Δημοσιογραφία κατά την ταπεινή μου άποψη, είναι αυτό που μοιάζει με όνειρο ευθύνης. Να γίνεσαι πομπός ερεθισμάτων και εικόνων που ο κόσμος τις αγνοεί για τον Α ή Β λόγο και να του τις αποδίδεις με υπευθυνότητα και αγάπη. Στις μέρες μας αυτό είναι ταλέντο ή και χάρισμα αν προτιμάτε.
Η Λορένα Σιούτη έχει αυτό το χάρισμα και μας δίνει ένα κείμενο που βγαίνει μέσα από την ψυχή της. Μέσα σε λίγες μόνο αράδες σε κάνει να βουρκώνεις και να σκέφτεσαι πόσο πεζός είσαι στην καθημερινότητα σου.
Απλά διαβάστε το…।
Έχοντας τελειώσει τη δουλειά, 7 η ώρα το απόγευμα. Καλωδιωμένος με τα ακουστικά του mp3 σου κατευθύνεσαι προς την αποβάθρα του μετρό για να πας επιτέλους σπίτι. Ως συνήθως δεν δίνεις ιδιαίτερη σημασία στο τι συμβαίνει γύρω σου αφού το ίδιο σκηνικό επαναλαμβάνεται σε καθημερινή βάση. Κόσμος πάει και έρχεται προς κάθε κατεύθυνση.
Σήμερα όμως δεν είναι το ίδιο, κάτι σου τράβηξε την προσοχή. Δεν ήταν κάποιος γνωστός σου ή κάποιος που σου ζητάει 50 λεπτά για να «φάει» μιας και είναι άνεργος εδώ και καιρό, μένει στο δρόμο και συν τοις άλλοις είναι και ορφανός(!).
Σήμερα σε ενόχλησε ένα παιδάκι. Ναι, ένα παιδάκι. Όχι όμως εκείνος ο μικρός ζωηρός τρισχαριτωμένος μπόμπιρας που όποτε τύχει να δεις στο μετρό γίνεται το επίκεντρο της αποβάθρας με τον κόσμο να λέει «Τι χαριτωμένο», « να σας ζήσει», «είναι πολύ όμορφο», του τσιμπάει το μαγουλάκι και του σκάει ένα χαμόγελο γεμάτο αγάπη (όσο αυτό είναι δυνατό). Εκείνο κοιτάζει με τα μεγάλα του μάτια μέσα στα δικά σου, σου χαμογελάει σου απλώνει το χέρι του, ίσως σου ψιθυρίσει κάτι το οποίο συνήθως δεν καταλαβαίνεις κι απλά χαμογελάς. Αυτό ήταν! Σου έφτιαξε τη μέρα.
Όχι όμως, το «δικό μου» παιδάκι σήμερα δεν ήταν σαν τα άλλα. Θα ήταν περίπου 7 χρονών και το κρατούσαν οι γονείς του σφιχτά από το χέρι ενώ εκείνο προσπαθούσε απεγνωσμένα να απελευθερωθεί βγάζοντας κραυγές.
Πόσο αυστηροί και καταπιεστικοί γονείς, σκέφτεσαι. Δεν είναι μωρό, είναι αρκετά μεγάλο για να μπορέσει να σταθεί πλέον δίπλα τους και όχι ανάμεσα τους. Ή μήπως δεν αισθάνονται ασφαλείς για κάποιο λόγο;
Κι αυτό όμως τι κακομαθημένο που είναι. Ποιος ο λόγος να αντιδρά τόσο υστερικά; Λες και δεν έχει ξαναδεί κόσμο κάνει. Έρχεται το μετρό, απομακρύνεσαι και ευτυχώς στο παρά τσακ καταφέρνεις να μην μπουν στο ίδιο βαγόνι με σένα. Αυτό που σου έλειπε μετά από μια τέτοια μέρα είναι οι κραυγές ενός 7χρονου κακομαθημένου και των καταπιεστικών γονιών του. Δυναμώνεις την ένταση για να μην σε ενοχλήσει ξανά κανένας θόρυβος.
Φτάνεις Αττική, περιμένεις στις κυλιόμενες μιας και δεν αντέχεις να ανέβεις τις σκάλες σήμερα, την ώρα που αρχίζει το αγαπημένο σου τραγούδι κάποιος ενοχλητικός σε αποσπά και πάλι. Πάει, έχασες την αρχή! Ξαφνικά βρίσκεται δίπλα σου να σε τραβά από το μπουφάν το «ενοχλητικό παιδάκι», δεν φτάνουν οι φωνές του που σε βγάλανε από τη συνήθειά σου προηγουμένως, τώρα βρέθηκε δίπλα σου και μάλιστα να σε ακουμπά;
Το κοιτάζεις (έχοντας νευριάσει) και απλά αναγκάζεσαι να χαμογελάσεις συγκαταβατικά, θέλοντας να του πεις «Τι σου έχω κάνει και έχεις βαλθεί να με κάνεις να αλλάξω συνήθειες σήμερα; Εγώ έχω συνηθίσει να μην ασχολούμαι με τα άτομα που βρίσκονται γύρω μου εσύ τι θέλεις, αφού σε απέφυγα πριν, αφού δεν κατέβηκες σε άλλο σταθμό έπρεπε τώρα να πέσεις πάλι πάνω μου......;
Οι γονείς του το τραβούν προσπαθώντας να το περιορίσουν, χαμογελούν ντροπαλά σαν να θέλουν να απολογηθούν. Εσύ απλά αδιαφορείς φυσικά. Δεν σε νοιάζει η συγγνώμη τους, την ηρεμία σου θέλεις και στην χαλάει το «κακομαθημένο» τους.
Το «ενοχλητικό παιδί» βάζει και πάλι τις φωνές. Απλώνει και πάλι τα χέρια του και προσπαθεί μανιωδώς να αγγίξει όποιον και ότι βρίσκεται γύρω του. Τι να θέλει άραγε; Ποιος νοιάζεται όμως; Δεν θα προσπαθήσει κανείς να καταλάβει τι θέλει να πει ούτε όμως εκείνο θα καταφέρει ποτέ να πει αυτό που θέλει.
Τώρα λοιπόν που κατάλαβες πως είναι κωφάλαλο αλλά και αδικημένο από τη φύση να έχει νοητική στέρηση, κατευθείαν νιώθεις την υποχρέωση να αποκαταστήσεις την εικόνα σου γι’ αυτόν. Το «ενοχλητικό παιδί» γίνεται το «καημένο παιδί».
Έχεις ήδη γίνει μέρος στον κύκλο που έχει σχηματιστεί γύρω του και τα δικά σου μάτια είναι καρφωμένα πάνω του μαζί με των υπολοίπων και το κοιτάζουν με περίλυπο ύφος. Βλέπεις ότι κάτι ψάχνει αλλά δεν καταλαβαίνεις τι, δεν μπορείς να ρωτήσεις τους γονείς του αφενός διότι ντρέπεσαι και αφετέρου διότι δεν θα μπορέσουν να σου απαντήσουν με τρόπο να τους καταλάβεις.
Απλώνει τα χεράκια του μήπως τελικά καταφέρει να αγγίξει τον στόχο του ο οποίος αυτή τη φορά ήταν μια χοντρή κυρία με σακούλες στο χέρι. Αν δεν τραβιόταν αυτή τη φορά θα τα κατάφερνε! Όλοι τον κοιτάζουν με οίκτο ίσως και φόβο. Δίκιο έχουν άλλωστε είναι κάτι «προβληματικό»... μακριά από μας. Θα το λυπηθείς αλλά ως εκεί, άλλωστε σήμερα είσαι πολύ κουρασμένος, δεν μπορείς να ασχοληθείς. Το καλύτερο σου σήμερα είναι ένα περίλυπο βλέμμα.
Οι γονείς του έχοντας ξαφνικά βρεθεί στο «κέντρο του κύκλου» κοιτάζουν γύρω τους σαν να λένε «μας συγχωρείτε για την αναστάτωση......δεν θα ξαναγίνει». Η μαμά του το χτυπά μαλακά στο χέρι κάνοντάς του νόημα να σταματήσει επιτέλους διότι κοιτάζει ο κόσμος.
Το παιδί σταματά, και αυτό ήταν...μια ζωή θα σταματά διότι ο κόσμος ενοχλείται, ο κόσμος είναι κουρασμένος και ανίκανος να δεχτεί το διαιρετικό. Το παιδί θα είναι πάντα το ενοχλητικό και προβληματικό παιδί που δεν προσπαθεί μόνο να αγγίξει το μπουφάν και τις σακούλες αλλά και την ψυχή των ανθρώπων μόνο που αυτή δεν θα καταφέρει να την αγγίξει ούτε καν κατά λάθος όσο εκείνοι δεν του το επιτρέπουν...