένω, τόσο κατά την άσκηση της αιτήσεως ανακλήσεως, όσο και κατά τη συζήτηση αυτής, δεν προσκομίσθηκε απόφαση συλλογικού οργάνου της ΠΟΕ-ΟΤΑ για την άσκηση και εγχείρηση του ένδικου βοηθήματος της αιτήσεως ανακλήσεως».
Επίσης, στην προσφυγή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης γίνεται αναφορά και στο ζήτημα του χρονοδιαγράμματος για τον ΠΟΣΔΑ Αττικής και τον ενδεικτικό προϋπολογισμό, σημειώνοντας πως το Ελεγκτικό Συνέδριο έσφαλε και πρέπει να αναθεωρήσει, καθώς:
«Στην προγραμματική σύμβαση αναφέρεται ο ενδεικτικός προϋπολογισμός διά την κατασκευή των έργων. Η αναφορά αυτή ήταν επαρκής, αφού ο τελικός προϋπολογισμός των έργων θα προέκυπτε από την ολοκλήρωση των τευχών δημοπρατήσεως.
Ομοίως, και το χρονοδιάγραμμα εκτελέσεως των έργων, που συμπτίπτει με τα χρονικά όρια της προγραμματικής συμβάσεως (διάρκεια) είναι επαρκές, καθώς αναφέρεται στο σχέδιο της προγραμματικής συμβάσεως.
Τα τελικά-αναλυτικά χρονοδιαγράμματα θα αποτελέσουν αντικείμενο τευχών δημοπρατήσεων, ως ανωτέρω, των διακηρύξεων των διαγωνισμών και των συμβάσεων, οι οποίες θα συναφθούν με τους Αναδόχους των έργων».