Τόνοι μελανιού έχουν χυθεί για χάρη αυτού του μικρού δίσκου - η διάμετρός του είναι κατά μέσο όρο 16 εκ. και το πάχος του δεν ξεπερνά τα 2,1 εκ. Το υλικό του ταπεινό: πηλός. Βρέθηκε το 1908 σε μια μικρή αποθήκη του ανακτόρου της Φαιστού. Κι από εκεί αρχίζει η περιπέτεια.
Εκείνη η μικρή αποθήκη ήταν γεμάτη όχι μινωικής, αλλά κλασικής εποχής αντικείμενα, οπότε ουδείς μπορούσε να χρονολογήσει με βεβαιότητα εκείνο τον περίεργο δίσκο. Οι αρχαιολόγοι κοιτούσαν εντυπωσιασμένοι αυτό το κομμάτι πηλού, στην επιφάνεια του οποίου υπάρχουν 241 σημεία τοποθετημένα σε πέντε σπείρες (και στις δύο πλευρές), καταλήγοντας πως πρέπει να κατασκευάστηκε περί το 1550 π.Χ. (αν και άλλοι τον «μεγαλώνουν έως και δύο αιώνες, χρονολογώντας τον δηλαδή το 1700-1600 π.Χ.).
Γρήγορα συνειδητοποίησαν πως τα σύμβολα αυτά δεν ήταν χαραγμένα, αλλά τυπωμένα με σφραγίδες. Μα πώς είναι δυνατόν όταν η εκτύπωση με κινητά στοιχεία ανακαλύφθηκε 3.000 χρόνια αργότερα από τον Γουτεμβέργιο; Κι αυτό ήταν το πρώτο μυστήριο από μια σειρά αινιγμάτων που έπρεπε να αντιμετωπίσουν στην αρχή οι επιστήμονες.
Η γοητεία όμως των άγνωστων συμβόλων έβαλε γρήγορα στο παιχνίδι και όσους ονειρεύονταν μια μεγάλη ανακάλυψη, ακόμη κι αν δεν είχαν καμία σχέση με την αρχαιολογία.
Το βασικό πρόβλημα είναι ότι τα σημεία του δίσκου δεν ανήκουν ούτε στη Γραμμική Α, ούτε στη Β, ούτε στην ιερογλυφική γραφή. Είναι μια άλλη γραφή, συλλαβική, που πολλοί ερευνητές πιστεύουν πως δεν έχει σχέση με την Κρήτη, αλλά διαθέτει σοβαρούς δεσμούς με τον αιγιακό πολιτισμό. Ορισμένα στοιχεία της παραπέμπουν σε ευρήματα που έχουν έρθει στο φως στην Κρήτη, γεγονός που σημαίνει ότι ο δίσκος είναι δεμένος και με τον πολιτισμό του νησιού. Αρα ο άνθρωπος που τον έφτιαξε δούλεψε είτε στην Κρήτη είτε στο Αιγαίο, αν και υπάρχουν ορισμένοι που θέλουν τον δίσκο να έφτασε στη Φαιστό από τη Μικρά Ασία ή τη Βόρεια Αφρική.
Επαρκούν τα 241 τυπώματα - πρόκειται ουσιαστικά για 45 διαφορετικά σημεία που επαναλαμβάνονται και σχηματίζουν 61 λέξεις - για να διαβάσουμε τι γράφει; Οχι, υποστηρίζουν οι περισσότεροι επιστήμονες.
Κι όμως, περισσότερες από 90 εκτιμάται πως είναι οι αναγνώσεις που έχουν γίνει για το περιεχόμενο του δίσκου. Οσοι «κατάφεραν» να τον διαβάσουν, και τι δεν είδαν πίσω από τις λέξεις: ύμνους σε θεότητες, μαγικές ρήσεις και ξόρκια, προσευχές, χάρτες, τελετουργικά ερωτικά τραγούδια, ποιήματα, μουσικά χωρία, ιστορίες μετοικεσίας από την Αίγυπτο, ακόμη και σεξουαλικού περιεχομένου κείμενα που έχουν σχέση με τον Μίνωα!
Δεν έλειψαν κι εκείνοι που, αφού δεν μπόρεσαν να λύσουν το μυστήριο του δίσκου, σκέφτηκαν πως ίσως είναι πλαστός. Κι έφτιαξαν τη δική τους ιστορία που θέλει το προϊστορικό έργο να είναι δημιουργία του 20ού αιώνα και του ιταλού αρχαιολόγου Λουίτζι Περνιέ - ο οποίος και ανακάλυψε τον δίσκο το 1908 -, σε μια προσπάθειά του να εντυπωσιάσει τους συναδέλφους του παρουσιάζοντας ένα εύρημα ανώτερο από εκείνα του βρετανού σερ Αρθουρ Εβανς στην Κνωσό. Κι έτσι δημιούργησε ένα κείμενο που να μην επιδέχεται μετάφραση και να είναι γραμμένο με σφραγίδες.
Τα ιερογλυφικά
Η ιερογλυφική γραφή συστηματοποιείται στις αρχές της 2ης χιλιετίας π.Χ., όταν ιδρύονται τα μινωικά ανάκτορα.
Χρησιμοποιείται περίπου έως το 1500 π.Χ.
Μερικά από τα σύμβολα του Δίσκου της Φαιστού έχουν ομοιότητες με κάποια που αποτυπώνονται σε έναν χάλκινο πέλεκυ από το σπήλαιο Αρκαλοχωρίου στην Κρήτη.
Η σπειροειδής γραφή του Δίσκου συναντάται και σε ένα ενεπίγραφο χρυσό δακτυλίδι από το Μαυρόσπηλιο Κνωσού.