παγκόσμια οικονομία. 3 χρόνια μετά, η χειρότερη παγκόσµια οικονοµική κρίση µετά το κραχ του ´29 εξακολουθεί να µαίνεται
Το ερώτημα σήμερα, κάτι παραπάνω από εύλογο: άλλαξε κάτι τα τρία τελευταία αυτά χρόνια; Έγινε το πάθημα μάθημα για τις τράπεζες ή όχι;
Πριν από περίπου έναν χρόνο η Γερμανία εμφανιζόταν ως ο σκληροπυρηνικός ρυθμιστής των αγορών, απαγορεύοντας τις ακάλυπτες ανοικτές πωλήσεις αλλά και επιβάλλοντας σε ευρωπαϊκό επίπεδο την απαγόρευση πώλησης συγκεκριμένων ασφάλιστρων κινδύνου κρατικών ομολόγων, των γνωστών πλέον CDS. H κίνηση αυτή δεν αποδεικνύεται ιδιαίτερα χρήσιμη, υποστηρίζει ο καθηγητής Τόμας Χάιντορν, από το Frankfurt School of Finance καθώς «τόσο η ΕΚΤ όσο και η Μπούντεσμπανκ έχουν διαπιστώσει σε έρευνές τους ότι στα πλαίσια αυτά δεν υπάρχουν κερδοσκοπικές συναρτήσεις. Αυτό όμως δεν αλλάζει τίποτε στο ότι πρόκειται για ένα κακό προϊόν».
Τρία χρόνια μετά δεν έχει επιτευχθεί ο στόχος μιας νέας παγκόσμιας οικονομικής αρχιτεκτονικής, υποστηρίζει ο Κλέμενς Φουστ από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Μπορεί η Συνθήκη Βασιλεία ΙΙΙ να κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, «καθώς έχει γίνει πιο αυστηρό το πλαίσιο περί ιδίων κεφαλαίων, ενώ έχει υποβαθμιστεί και η σημασία της αξιολόγησης κινδύνων. Ωστόσο η Βασιλεία ΙΙΙ δεν είναι επαρκής, πιστεύω ότι θα πρέπει να γίνουν κι άλλα βήματα».
Υπέρ ακόμη μεγαλύτερων ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών τάσσεται και ο Τόμας Χάιντορν, διερωτάται ωστόσο, «από πού θα έρθουν αυτά τα κεφάλαια στην παρούσα φάση;»
Γιατί να κατέχουν τόσα ομόλογα οι τράπεζες;
Εύλογο το ερώτημα εάν αναλογιστεί κανείς, ότι στο διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ τέλη Ιουλίου και τέλη Αυγούστου, διεγράφη σχεδόν το 1/5 των παγκόσμιων μετοχικών αποθεμάτων. Οι ευρωπαϊκές τραπεζικές μετοχές έχασαν κατά μέσο όρο το 1/3 της αξίας τους. Το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης φέρουν οι υπερχρεωμένες χώρες, τα ομόλογα των οποίων έχουν περάσει στα βιβλία των τραπεζών. Η αλληλεξάρτηση κρατών και τραπεζών είναι σήμερα το μεγαλύτερο πρόβλημα, εκτιμά ο κ. Φουστ:
«Θα πρέπει να φτάσουμε σε σημείο που οι τράπεζες θα κατέχουν πολύ λιγότερα κρατικά ομόλογα. Δεν υπάρχει λόγος να έχουν τόσα πολλά. Αυτό μπορούν να το αναλάβουν ασφαλιστικές ή συνταξιοδοτικά ταμεία. Το πλεονέκτημα είναι ότι εάν οι τελευταίοι σημειώσουν απώλειες στα ομόλογα που κατέχουν, αυτό δεν έχει αμέσως συστημικές συνέπειες».
Κλίμα δυσπιστίας
Στην παρούσα φάση το κλίμα είναι ιδιαίτερα βαρύ. Το μέλλον πολλών τραπεζών εξαρτάται άμεσα από την πορεία της κρίσης χρέους. Το εντεινόμενο κλίμα δυσπιστίας οδηγεί τις τράπεζες στο να «παρκάρουν» την πλεονάζουσα ρευστότητά τους στην ΕΚΤ, παρά να δανείζουν η μια στην άλλη. Ξυπνά αυτό μνήμες Lehman Brothers; Όχι απαντά ο Τόμας Χάιντορν καθώς «δόξα τω Θεώ δεν έχουμε στην παρούσα φάση φούσκα των subprime στην αγορά. Εάν επιτευχθεί μια συνετή πολιτική λύση της κρίσης χρέους, τότε οι τράπεζες δεν θα αντιμετωπίσουν πρόβλημα».
Επ΄ αυτού ωστόσο υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες το τελευταίο διάστημα. Και σε περίπτωση που κινδυνεύσουν και πάλι τράπεζες, θα πρέπει να παρέμβουν εκ νέου οι κυβερνήσεις για να τις σώσουν. Νέα δάνεια, ακόμη μεγαλύτερη αύξηση του χρέους και νέα επιδείνωση της παγκόσμιας οικονομίας; «Οι μεταρρυθμίσεις που δεν έγιναν ποτέ σε συνδυασμό με την αύξηση του χρέους οδήγησαν τα κράτη σε αυτή την ευάλωτη θέση», υποστηρίζει ο κ. Φουστ. Γι΄ αυτό δεν θα πρέπει να κατηγορούμε μόνον τις τράπεζες εάν επέλθει και νέα ύφεση (αναδημοσίευση από DW)…
www.greekfinanceforum.com
Πριν από περίπου έναν χρόνο η Γερμανία εμφανιζόταν ως ο σκληροπυρηνικός ρυθμιστής των αγορών, απαγορεύοντας τις ακάλυπτες ανοικτές πωλήσεις αλλά και επιβάλλοντας σε ευρωπαϊκό επίπεδο την απαγόρευση πώλησης συγκεκριμένων ασφάλιστρων κινδύνου κρατικών ομολόγων, των γνωστών πλέον CDS. H κίνηση αυτή δεν αποδεικνύεται ιδιαίτερα χρήσιμη, υποστηρίζει ο καθηγητής Τόμας Χάιντορν, από το Frankfurt School of Finance καθώς «τόσο η ΕΚΤ όσο και η Μπούντεσμπανκ έχουν διαπιστώσει σε έρευνές τους ότι στα πλαίσια αυτά δεν υπάρχουν κερδοσκοπικές συναρτήσεις. Αυτό όμως δεν αλλάζει τίποτε στο ότι πρόκειται για ένα κακό προϊόν».
Τρία χρόνια μετά δεν έχει επιτευχθεί ο στόχος μιας νέας παγκόσμιας οικονομικής αρχιτεκτονικής, υποστηρίζει ο Κλέμενς Φουστ από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Μπορεί η Συνθήκη Βασιλεία ΙΙΙ να κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, «καθώς έχει γίνει πιο αυστηρό το πλαίσιο περί ιδίων κεφαλαίων, ενώ έχει υποβαθμιστεί και η σημασία της αξιολόγησης κινδύνων. Ωστόσο η Βασιλεία ΙΙΙ δεν είναι επαρκής, πιστεύω ότι θα πρέπει να γίνουν κι άλλα βήματα».
Υπέρ ακόμη μεγαλύτερων ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών τάσσεται και ο Τόμας Χάιντορν, διερωτάται ωστόσο, «από πού θα έρθουν αυτά τα κεφάλαια στην παρούσα φάση;»
Γιατί να κατέχουν τόσα ομόλογα οι τράπεζες;
Εύλογο το ερώτημα εάν αναλογιστεί κανείς, ότι στο διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ τέλη Ιουλίου και τέλη Αυγούστου, διεγράφη σχεδόν το 1/5 των παγκόσμιων μετοχικών αποθεμάτων. Οι ευρωπαϊκές τραπεζικές μετοχές έχασαν κατά μέσο όρο το 1/3 της αξίας τους. Το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης φέρουν οι υπερχρεωμένες χώρες, τα ομόλογα των οποίων έχουν περάσει στα βιβλία των τραπεζών. Η αλληλεξάρτηση κρατών και τραπεζών είναι σήμερα το μεγαλύτερο πρόβλημα, εκτιμά ο κ. Φουστ:
«Θα πρέπει να φτάσουμε σε σημείο που οι τράπεζες θα κατέχουν πολύ λιγότερα κρατικά ομόλογα. Δεν υπάρχει λόγος να έχουν τόσα πολλά. Αυτό μπορούν να το αναλάβουν ασφαλιστικές ή συνταξιοδοτικά ταμεία. Το πλεονέκτημα είναι ότι εάν οι τελευταίοι σημειώσουν απώλειες στα ομόλογα που κατέχουν, αυτό δεν έχει αμέσως συστημικές συνέπειες».
Κλίμα δυσπιστίας
Στην παρούσα φάση το κλίμα είναι ιδιαίτερα βαρύ. Το μέλλον πολλών τραπεζών εξαρτάται άμεσα από την πορεία της κρίσης χρέους. Το εντεινόμενο κλίμα δυσπιστίας οδηγεί τις τράπεζες στο να «παρκάρουν» την πλεονάζουσα ρευστότητά τους στην ΕΚΤ, παρά να δανείζουν η μια στην άλλη. Ξυπνά αυτό μνήμες Lehman Brothers; Όχι απαντά ο Τόμας Χάιντορν καθώς «δόξα τω Θεώ δεν έχουμε στην παρούσα φάση φούσκα των subprime στην αγορά. Εάν επιτευχθεί μια συνετή πολιτική λύση της κρίσης χρέους, τότε οι τράπεζες δεν θα αντιμετωπίσουν πρόβλημα».
Επ΄ αυτού ωστόσο υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες το τελευταίο διάστημα. Και σε περίπτωση που κινδυνεύσουν και πάλι τράπεζες, θα πρέπει να παρέμβουν εκ νέου οι κυβερνήσεις για να τις σώσουν. Νέα δάνεια, ακόμη μεγαλύτερη αύξηση του χρέους και νέα επιδείνωση της παγκόσμιας οικονομίας; «Οι μεταρρυθμίσεις που δεν έγιναν ποτέ σε συνδυασμό με την αύξηση του χρέους οδήγησαν τα κράτη σε αυτή την ευάλωτη θέση», υποστηρίζει ο κ. Φουστ. Γι΄ αυτό δεν θα πρέπει να κατηγορούμε μόνον τις τράπεζες εάν επέλθει και νέα ύφεση (αναδημοσίευση από DW)…
www.greekfinanceforum.com