το οικονομικό σύστημα της χώρας. Από το 1990 μέχρι σήμερα συνεχώς υπήρχαν προτάσεις για ελαστικότερες σχέσεις εργασίας για λιγότερη κοινωνική ασφάλιση με σκοπό τη μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας μέσα στην Ε.Ε.
Αυτό που καθιστά διαφορετική την κατάσταση σήμερα είναι η ανάγκη για τη διάσωση της οικονομίας της χώρας (πρωτίστως του εγχώριου τραπεζικού συστήματος) εν όψει πτώχευσης και η σαφέστατη κοινωνικοποίηση των χρεών ενός σπάταλου και μιζαδόρικου κράτους με την παράλληλη διαπίστωση της φαινομενικής λειτουργίας της αγοράς από το 2004 και έπειτα μέσω δανείων και πιστωτικών καρτών από τους καταναλωτές. Όμως όταν τίθεται το ζήτημα πτώχευσης και κατάρρευσης ενός συγκεκριμένου μοντέλου λειτουργίας της οικονομίας και ανάπτυξης, που κατ’ επέκταση σημαίνει την δυσλειτουργία όλης της κοινωνικής ζωής του λαού δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι αγορές και η οικονομία αφορούν έμψυχα όντα.
Δίχως να υπεισέρθω σε διεξοδική παρουσίαση των κατά καιρούς αποφάσεων και προτάσεων είτε της Ε.Ε. είτε του ΣΕΒ είτε της ΕΚΤ είτε μεγάλων χρηματοπιστωτικών οργανισμών είτε των περασμένων κυβερνήσεων αποτελεί κοινή συνείδηση πως όλο το πακέτο μέτρων και ρυθμίσεων είναι δομημένο εδώ και πολύ καιρό από τους Ευρωπαϊκούς και διεθνείς φορείς οικονομικής διακυβέρνησης. Έτοιμο λοιπόν από καιρό με σαφή σκοπό την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας σε σχέση με τις χώρες της Ινδοκίνας και του πρώην ανατολικού μπλοκ το πακέτο μέτρων για τη διάσωση της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας ( που λαθεμένα τίθεται ως διάσωση της ελληνικής κοινωνίας ) έρχεται και στην πράξη επιβάλει το κόψιμο σε όλες εκείνες τις παροχές και τα δικαιώματα που κέρδισαν οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα από το ’50 ως σήμερα.
Η εκπαίδευση, οι εργασιακές σχέσεις, τα εργασιακά δικαιώματα και οι κοινωνικές ελευθερίες καθώς και οι δημόσιες παροχές καθίστανται πλέον καθαρά ατομική υπόθεση. Έτσι καλλιεργείται η συνείδηση ότι χρειάζεται γερή προετοιμασία από το λύκειο με φροντιστήρια για την απόκτηση απολυτηρίου και πρόσβασης στο πανεπιστήμιο μιας και η δημόσια δωρεάν δευτεροβάθμια εκπαίδευση έχει πάψει από καιρό να είναι τέτοια και αποτελεί απλά ανάμνηση όχι η ύπαρξή της αλλά ο στόχος υλοποίησής της.
Ύστερα αν επιτευχθεί ο πρώτος στόχος έρχεται η είσοδος σε ένα ΑΕΙ, όπου ο στόχος είναι απλώς η απόκτηση του πολυπόθητου χαρτιού και όχι μια ουσιαστική μόρφωση και μετά ο αγώνας της εργασιακής εξασφάλισης είτε με μέσον στο δημόσιο ή με αξιοκρατικές προσπάθειες είτε με κυνήγι στον ιδιωτικό τομέα. Όλα αυτά βέβαια για τους κατόχους πολλών προσόντων άξιων για την παροχή εργασίας από τους εργοδότες. Οι υπόλοιποι στην αναζήτηση είτε σε τεχνικές εργασίες είτε για δημιουργία ατομικών επιχειρήσεων.
Όλα αυτά βέβαια είναι λίγο πολύ γνωστά από το ’90 και έπειτα από τα χρόνια των κυβερνήσεων της ‘’Αλλαγής’’. Όμως αυτό που καθιστά ακόμα πιο βάρβαρη τη ζωή ενός νέου σήμερα είναι πως όλα τα παραπάνω θα γίνονται με πιο σκληρά μέσα και η επιβίωση καθίσταται πιο ατομική υπόθεση μιας και στην εποχή της κρίσης και της ‘’διάσωσης’’ της χώρας τα λεφτά και οι παροχές είναι πολύτιμα και δεν δίνονται όπου και όπως να ναι.
Σήμερα πλέον το ζητούμενο καλό επίπεδο ζωής πέφτει στην απλή αναζήτηση εργασίας(σε ένα πλαίσιο υπερπροσφοράς με τις ευλογίες της Ανταγωνιστικότητας) με τόση μισθοδοσία και παροχές όσες είναι αναγκαίες και απαραίτητες για την απλή επιβίωση και συνέχιση λειτουργίας της οικονομίας μεγιστοποιώντας τα κέρδη για το κεφάλαιο και τις αγορές και ελαχιστοποιώντας τις παροχές του ‘’κοινωνικού’’ κράτους που δίδονταν ως αναλγητικό για αρκετό καιρό. Αυτό στην πράξη σημαίνει παρακμή του μέχρι τώρα ‘’ελληνικού ονείρου’’ ζωής και μόνη επιδίωξη την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα και την επιβίωση με τα απαραίτητα.
Γυρίζουμε ολοταχώς στο ’60 όπου οι νέοι είτε έφευγαν μετανάστες είτε προσπαθούσαν να επιβιώσουν για τα απαραίτητα σε μια εποχή με μηδενικές κοινωνικές παροχές. Σήμερα μοιάζουμε να κινούμαστε σταθερά προς το γκρεμό όπου ρίχνονται τα όνειρα και οι ελπίδες της ελληνικής νεολαίας και αντικαθίστανται από το συνεχές άγχος για επιβίωση σε ένα κλίμα αλλοτρίωσης, φόβου και μίσους για τον συνάνθρωπο στον αγώνα για μια εργασία.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως η ελληνική νεολαία θα πρέπει να ιδωθεί ως κάτι το ενιαίο μιας και αυτό θα σήμαινε πως τα χλωρά θα καούν με τα ξερά. Κάθε νέος που δεν θέλει να συνυπογράψει την καταδίκη του μπορεί και πρέπει να διεκδικήσει πέρα και ενάντια από τα εκτονωτικά κόμματα, κρατικοσυνδικαλιστικές ενώσεις και κάθε είδους ψευδοανθρωπιστικές ΜΚΟ το μέλλον του. Και όσοι νέοι τολμήσουν αργά ή γρήγορα θα ενωθούν μεταξύ τους ενώνοντας τις αγωνίες, τις ελπίδες και τα όνειρά τους διεκδικώντας μια ζωή απαλλαγμένη από την τελματώδη εμπορευματική και απάνθρωπη νοοτροπία και λειτουργία που έχει επιβληθεί στην κοινωνία.
Η αποδοχή ενός μεταφυσικού χαρακτήρα των αποφάσεων που ανακοινώνονται καθημερινά από τους διοικούντες τη χώρα και της Ε.Ε. αρχίζει να γίνεται συνήθεια από μια γενιά με 40% ανεργία, και ο καταιγισμός από τα ΜΜΕ μοιάζει να συντρίβει όνειρα και ελπίδες για ένα καλύτερο αύριο. Οι νέοι έχουν να έρθουν αντιμέτωποι με το γεγονός του χαμηλότερου βιοτικού επιπέδου σε σύγκριση με την προηγούμενη γενιά, αλλά κυρίως με την αναγκαιότητα να ανταποκριθούν στον ιστορικό τους ρόλο να επανανοηματοδοτήσουν τους θεσμούς πολιτικούς-οικονομικούς-εργασιακούς-δικαιϊκούς.
Μόνον μια ενωτική, μαζική συνειδητοποίηση των δυνατοτήτων της σημερινής νεολαίας από την ίδια μπορεί να φέρει αλλαγές που θα ξεπερνούν τις παραδοσιακές μορφές συνδικαλιστικών αγώνων με γνώμονα τον άνθρωπο και όχι τη λειτουργικότητα της οικονομίας. Μια αλλαγή που θα φέρει ένα μορφωτικό σοκ ανθρωπιάς, επιστημών και οικολογικής συνείδησης προάγοντας το συλλογικό δίνοντας δυνατότητες στο ατομικό. Η όποια επίκληση ιδεολογιών σε –ισμός που παραπέμπουν στον Μεσοπόλεμο είναι οπσθοδρόμιση μιας και σήμερα σε ένα iPad, χωράνε όλα τα κείμενα του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. Στην εποχή της τεχνολογικής προόδου είναι αδιανόητο και αρρωστημένο η προοπτική για τους νέους να είναι το πισωγύρισμα και η επιβίωση σε ένα περιβάλλον εναλλαγής κρίσεων. Παραφράζοντας τον Καστοριάδη μπορώ να πω ότι ‘ Οι νέοι θα βρουν τη λύση ‘.
Τ.Σ. Ασκούμενος δικηγόρος