Συγκεκριμένα, ο κ. Βενιζέλος δήλωσε τα ακόλουθα:
«Λυπάμαι που η Ελευθεροτυπία αδυνατεί να αντιληφθεί τη διαφορά μίας τράπεζας, όπως η Proton Βank και συγκεκριμένων φυσικών προσώπων που ελέγχονται για την τέλεση παράνομων πράξεων.
Μέριμνα και ευθύνη του Υπουργείου Οικονομικών , όπως και της Τράπεζας της Ελλάδος, είναι η σταθερότητα και ασφάλεια του τραπεζικού συστήματος. Η δήλωσή μου ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι απολύτως ασφαλές, έχει πολύ πρακτικό περιεχόμενο για τους καταθέτες και γενικά για τους συναλλασσόμενους με τις τράπεζες.
Στο πλαίσιο αυτό, σε συνεννόηση με την Τράπεζα της Ελλάδος, τη διοίκηση των έξι μεγαλύτερων ελληνικών τραπεζών και το Συμβούλιο Συστημικής Ευστάθειας (στο οποίο μετέχουν μεταξύ άλλων ο Διοικητής και ο αρμόδιος Υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και ο Πρόεδρος του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας) αποφασίστηκε να διατηρήσουν, τόσο το Δημόσιο όσο και οι άλλες τράπεζες, τα επίπεδα καταθέσεών τους στην Proton. Aυτό έγινε τόσο πριν όσο και μετά τη δημοσιοποίηση του πορίσματος της Τράπεζας της Ελλάδος και της Αρχής Διαφάνειας για πράξεις που αφορούν φυσικά πρόσωπα και όχι το νομικό πρόσωπο της τράπεζας καθεαυτό.
Ιδιαίτερα δε, πρέπει να σκεφθεί κανείς τη συγκυρία της 14ης Ιουλίου στην οποία αποφασίστηκε να διατηρηθούν οι καταθέσεις του ελληνικού Δημοσίου, καθώς επρόκειτο για την περίοδο ανακοίνωσης των stress test για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα και βρισκόμασταν στην διαπραγμάτευση για τη διεθνή συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στο πρόγραμμα μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του ελληνικού δημοσίου χρέους. Νομίζω ότι δεν είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς μεταξύ των μειζόνων και των ελασσόνων προκειμένου να κατανοήσει σε ποιες ενέργειες πρέπει να προβαίνει το ελληνικό Δημόσιο και το εποπτικό σύστημα σε τέτοιες περιπτώσεις.
Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι από το 2008 και μετά, το ελληνικό Δημόσιο έχει χορηγήσει στην Proton, με βάση τα μεγέθη της, κεφαλαιακές ενισχύσεις και εγγυήσεις που υπερβαίνουν τα 300 εκ. ευρώ. Τέτοιες ενισχύσεις, ανάλογα με το μέγεθός τους, έχουν χορηγηθεί σε όλες σχεδόν τις τράπεζες την ίδια περίοδο.
Είναι συνεπώς αναγκαίο, για την προστασία των συμφερόντων του Δημοσίου να διασφαλιστεί η ομαλή, απρόσκοπτη και ασφαλής λειτουργία της τράπεζας, ανεξαρτήτως μετοχικής σύνθεσης, διοίκησης και φυσικών προσώπων που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με αυτήν. Αυτή η στάση του Δημοσίου και των ελεγκτικών αρχών είναι ένα μήνυμα σταθερότητας και ασφάλειας προς το καταθετικό και επενδυτικό κοινό, ιδίως στην παρούσα κρίσιμη συγκυρία».