Η Ντόρα Μπακογιάννη χαρακτήρισε άνανδρους, δειλούς και κατώτατης ποιότητας ανθρώπους τους δράστες της δολοφονίας του Παύλου Μπακογιάννη, στις 26 Σεπτεμβρίου του 1989, στο Κολωνάκι.
Υποστήριξε ότι η δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη οφείλεται είτε στο γεγονός ότι ως δημοσιογράφος ο τότε βουλευτής είχε ερευνήσει αρκετά την υπόθεση της τρομοκρατίας, είτε ότι ο Π.Μπακογιάννης εκείνη την περίοδο προσπαθούσε να πετύχει σύγκλιση αριστεράς και δεξιάς.
«Την ίδια εποχή, στη δυτική Γερμανία, η RAF σκότωσε έναν άνθρωπο που είχε φέρει κοντά την ανατολική με τη δυτική Γερμανία. Δεν άντεχε η τρομοκρατία τη λογική της συμφιλίωσης. Δεν είχαν ζήσει αυτοί οι άνθρωποι τον πόνο του εμφυλίου. Δεν ήξεραν τι θα πει να είναι μοιρασμένα χωριά. Δεν του το συγχώρεσαν ποτέ και χρησιμοποίησαν το σκάνδαλο Κοσκωτά αν και το πανελλήνιο ήξερε ότι ο Μπακογιάννης είχε απολυθεί» υποστήριξε η τότε δήμαρχος Αθηναίων.
Στην κατάθεσή της η Ντόρα Μπακογιάννη αναφέρθηκε σε όλη την πορεία της ζωής του Παύλου Μπακογιάννη, αλλά και στα στοιχεία της προσωπικότητάς του. Η μάρτυρας έδωσε έμφαση στο γεγονός ότι ο δολοφονηθείς γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ευρυτανία, την περίοδο του εμφυλίου πολέμου, γεγονός που του δημιούργησε έντονα βιώματα σε όλη τη ζωή του. Αναφέρθηκε στην προσφορά του Παύλου Μπακογιάννη την περίοδο της χούντας, οπότε ο βουλευτής εργαζόταν ως δημοσιογράφος στη βαυαρική ραδιοφωνία, οι εκπομπές της οποίας αναμεταδίδονταν στην Ελλάδα μέσω της Deutsche Welle.
Όπως είπε, ο βουλευτής «ήταν σε επαφή τότε με πολλές οργανώσεις εντός και εκτός Ελλάδος. Πολλές απ' αυτές δεν είχαν απαρνηθεί την περίοδο εκείνη την ένοπλη βία. Η 17 Νοέμβρη δεν ήταν η πρώτη που σκέφθηκε να χτυπήσει τον Μπακογιάννη. Το 1970 είχε τοποθετηθεί βόμβα στο σπίτι του στη Γερμανία, στο Μόναχο. Η γερμανική αστυνομία είχε πει ότι είχε τοποθετηθεί από τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες της εποχής».
Αναφερόμενη στην επιστροφή του Παύλου Μπακογιάννη στην Ελλάδα κατά την διάρκεια της Μεταπολίτευσης, η δήμαρχος Αθηναίων υποστήριξε ότι ο τότε σύζυγός της πίστευε ακράδαντα πως έπρεπε να εξαλειφθούν από την ελληνική κοινωνία τα κατάλοιπα του εμφυλίου πολέμου. Κάτι για το οποίο έδινε μεγάλη μάχη. Παράλληλα, προσπαθούσε να πετύχει την ανάπτυξη του νομού Ευρυτανίας, που ήταν από τους φτωχότερους στην Ελλάδα. Όπως τόνισε η Ντόρα Μπακογιάννη, η τραγική ειρωνεία είναι ότι την ημέρα της δολοφονίας είχε μόλις εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση το αναπτυξιακό πρόγραμμα που είχε καταρτίσει ο Παύλος Μπακογιάννης για το νομό Ευρυτανίας.
Αναφερόμενη στην άποψη που είχε ο Παύλος Μπακογιάννης για την τρομοκρατία, η μάρτυρας είπε ότι «στη δική του λογική η τρομοκρατία ήταν συνώνυμη με τον φασισμό. Πίστευε ότι στις δημοκρατίες δεν υπάρχουν αδιέξοδα».
Σύμφωνα με την μάρτυρα ως δημοσιογράφος ο Παύλος Μπακογιάννης ερευνούσε το θέμα της τρομοκρατίας. «Κατά τη γνώμη μου έκανε λάθος, μεγάλο λάθος. Πίστευε ότι κάποιοι άνθρωποι που ξεκίνησαν μαζί στην δικτατορία, συμμερίζονταν τις δικές του αρχές. Έκανε μεγάλο λάθος».
Σύμφωνα με την Ντόρα Μπακογιάννη, ο εκλιπών πέρασε το προηγούμενο βράδυ της δολοφονίας στον Συνασπισμό και έτσι το επίμαχο πρωινό είπε στον σύνοδό του να μην πάει μαζί του στο γραφείο. «Ο Παύλος δεν φυλαγόταν, διότι στην αντίληψή του δεν ταίριαζε η φύλαξη. Αλλο ένα λάθος».
Στο σημείο αυτό παρενέβη ο πρόεδρος του δικαστηρίου Μιχάλης Μαργαρίτης. «Δεν είναι λάθος. Όποιος φοβάται πεθαίνει κάθε μέρα. Όποιος δεν φοβάται πεθαίνει μία φορά» είπε.
Σε ερώτησή του για την άποψη της Ντόρας Μπακογιάννη για τις προκηρύξεις και για το κατά πόσο εκφέρουν πολιτικό λόγο, η μάρτυρας απάντησε:
«Αν εξαιρέσουμε τις ασυναρτησίες και την αγραμματοσύνη, αν τα δούμε αθροισμένα, πρέπει να πάμε από την άκρα Αριστερά μέχρι τον Εθνικό Σοσιαλισμό».
Στην επισήμανση, δε, του κ. Μαργαρίτη ότι «είναι γραμμένα από γραφίδα διανοούμενου», η Ντόρα Μπακογιάννη ανέφερε: «Ελάτε κύριε Πρόεδρε! Εκτιμώ πολύ τους διανοούμενους. Έχουν προσφέρει πολλά στην κοινωνία. Φαίνεται η διαφορά ενός ανθρώπου που έχει διαβάσει και ενός ανθρώπου που έχει διαβάσει πέντε ''τσιτάτα'' περί δημοκρατίας. Ο Παύλος είχε διαβάσει πάρα πολύ. Ήτη διαφορά ανάμεσα στον Λένιν και στον Μαρξ. Δεν θα έκανε λάθη. Όταν διαβάσετε αυτά τα κείμενα θα βρείτε ασυναρτησίες».
Αναφερόμενη στους δράστες της δολοφονίας, αλλά και σε εκείνους που την αποφάσισαν, η Ντόρα Μπακογιάννη υποστήριξε ότι «δεν ξέρω αν μόνο ο Γιωτόπουλος πήρε την απόφαση ή αν είχε γύρω του και άλλους του επιπέδου Γιωτόπουλου, που δεν βρίσκονται στο δικαστήριο».Επισήμανε, επίσης, ότι τρεις ή τέσσερις τέσσερις μήνες πριν τη δολοφονία ο Π.Μπακογιάννης παρακολουθείτο. Μάλιστα, όπως είπε η μάρτυρας, είχαν δει ένα άσπρο αυτοκίνητο και είχαν ρωτήσει γιατί τους παρακολουθεί. Οι επιβαίνοντες είχαν απαντήσει «για την ασφάλειά σας». Πιστεύαμε ότι μας παρακολουθούσε η ΚΥΠ, αλλά μπορεί να μας παρακολουθούσαν και οι τρομοκράτες, πρόσθεσε.
Παρεμβάσεις Κουφοντίνα - Γιωτόπουλου
Στην προκήρυξη της 17Ν μετά τη δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη παρέπεμψε ο Δημήτρης Κουφοντίνας τη μάρτυρα, όταν εκείνη ρώτησε για τους λόγους που σκότωσαν τον σύζυγό της. «Η προκήρυξη εξηγεί πολύ καλά τους λόγους» απάντησε ο Δημ.Κουφοντίνας, ο οποίος στη συνέχεια, ερωτηθείς από τον εισαγγελέα αν συμμετείχε στη δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη, υποστήριξε:
«Ήμουν μέλος της 17Ν, συμφωνώ με τις επιλογές της. Δεν μπαίνω όμως στη διαδικασία να σας διευκολύνω και να πω αν ήμουν εκεί και ποιοι άλλοι ήταν. Δεν έχω καμία αγωνία να αποδείξω που ήμουν. Ξέρω ότι θα περάσω την υπόλοιπη ζωή μου στη φυλακή. Θα καταδικαστώ σύμφωνα με το κατηγορητήριο. Θα το δείτε, κάνω μία πρόβλεψη».
Με την ολοκλήρωση της κατάθεσης της Ντ.Μπακογιάννη, το λόγο πήρε ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος, ο οποίος σχολίασε την αναφορά της κ. Μπακογιάννη ότι με βάση τα στοιχεία της δικογραφίας, αυτός είναι ο καθοδηγητής και ο συντάκτης των προκηρύξεων.
«Βρέθηκαν κάποια γραπτά που ένα μέρος τους ήταν γραμμένο στην εποχή της δικτατορίας, ενώ ένα άλλο μέρος τους ήταν κατασκευασμένο βάσει του γραφικού μου χαρακτήρα» είπε ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος.
Οι καταθέσεις του Κώστα και της Αλεξίας Μπακογιάννη
Στην κατάθεσή του ο γιος του δολοφονηθέντος βουλευτή, Κώστας Μπακογιάννης, υποστήριξε ότι ο πατέρας του δολοφονήθηκε από μία εταιρεία δολοφόνων. «Ο πατέρας μου δεν πέθανε από φυσική αρρώστια. Τον δολοφόνησε μία εταιρεία δολοφόνων, ληστών και κλεφτών» είπε.
Ο Κώστας Μπακογιάννης ανέφερε ότι τα μέλη της 17 Νοέμβρη επιθυμούσαν να διαμορφώσουν την κοινωνία στα μέτρα της «διαστροφής» τους. Απευθύνθηκε, επίσης, στον Δημήτρη Κουφοντίνα λέγοντας: «Δεν έχω καταλάβει τι τον ενοχλεί. Τι σας ενοχλεί κύριε Κουφοντίνα; Το γεγονός ότι δεν έχεις το 45άρι στο χέρι;».
Κατάθεση έδωσε και η κόρη του Παύλου Μπακογιάννη, Αλεξία, η οποία υποστήριξε ότι ακόμη και αν κάποιος δεχθεί πολιτικό κίνητρο στη δολοφονία του πατέρα της, αυτό θα εξυπηρετούσε αποκλειστικά τους τρομοκράτες. «Αν περνούσε η λογική της συμφιλίωσης που στήριζε ο πατέρας μου, δεν θα είχαν άλλοθι να υπάρχουν, να δικαιολογήσουν την ύπαρξή τους» ανέφερε.
Η δίκη ολοκληρώθηκε με την κατάθεση του Νίκου Μπερετάνου, αυτόπτη μάρτυρα στη δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη, o οποίος αναγνώρισε ως μετέχοντες στη δολοφονία τους Σάββα Ξηρό και Ηρακλή Κωστάρη.
Ο κ. Μπερετάνος υποστήριξε ότι είναι απολύτως βέβαιος ότι ο άνδρας που είδε να συνιστά επιτακτικά στην καθαρίστρια του γραφείου του Π.Μπακογιάννη να μη φωνάζει, ήταν ο Σάββας Ξηρός. Ο μάρτυρας αναγνώρισε, όπως είπε, και τον Ηρ.Κωστάρη ως έναν από τους δύο άνδρες που βγήκαν από το κτίριο της οδού Ομήρου.
katestimeno