Τα γονίδια αυτά ρυθμίζουν την παραγωγή ενός ενζύμου που παράγεται στους μυς κατά την φυσική καταπόνηση. Το ένζυμο λέγεται AMP κινάση (ΑΜΡΚ) και ελέγχει τον τρόπο με τον οποίο μετατρέπουν οι μύες την τροφή σε ενέργεια.
Όσοι παράγουν μεγάλες ποσότητες από το ένζυμο αυτό, έχουν περισσότερη ενέργεια, ενώ όσοι παράγουν μικρές ποσότητες κουράζονται πάρα πολύ γρήγορα.
Ο επικεφαλής ερευνητής δρ Γκρέγκορυ Στάινμπεργκ, από το Πανεπιστήμιο ΜακΜάστερ του Καναδά, λέει πως το νέο εύρημα θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέες θεραπείες για όσους αντιμετωπίζουν δυσκολίες όταν προσπαθούν να γυμναστούν, όπως οι παχύσαρκοι και οι πάσχοντες από άσθμα.
Ο δρ Στάινμπεργκ και οι συνεργάτες του ανακάλυψαν εκπληκτικές διαφορές σε πειράματα με δύο ομάδες ποντικιών, η μία εκ των οποίων ήταν γενετικά τροποποιημένη ώστε τα ζώα να μην φέρουν τα δύο γονίδια και έτσι να μην παράγουν την ΑΜΡΚ.
Όταν οι ερευνητές έβαζαν στα κλουβιά των ζώων έναν τροχό, τα ποντίκια που έφεραν τα γονίδια και έτσι την ΑΜΡΚ, έτρεχαν 1 χιλιόμετρο μέσα σε 20 λεπτά.
Αντιθέτως, όσα δεν έφεραν τα δύο γονίδια και έτσι δεν παρήγαγαν την κινάση, κατόρθωναν μόνο να περπατήσουν με γρήγορο βήμα για 40 μέτρα – και μετά σταματούσαν.
Οι ερευνητές πιστεύουν πως ακριβώς το ίδιο ισχύει για τους ανθρώπους.
Το ένζυμο ΑΜΡΚ υπάρχει στα κύτταρά μας και είναι γνωστό πως είναι υπεύθυνο για την αύξηση του αριθμού των μιτοχονδρίων – των μικροσκοπικών «εργοστασίων» παραγωγής ενέργειας του οργανισμού.
Είναι η πρώτη φορά που επιστήμονες αποδεικνύουν πως η ΑΜΡΚ ελέγχεται από δύο γονίδια και ότι η αφαίρεσή τους επηρεάζει στον υπερθετικό βαθμό την ικανότητά μας να γυμναζόμαστε.
Ο δρ Στάινμπεργκ δήλωσε: «Τα ποντίκια έμοιαζαν ολόιδια, αλλά μέσα σε δευτερόλεπτα ξέραμε ποια ήταν τα γενετικά τροποποιημένα, λόγω της ριζικής διαφοράς στην ικανότητά τους να γυμνάζονται».
Τα καλά νέα, πάντως, είναι πως και η ίδια η γυμναστική διεγείρει την παραγωγή της ΑΜΡΚ. Συνεπώς, εάν επιμείνει κανείς, με τον καιρό θα δει την προσπάθειά του να διευκολύνεται.
Η έρευνα των καναδών επιστημόνων δημοσιεύεται στην αμερικανική επιθεώρηση «Proceedings of the National Academy of Sciences» (PNAS).