Ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμος έθεσε ορισμένα προβλήματα που αντιμετωπίζει η κοινωνία μας στη Διαρκή Ιερά Σύνοδο, απαντώντας σε επιστολή της, με την οποία ζητούσε οι Μητροπολίτες να είναι προσεκτικοί όταν ομιλούν δημόσια, για να μην την φέρνουν σε δύσκολη θέση. Ο κ. Άνθιμος σωστά επισημαίνει ότι τρεις ή, το πολύ, τέσσερις Μητροπολίτες είναι αυτοί που μιλάνε δημόσια τα τελευταία 3,5 χρόνια. Από αυτούς μπορεί να πει κανείς ότι μόνον εκείνος εκφράζει την άποψη μεγάλου μέρους των Ελλήνων, αν και ορισμένες φορές, από την αγάπη του προς την Ορθοδοξία και την Ελλάδα, οδηγείται σε υπερβολές, τις οποίες εκμεταλλεύονται οι εχθροί της Εκκλησίας. Αλλά το ζήτημα δεν είναι τόσο το τί λένε οι 3-4 Μητροπολίτες, αλλά γιατί οι υπόλοιποι 79 δεν μιλάνε. Γιατί οι 79 δέχονται με τόση παθητικότητα το γκρέμισμα των αξιών του Γένους, από τις οποίες μόνο κάποια υπολείμματα σήμερα απομένουν; Θα αναφέρουμε ένα πρόσφατο παράδειγμα, που δείχνει τον τρόπο που αντιμετωπίζονται ύψιστα ζητήματα για τον άνθρωπο - πρόσωπο.
Η κυβέρνηση Γ.Α. Παπανδρέου ψήφισε Νόμο, με τον οποίο πέρασε την εικαζόμενη συναίνεση στην περίπτωση των μεταμοσχεύσεων. Δηλαδή, με άλλα λόγια, παθαίνει ένας νέος ένα ατύχημα, οδηγείται στο νοσοκομείο, εκεί αποφασίζεται ότι είναι κλινικά νεκρός και, χωρίς να έχει δηλώσει ότι επιθυμεί να είναι δότης οργάνων και χωρίς την άδεια των συγγενών του, λεηλατούνται τα καίρια όργανα του ( καρδιά, ήπαρ, νεφροί, μάτια) και ακούσια αποδεκατισμένος παραδίδεται προς ταφή. Η αντίδραση της Εκκλησίας ήταν εξαιρετικά χλιαρή. Καμία φωνή, μόνο ανακοινώσεις και αποχώρηση του εκπροσώπου της από τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων....
Παρά ταύτα ο Υπουργός Υγείας επισκέφθηκε πρόσφατα τον Αρχιεπίσκοπο, επιχειρώντας να αποκτήσει τη συναίνεση της Εκκλησίας, αν είναι δυνατό. Η πρώτη ανακοίνωση για τη συνάντηση ήταν δυο σειρές και αναφαιρόταν μόνο στην επίσκεψη και πως είχε ως θέμα την εικαζόμενη συναίνεση. Προφανώς αυτή η συσκότιση δεν ικανοποίησε τους υπηρεσιακούς παράγοντες της Εκκλησίας και του Υπουργείου Υγείας και υπήρξαν διαρροές. Σε μία από αυτές και χωρίς να διαψευσθεί εγράφη η εξής, εντός εισαγωγικών, δήλωση του Αρχιεπισκόπου: « Η Εκκλησία είναι επιφυλακτική στο θέμα της εικαζόμενης συναίνεσης, είναι ένα θέμα που πιθανόν να δημιουργήσει προβλήματα άλλων μορφών, όπως ιδιοτέλειες σκοπιμοτήτων. Ωστόσο όμως η διαφωνία δεν εμποδίζει να συνεργαστούμε, να δούμε ποιά είναι η σκέψη που μπορεί να μας βοηθήσει».
Η εκφρασθείσα άποψη ότι « η Εκκλησία είναι επιφυλακτική» και η θέση του κ. Ιερωνύμου πως «η διαφωνία με την Πολιτεία δεν εμποδίζει να συνεργαστούμε» αποδυναμώνει τις Αρχές της Εκκλησίας, που δεν τίθενται προς συζήτηση σε οποιαδήποτε περίπτωση. Τέτοιες είναι η ελευθερία και η αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Μητροπολίτης μας είπε ότι η άποψη του Αρχιεπισκόπου δεν δεσμεύει τις αποφάσεις της Εκκλησίας και πως αυτές για σοβαρά ζητήματα λαμβάνονται εν Συνόδω.
Όμως υπάρχει το επικοινωνιακό ζήτημα και εκεί εμφανίζεται η Εκκλησία ότι, για το συγκεκριμένο ζήτημα, δια μέσου του Προκαθημένου Της αναζητεί σημείο συνεννόησης με την Πολιτεία και ότι συζητά και διαπραγματεύεται τις Αρχές Της. Ο κ. Άνθιμος θέτει τα ακόλουθα ζητήματα στα οποία δοκιμάζεται, ως σε καμίνι, η γνησιότητα της πίστης της ποιμαίνουσας Εκκλησίας και του λαού:
- Η άμβλυνση της ψυχολογίας του λαού, που παθητικά δέχεται τη διάβρωση της ψυχής του.
- Η διαφώτιση του λαού εκ μέρους της ποιμαίνουσας Εκκλησίας.
- Η προώθηση της κάρτας του πολίτου, χωρίς επαρκή στοιχεία, ότι δεν θα είναι μέρος της μετατροπής των πολιτών σε αριθμούς.
- Η απομάκρυνση της νεολαίας από την Εκκλησία.
- Η πολιτική κηδεία και η καύση των νεκρών.
- Τα εθνικά ζητήματα, και
- Το μεταναστευτικό.
Θέτει κι ένα εσωτερικό ζήτημα της διοικούσης Εκκλησίας, όπως είναι το έργο και η διαχείριση της Αποστολικής Διακονίας, που έχει καταλήξει σήμερα να είναι, όπως γράφει ο κ. Άνθιμος, ένας ελλειμματικός εκδοτικός οργανισμός.
Σωστά είναι τα ζητήματα που θέτει ο κ. Άνθιμος. Όμως ο λαός δεν περιμένει πλέον διαπιστώσεις, περιμένει προτάσεις και παραδείγματα. Στα ζητήματα λοιπόν που σωστά θέτει ο Σεβ. Θεσσαλονίκης καλόν είναι να προσθέσει πώς ο ίδιος αντιμετωπίζει στη Μητρόπολη του τα ζητήματα αυτά και ποιές είναι οι προτάσεις του. Βεβαίως τα μείζονα ζητήματα απαιτούν φωνή στεντορεία από το κέντρο, από τη Σύνοδο, από τον Αρχιεπίσκοπο και αυτά δεν υπάρχουν. Και εδώ θα δοκιμαστεί η ΔΙΣ υπό τη νέα της σύνθεση.
Και γιατί ο κ. Άνθιμος δεν διαμαρτυρήθηκε για τη θεματολογία της προσεχούς Ιεραρχίας, αφού δεν συζητείται κανένα από τα θέματα που θέτει; Γιατί δεν φωνάζει με όση δύναμη διαθέτει: « Όχι άλλες διαλέξεις στην Ιεραρχία! Πράξεις μας χρειάζονται, ζέουσα πίστη και πνεύμα όχι καθησυχασμού, αλλά ιεραποστολής». Τί μπορεί να πει σήμερα για τον γάμο, για τη συζυγία, για την οικογένεια και για την ανατροφή των παιδιών ένας άγαμος κληρικός, που δεν βιώνει την πραγματικότητα αυτή, αλλά την μαθαίνει μόνο περιγραφικά, από τους προσερχόμενους στην εξομολόγηση, από τα βιβλία και τα περιοδικά;
Το ζήτημα δεν είναι λοιπόν η περιγραφή προβλημάτων και αποφάσεις που παραπέμπονται στις Συνοδικές Επιτροπές, από τις οποίες τίποτε πρακτικό δεν προκύπτει, αλλά πώς μιλά η Εκκλησία στις καρδιές των ανθρώπων και ιδιαίτερα των νέων, πώς οι κληρικοί και οι λαϊκοί θα ξεφύγουμε από το λήθαργο, τη μοιρολατρία και την αδιαφορία που μας έχει καταλάβει. Πώς δηλαδή θα ενεργοποιηθεί η μικρά ζύμη. Ας τολμήσει η ΔΙΣ την αλλαγή του εκκλησιαστικού τοπίου με μιαν εύκολη αρχή. Ας ζωογονήσει το πεθαμένο εκκλησιαστικό ρεπορτάζ. Ας ανοίξει τις πόρτες της και πάλι στην ενημέρωση του λαού, ας υπάρξει διαφάνεια στο τί συμβαίνει πίσω από την πόρτα της αίθουσας συνεδριάσεως της, ποιοί οι προβληματισμοί της, ποιά τα προς συζήτηση θέματα, ποιά η διαχείριση των οικονομικών της. Και αυτά όχι γενικόλογα, που δίνουν την αίσθηση της κοροϊδίας και κάνουν τους δημοσιογράφους και την κοινή γνώμη αδιάφορους, αλλά με λεπτομέρειες και ακρίβεια.
Η ΔΙΣ είναι το μόνο δημόσιο συλλογικό όργανο που οι ενέργειες του καλύπτονται από παντελή έλλειψη πληροφόρησης. Αυτό εύκολα το διαπιστώνει κανείς από το ότι στα εναπομένοντα εκκλησιαστικά ΜΜΕ καταχωρούνται σχεδόν αποκλειστικά δελτία Τύπου και ενημερωτικά κείμενα, πάντοτε θετικά σε όσους αναφέρονται. Αν κάποιος δεν ζει στην Ελλάδα, δεν έχει εκκλησιαστική εμπειρία και διαβάζει μόνο τα εκκλησιαστικά ΜΜΕ ασφαλώς έχει την ψευδαίσθηση ενός θρησκευόμενου ελληνικού λαού, με υπερδραστήριους ιεραποστολικά κληρικούς. Ας τολμήσει η ΔΙΣ να αποκτήσει φωνή. Τα κείμενα και οι συμβολικές ενέργειες δεν αρκούν. Δεν γίνεται έτσι ο ευαγγελισμός του λαού. Αλίμονο αν ο Παύλος μόνο έγραφε και δεν μιλούσε με τους ανθρώπους χωρίς να υπολογίζει ταλαιπωρίες και βάσανα.
Η αίσθηση πως στη ΔΙΣ υπάρχουν Μητροπολίτες με ιεραποστολική συνείδηση και με αίσθημα ευθύνης έναντι της Εκκλησίας ως συνόλου δημιουργεί μια συγκρατημένη αισιοδοξία πως, αν το θελήσουν, μπορούν να δημιουργήσουν μια νέα κατάσταση στην Εκκλησία.
http://www.amen.gr/