«Στις 19.7.2011 τα ενεργούμενα της πολιτικής και οικονομικής ελίτ τίμησαν την πάγια θέση τους στεκόμενοι ως λόγχη προστασίας για τους θεσμικούς τους προϊσταμένους.
130 χρόνια συνολικής ποινής για τρεις εκρήξεις, χωρίς στοιχεία, μάρτυρες, φυσικούς αυτουργούς. Σοκαρισμένοι γονείς, φίλοι, δημοσιογράφοι, ποινικολόγοι, διανοούμενοι ακόμα και κομματικοί παράγοντες. Για όσους διατηρούσαν ψευδαισθήσεις, τα δημοκρατικά αναχώματα, η έννοια της “δικαιοσύνης”, τα προσχήματα και οι ισορροπίες χάθηκαν.
Το γεγονός ότι η ποινή αυτή δεν μου προκάλεσε την ίδια έκπληξη δεν σημαίνει ότι δεν θα τοποθετηθώ για τους λόγους που οδήγησαν σ’ αυτήν. Μια δίκη που, παρ’ ότι από την αρχή της δεν αναγνωρίστηκε από το καθεστώς ως πολιτική, ήταν ξεκάθαρο πως τόσο η διαδικασία όσο και η απόφαση θα κρίνονταν αποκλειστικά απ’ αυτό. Μια πιλοτική δίκη με ξεκάθαρο μήνυμα σε όσους αντιστέκονται. Μια παραδειγματική δίκη για όσους σε πείσμα των καιρών δεν σκύβουν το κεφάλι. Ένα σημείο αναφοράς αλλά και συνέχεια της ευρύτερης κατασταλτικής πολιτικής.
Βιώνουμε έναν καπιταλιστικό ολοκληρωτισμό που διαρκώς φασιστικοποιείται απροσχημάτιστα. Από την οικονομική και υπαρξιακή εξόντωση των χαμηλόμισθων στρωμάτων, τις αποφάσεις για επιστράτευση ώς την ποινικοποίηση κάθε απεργίας. Από τα οργανωμένα εθνικιστικά πογκρόμ στους μετανάστες, την ωμή βία που ασκούν τα τάγματα ασφαλείας στις διαδηλώσεις, τις εισβολές στις καταλήψεις, την αστυνομική επιχείρηση “καθαρισμού” της πλατείας Συντάγματος, την κατάργηση του ασύλου. Από τις διώξεις αγωνιστών στο πλαίσιο της λεγόμενης ευρωπαϊκής αντιτρομοκρατικής πολιτικής και τους διαρκώς αναβαθμισμένους τρομονόμους ώς τους δεκάδες πολιτικούς κρατούμενους που βρίσκονται διάσπαρτοι σε όλες τις φυλακές της Ελλάδας. Ένα έκτακτο στρατοδικείο ενδεικτικό για ό,τι έπεται.
Εκεί που η χειραγωγημένη λογική όμως επιβάλλει τον συμβιβασμό με τις επιταγές του καθεστώτος, ο «παραλογισμός» της αντίστασης ώς το τέλοςκαθιστά τον πειρασμό του αγώνα για ελευθερία και την επιλογή της αξιοπρέπειας αναγκαία.
11,5 χρόνια λοιπόν για τα διαβιβαστικά της αντιτρομοκρατικής και την ακόρεστη δίψα των τηλεοπτικών διευθυντηρίων για επικοινωνιακό πόλεμο. 11,5 χρόνια γιατί έμεινε κενό το σκαμνί της μετάνοιας. Η καταδίκη μου δεν έχει να κάνει ούτε με το αποτύπωμα στο μπάνιο, αλλά ούτε και με τη χαλασμένη μηχανή μου στην αυλή του σπιτιού, αλλά με τα στοιχεία εκείνα που δήλωσα εξαρχής: τις συντροφικές και φιλικές μου σχέσεις και την πολιτική μου ταυτότητα που παρέμεινε ακέραιη ώς το τέλος.
Έχοντας αφεθεί “ελεύθερος” λοιπόν στις 24.3.2011 λόγω παρέλευσης του 18μήνου, δίνοντας το “παρών” δύο φορές τον μήνα στο αστυνομικό τμήμα, παρευρισκόμενος σε κάθε δικάσιμο της ακροαματικής διαδικασίας μέχρι και την ημέρα της απόφασης, “θεώρησαν” πως είμαι ύποπτος φυγής (αντίθετα ακόμα και με την πρόταση του εισαγγελέα), μη χορηγώντας μου έτσι τον ανασταλτικό χαρακτήρα μέχρι την έφεση.
Βρισκόμενος λοιπόν εκ νέου φυλακισμένος, με την εκδικητική τους μανία να μην εξαντλείται μονάχα στις δικαστικές αίθουσες, αυτή τη φορά αποφάσισαν να με «φιλοξενήσουν» στις φυλακές υψίστης ασφαλείας των Γρεβενών. Από την πρώτη κιόλας στιγμή το πιόνι της αντιτρομοκρατικής και αρχιφύλακας αποπειράθηκε να μου κάνει τη “διαμονή” δυσμενέστερη.
Από τους τσαμπουκάδες αυτού και των εντολοδόχων του κατά τη διάρκεια ελέγχου που πραγματοποίησαν στο πρόσωπό μου με την είσοδό μου στη φυλακή, με απειλές του στυλ “εδώ κάνω κουμάντο εγώ” και “ξέρεις πού ήρθες ρε, εδώ είναι Γρεβενά και θα σε γαμήσουμε άμα βγάλεις άχνα”, με τον εξαναγκασμό να κατεβάσω το εσώρουχό μου, με την επεισοδιακή συνδρομή αρκετών ανθρωποφυλάκων – μέτρο που αποβλέπει αποκλειστικά στην προσβολή της αξιοπρέπειας του κρατουμένου –, μέχρι την άρνηση του συμβουλίου της φυλακής να μου χορηγήσει ανοιχτό επισκεπτήριο για να δω από κοντά τους δικούς μου, πάντα φυσικά μαζί με την κάτω απ’ το τραπέζι «φιλική» γνώμη του αρχιφύλακα, που όταν του ζήτησα τον λόγο το μόνο που αρκέστηκε να απαντήσει είναι πως, εάν δεν έχω παιδιά, το αίτημά μου δεν πρόκειται να εγκριθεί.
Μια φυλακή στη μέση του πουθενά, με την αρχιτεκτονική της να προσπαθεί να σε καταβάλει στερώντας σου κάθε εξωτερικό ερέθισμα. Το οπτικό σου πεδίο να αιχμαλωτίζεται στα 20 μέτρα βλέποντας μόνο τσιμέντο και κάγκελα και οι ήχοι να απουσιάζουν κάνοντάς σε να αναπολείς ακόμα και τον θόρυβο της πόλης. 500 χιλιόμετρα μακριά απ’ την Αθήνα θεώρησαν πως μαζί με εμένα θα ήταν πρέπον να εκδικηθούν πλέον και τους κοντινούς μου ανθρώπους, εξαναγκάζοντάς τους στην ουσία να ταξιδεύουν 11 ώρες αυθημερόν προκειμένου να βρεθούν δίπλα μου, κινδυνεύοντας έτσι να καρφωθούν στις κολώνες και στις μπάρες της εθνικής.
Και φυσικά οι αιτήσεις για μεροκάματα να μετατίθενται σ’ ένα απροσδιόριστο μέλλον διπλασιάζοντας στην ουσία την ποινή μου. Το γεγονός ότι το καθεστώς μού επιβάλλει μια φυλακή μέσα στη φυλακή και μια ποινή μέσα στην ποινή δεν στέκεται ικανή συνθήκη για να με γονατίσει.
Στα μαγαζάκια και στα πιόνια της αντιτρομοκρατικής αλλά και σε όλους τους υπόλοιπους που ετοιμάζουν την γκαρότα για την ηθική και φυσική εξόντωσή μου, αλλά και των κοντινών μου ανθρώπων, το μόνο που έχω να δηλώσω είναι πως δεν έχω να φοβηθώ τίποτα από τα αθέατα δικαστήρια της δημοκρατίας τους, όπου η ιεραρχική κλίμακά τους συναντιέται με αυθάδεια και κυνισμό στα κρησφύγετα της Κατεχάκη, σκαρφαλώνει στα ρετιρέ της ΓΑΔΑ και στα διαμερίσματα των πολιτικών προϊσταμένων.
Για μένα δεν είναι δυσβάσταχτη η ποινή, ούτε τα κάγκελα της φυλακής. Δυσβάσταχτη είναι η υποχώρηση και η υποταγή που συνοδεύουν τα κάγκελα της ψυχής.
Ο αγώνας συνεχίζεται.
Παναγιώτης Μασούρας,
Πολιτικός κρατούμενος,
Α2 πτέρυγα - Γρεβενά»