Πριν μερικές βδομάδες στάθηκα αρκετά τυχερός να πάρω μέρος σε μιά γιορτή και σ’ένα τραπέζι μετά τη βάπτιση μιάς μικρούλας στο μικρό Ελληνικό χωριό Ψάρι, γύρω στα 800 μέτρα πάνω στα βουνά της Πελοποννήσου.
Οι οικοδεσπότες μας περιέφεραν πιατέλες λουκούλιων σπιτικών ορεκτικών που περιλάμβαναν και κοκορέτσι και σπληνάντερο (ψάξτετα-δεν θα το μετανοιώσετε), και οι φιλοξενούμενοι είχαν κι όλας έρθει στο κέφι όταν κάποιος αύξησε κι άλλο την ευθυμία αναφωνώντας, «Πού να μας έβλεπε η Μέρκελ τώρα!»
Η Άνγγελα Μέρκελ, η Γερμανίδα Καγγελάριος που για καιρό μπλόκαρε την Ευρωπαική βοήθεια στην πάσχουσα Ελλάδα, και που έχει εκφράσει την εκνευρισμό της με τους δήθεν οκνηρούς Μεσογειακούς που απειλούν να βυθίσουν την Ευροζώνη με χρέη που δεν μπορούν να ξεπληρώσουν, ήταν μάλλον η επισκέπτρια/φάντασμα σε πολλές Πελοποννησιακές γιορτές τον προηγούμενο μήνα, όταν η τύχη της παγκόσμιας οικονομίας φαινόταν να κρέμεται από τις πιθανότητες αυτού του συγκεκριμμένου σχεδίου διάσωσης.
Ακόμα και μακρυά από τα μαχητικά πλήθη των διαμαρτυρόμενων μπροστά στη Βουλή στην Αθήνα, το κλίμα στο χωριό ήταν σίγουρα κλίμα διαφωνίας. Οί απλοί άνθρωποι αισθάνονταν ότι τους κατηγορούσαν άδικα για την κατεργαριές δεκαετιών από μιά αδιάντροπα διεφθαρμένη πολιτική τάξη. Η διαφθορά-η δυσκολοπρόφερτη αυτή λέξη ήταν παντού φέτος το καλοκαίρι-ήρθε στη συζήτηση ακόμα και σε μιά σύντομη κουβέντα που είχα με ένα βοσκό σε μιά βουνοπλαγιά, όπου εγώ είχα πάει για περίπατο και όπου εκείνος φρόντιζε το κοπάδι με τα κατσίκια του.
Εμφανίστηκε στο κατώφλι μας δυό ώρες αργότερα , φρεσκοπλυμένος , με το ντροπαλό τετράχρονο αγοράκι του κι με ένα μεγάλο δοχείο κατσικίσιο γάλα. Το κοπάδι του ήταν καλά, είπε, αλλά την Ελλαδα την είχαν κάνει αποδιοπομπαίο τράγο.
Οι Έλληνες είναι γνώστες των τράγων και των αποδιοπομπαίων τράγων. Εξάλλου αυτοί εφηύραν την Δυτική έννοια της τραγωδίας-λέξη που σημαίνει «άσμα για έναν τράγο».
Στο χωριό αυτό η ιδέα ότι οι Έλληνες είναι απρόθυμοι να δουλέψουν σκληρά ακούγεται σαν κακό ανέκδοτο. Κάθε φορά που ξεκίναγα για τις πρωινές ορειβασίες μου, εισέπρατα τους φιλικούς χαιρετισμούς των αγροτών που εκείνη την ώρα πήγαιναν στις δουλειές τους απο το ένα αμπέλι στο άλλο ή προετοιμάζονταν να πάνε στη δουλειά τους ήδη για δεύτερη φορά. Όταν ξυπνάς τα χαράματα εδώ, βλέπεις κι όλας να σφύζει η δουλειά γύρω σου.
Το λεγόμενο σχέδιο διάσωσης δεν είναι ούτε δώρο ούτε αμοιβή για τους οκνηρούς. Είναι δάνεια που θα πρέπει να αποπληρωθούν. Και που τα περισσότερα θα πάνε για να στηρίξουν τις Ευρωπαϊκές τράπεζες που έχουν στην κατοχή τους Ελληνικό χρέος κι έτσι να στηρίξουν το Ευρωπαϊκό και το παγκόσμιο οικονομικό σύστημμα. Τα χρήματα δεν θα πάνε στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων ούτε στις ήδη θλιβερές συντάξεις που παίρνουν οι χήρες και που ακόμα και αυτές συρρικνώνονται.
Επειδή στον τύπο κυκλοφορούν εμπρηστικά παραδείγματα (όπως κομμώτριες που βγαίνουν στη σύνταξη νωρίς επειδή χειρίζονται επικίνδυνα χημικά), είναι εύκολο να χάσει κανείς τη σημασία των επιπτώσεων της επιβαλόμενης λιτότητας , παραδείγματος χάριν στους ηλικιωμένους που χρειάζονται κοινωνικές υπηρεσίες ή στους πανεπιστημιακούς που τους λένε ότι είναι πιά περιττοί ή στα παιδιά (όπως στο Ψάρι) που το σχολείο τους κλείνει για να εξοικονομηθούν λεφτά.
Η ατμόσφαιρα στο χωριό τον Ιούλιο δεν χαρακτηριζόταν μόνο από ανυπακοή και αντίσταση. Έβλεπες και αρκετή αυτοκριτική. Μετά από λίγη συζήτηση ο κόσμος παραδεχόταν ότι οι πολιτικοί κλέφτες που αγόρασαν δεύτερες κατοικίες με τα λεφτά της Ευρώπης δεν τάφαγαν μόνοι τους. Το καλοκαίρι όταν το σχολείο στο χωριό είναι κλειστό περνάει μόνο ένα λεωφορείο την εβδομάδα για την πιό κοντινή πόλη. Τα λεωφορεία δεν χρειάζονται, μας είπαν, γιατί όλοι εδώ έχουν τα αυτοκίνητά τους. Ο κόσμος μπόρεσε ν’αγοράσει αυτοκίνητα μόνο όταν έγιναν διαθέσιμες πιστώσεις για δάνεια αυτοκινήτων.
Τα δάνεια έγιναν διαθέσιμα όταν οι πολιτικοί, με τη βοήθεια της Γουόλ Στρήτ και τα στραβά μάτια πρόθυμων Ευρωπαίων τραπεζιτών, μαγείρεψαν τα βιβλία για να μπορεί να μπει η Ελλάδα στην Ευροζώνη. Μ’αυτή την έννοια, ναι, και κοινοί άνθρωποι επωφελήθηκαν από το χρήμα που έρρευσε στη χώρα.
Εκεί [στην Ελλάδα, σημ. μετ.], όπως κι εδώ [δηλαδή στις ΗΠΑ, σημ. μετ.], η πίστωση στους καταναλωτές συμπλήρωνε την έλλειψη αυξήσεων στους μισθούς. Δηλαδή επέτρεπε στον κόσμο ν’αγοράζει πράγματα και να κρατάει τη ζήτηση στις αγορές. Κανένας που σκέφτηκε το θέμα στ’ αλήθεια δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι το σύστημα αυτό θα δούλευε για πάντα.
Πάντως ήταν ξεκάθαρο σε όλους ότι η Ελλάδα είχε παραχωρήσει την κυριαρχία της και την ικανότητά της να θρέψει τις επερχόμενες γενιές, κι ότι αυτό σίγουρα δεν ήταν δίκαιο. Δεν είχα αρκετή εμπιστοσύνη στις γνώσεις μου των Ελληνικών για να εκφραστώ καλά, αλλά ήθελα να πω ότι αυτό ήταν το γνωστό τρυκ που περιέγραψε η Ναόμι Κλάην: ότι δηλαδή οι θιασώτες της ελεύθερης αγοράς εκβίαζαν την Ελλάδα να ξεπουλήσει τα πιό πολύτιμα περιουσιακά της στοιχεία και ότι είχαν ένα σκοπό (τις ιδιωτικοποιήσεις) που δεν είχε τίποτα να κάνει με την κυβερνητική διαφθορά. Εκμεταλλεύονταν το επείγον της κατάστασης για να επιβάλλουν κάτι που ήθελαν εδώ και πολύ καιρό: τη συρρίκνωση του δημόσιου τομέα και την αποδυνάμωση της κυβερνητικής ικανότητας να ελέγξει τις διακυμάνσεις του παγκόσμιου κεφαλαίου.
Ένα χωριό που παράγει τόσο μεγάλο ποσοστό της τροφής που χρειάζεται (και τόσο καλό φαγητό!), μπορεί σχεδόν κανείς να φανταστεί ότι είναι μακρυά απ΄ τις διακυμάνσεις του παγκόσμιου κεφαλαίου. Ακόμα και τα σκουπίδια (που τώρα είναι πρόβλημα) είναι μιά σχετικά καινούργια έννοια. Πολλοί στο Ψάρι θυμούνται τις εποχές που δεν υπήρχαν πλαστικά, άρα πόσο πιό εύκολα μπορούν να φανταστούν έναν κόσμο χωρίς ανταλλαγές πιστώσεων και απλήρωτων οφειλών- έναν κόσμο που δεν θα ήταν στα χέρια των μάγων της Γουόλ Στρητ που μετατρέπουν τα αληθινά πράγματα σε επί τούτου δυσνόητα οικονομικά προϊόντα.
Έφυγα απ΄το χωριό πριν ο οίκος αξιολόγησης Στάνταρντ και Πούρς να υποβαθμίσει τα εχέγγυα ασφάλειας της Κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά έβλεπες την εμφανή ικανοποίηση των κατοίκων με την ιδέα ότι και η Αμερική, είχε κι αυτή τα δικά της προβλήματα χρέους που την έφερναν σε δύσκολη θέση. Ότι και να γίνει στην Ιταλία ή στην Ισπανία, ή, ακόμα και στην Αμερική, ξέρουμε τώρα ότι η παγκόσμια οικονομία δεν εξαρτάται από το χρέος μιάς συγκεκριμμένης χώρας. Το να ανακηρύσσουμε χώρες σε αποδιοπομπαίους τράγους μάς βγάζει εκτός θέματος. Το πρόβλημα είναι καθαρά συστημικό. Και σίγουρα θα έχει συνέχεια.
Στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο το Ψάρι κάηκε ολοσχερώς από τους Γερμανούς. Οι Γερμανοί δεν πλήρωσαν επανορθώσεις για τα καινούργια σπίτια που κτίστηκαν, ούτε βέβαια και για τους ανθρώπους που δεν μπορούσαν να τρέξουν να κρυφτούν και που τους σκότωσαν. Οι κάτοικοι δεν τα έχουν ξεχάσει αυτά τα πράγματα και τους εκπλήσσει κάπως που η Ανγγκελα Μέρκελ δεν τα αναφέρει. Μήπως δεν δημιουργήθηκε τότε ένα άλλο είδος χρέους ; Τα χρέη μπορεί να φαίνονται προς στιγμήν μαύρα και άσπρα, αλλά μόλις τα επεκτείνεις στη διάρκεια του χρόνου, γίνονται πιό μπερδεμένα.
Όταν η γυναίκα μου κι εγώ φτάσαμε στο χωριό, ένα απ΄τα πρώτα πράγματα που έκανε, ως συνήθως, ήταν να επισκεφθεί το μικρό νεκροταφείο κάτω στο λόφο, όπου είναι θαμμένος ο πατέρας της και οι γονείς του. Αυτή τη φορά είδαμε εργάτες κοντά στην είσοδο που είχαν κι όλας σκάψει έναν βαθύ καινούργιο τάφο. Εμείς εξετάζαμε τις ετήσιες φθορές στον τάφο της οικογένειάς της, όταν είδα έναν πολύ ηλικιωμένο άντρα να πλησιάζει σιγά-σιγά. Είχε μιά μαγγούρα στο ένα χέρι και στο άλλο μιά πλαστική σακκούλα που φαινότανε βαρειά. Τον άκουσα που ρώτησε τους εργάτες άν ήθελαν μιά μπύρα και κάτι να φάνε.
Δεν άκουσα την απάντηση. Κάθησε δίπλα τους πάνω στο χαμηλό πεζούλι κι άρχισε να τους μιλάει. Μετά από λίγα λεπτά μας φώναξε κι εμάς να πάμε εκεί και μας ρώτησε ποιοί είμαστε-πράγμα συνηθισμένο σ’ενα τέτοιο μικρό χωριό μερικών εκατοντάδων κατοίκων. Η γυναίκα μου του εξήγησε, μιλήσαμε για λίγο και φύγαμε. Καθώς γυρνάγαμε περπατώντας στην ανηφόρα του λόφου η γυναίκα μου είπε: «Κατάλαβες πιστεύω πως ήταν ο δικός του τάφος, έτσι δεν είναι; Επιτηρούσε την εκσκαφή». Ο ηλικωμένος άντρας ήταν πρόσχαρος. Όπως και οι άλλοι στο χωριό, έχει δει και χειρότερες μέρες απ΄τις σημερινές, σκέφτεται μακροπρόθεσμα, και στο μεταξύ φροντίζει όσο μπορεί ώστε όλοι να μπορούν να φάνε, να πιούνε και να είναι χαρούμενοι.