Επιπλέον, η ευθύνη των πολιτικών μας γιγαντώνεται γιατί αυτές οι λύσεις προϋπήρχαν. Η αδυναμία όμως να συστήσουν ένα πραγματικά αρραγές μέτωπο σε βασικές στρατηγικές προκειμένου η χώρα να αποφύγει επαχθείς δανειακές συμβάσεις μας οδήγησε στην παρούσα κατάσταση. Δεν σταμάτησαν όμως εκεί. Εξακολουθούν, παρά την περαιτέρω επιδείνωση να βαδίζουν στην ίδια καταστροφική γραμμή.
Τι γίνεται σήμερα και γιατί το άρθρο αναφέρεται στην τριανδρία του τίτλου;
Γιατί οι σοφοί μας πολιτικοί άρχοντες ανακάλυψαν ένα καινούριο παιχνιδάκι. Το ονόμασαν "επαναδιαπραγμάτευση" και οδηγούν τη χώρα σε ακόμη μεγαλύτερες - ανήκουστες μέχρι χτες - οδυνηρές καταστάσεις. Το έχουμε ξαναγράψει και θα το επαναλάβουμε. Με συνευθύνη και των τριών βασικών προταγωνιστών της πολιτικής μας σκηνής, τον Πρωθυπουργό, τον Υπουργό Οικονομικών και τον Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, η χώρα οδηγείται σε μια διαδικασία πολιτικής διαπραγμάτευσης με τους ευρωπαίους εταίρους στη βάση της λογικής ότι οι στόχοι δεν επιτεύχθηκαν και ταυτόχρονα δεν υπάρχει περιθώριο για νέα μέτρα. Τίθεται ένα εκβιαστικό δίλλημμα στην Τρόικα με την ελπίδα να επιμηκυνθούν χρονικά οι δημοσιονομικοί στόχοι και η συνέχιση της χρηματοδότησης της Ελλάδας να γίνει με πολιτικούς και όχι οικονομικούς όρους.
Γιατί έχουν ευθύνη και οι τρεις; Μα διότι οι μεν θεσμικά υπεύθυνοι, Πρωθυπουργός και ΥΠΟΙΚ έχουν την αντικειμενική ευθύνη των επιλογών αυτών και ο κ. Σαμαράς διότι εμμένει στην καταστροφική πολιτική θέση να αντιτάσσεται στην πραγματικότητα των αγορών, εκμεταλλευόμενος την έντονη κοινωνική φόρτιση, στο όνομα μιας μικροπολιτικής αντιπολίτευσης, γνωρίζοντας πολύ καλά τις συνέπειες της πολιτικής του. Και οι τρεις συγκλίνουν στη - φαντασιακή - θέση ότι η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να εκβιάσει εταίρους και δανειστές προκειμένου τελικώς να παραμείνει άθικτο το κατασκεύασμα του κομματικού κράτους σε συνδυασμό με προνόμια σε συγκεκριμένες επαγγελματικές τάξεις που εξαγοράστηκαν με ψήφους.
Και τα δύο κόμματα εξουσίας συνηγορούν και συνυποστηρίζουν καταστροφικές θέσεις και μαζί προωθούν πολιτικά τεχνάσματα, ανασχετικά της διάσωσης: Το εφεύρημα της εργασιακής εφεδρείας αντί των απολύσεων των υπεράριθμων δημοσίων υπαλλήλων. Τη διατήρηση δια της πλαγίας οδού περιορισμών στο πλήρες και ξεκάθαρο άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων. Την πλειοδοσία σε επιχειρήματα για την διατήρηση ΔΕΚΟ υπό κρατικό έλεγχο, εις βάρος των φορολογουμένων και της οικονομίας.
Τη διατήρηση ενός απαρχαιωμένου εργασιακού καθεστώτος αντί της πλήρους απελευθέρωσης της αγοράς εργασίας, για τον απλούστατο λόγο ότι πρέπει οι διάφοροι εργατοπατέρες των κομματικών εργαστηρίων να διατηρήσουν προνόμια και οφέλη.
Εμμένουν αμφότεροι ΠΑΣΟΚ και ΝΔ στη φαντασίωση του Ευρωομολόγου, παραμυθιάζοντας την κοινωνία για τη "λύση που αναμφίβολα θα έρθει από την Ευρώπη", κλείνοντας στο εσωτερικό το μάτι πως δε χρειάζεται βρε αδερφέ να πάρουμε και όλα τα μέτρα ή να κάνουμε και τόσο μεγάλη προσπάθεια πια, αρνούμενοι να αναλάβουν τις δικές τους ευθύνες να εξηγήσουν στο λαό τα δικά τους σφάλματα και να οδηγήσουν τη χώρα με παρρησία προς τη σωστή κατεύθυνση.
Μέχρι στιγμής λοιπόν, μετράμε από το 2010 μέχρι σήμερα δύο εξαιρετικά σημαντικές χρονικές συγκυρίες - μια του πρώτου Μνημονίου και μια σήμερα - όπου το κεντρικό πολιτικό σύστημα αποτυγχάνει να αναλάβει τις ευθύνες του και οδηγεί τα πράγματα από το κακό στο χειρότερο. Στο πρώτο Μνημόνιο αντί να υπάρξει μια συνολική συμφωνία στον πολιτικό κόσμο της χώρας επί τεσσάρων βασικών αξόνων (σταθερό φορολογικό σύστημα, άνοιγμα επαγγελμάτων, απελευθέρωση αγοράς εργασίας, πώληση ΔΕΚΟ μαζί με κλείσιμο άχρηστων οργανισμών) που αναμφίβολα θα οδηγούσαν στην όσο το δυνατόν περιορισμένη έκθεσή μας στον επαχθή δανεισμό, οδηγηθήκαμε στην εύκολη λύση της άνευ όρων υπαγωγής μας σε ένα δανειακό πρόγραμμα πλήρως ελεγχόμενο από ξένα κέντρα αποφάσεων και μάλιστα επί μακρόν. Σήμερα, με την ήδη εγκατεστημένη οδυνηρή εμπειρία από την επιτήρηση, εξακολουθούμε με την ίδια επιμονή να διατηρούμε την ίδια στάση και πάλι με ευθύνη ΠΑΣΟΚ και ΝΔ.
Αυτά που πρέπει να γίνουν είναι ορατά, είναι προς όφελος της Ελλάδας και της διάσωσης όχι μόνο της οικονομίας αλλά και βαθύτερων πτυχών της κοινωνικής συνοχής, της σταθερότητας και της υπόστασης της χώρας. Η προσπάθεια εκδίωξης του ΔΝΤ από το δανειακό σχήμα της Τρόικας, προκειμένου να καταστεί ευκολότερη η πολιτική διαπραγμάτευση με την Ευρώπη, η εξυπνακίστικη λογική ότι μπορεί να γίνει εφικτή η πρόωρη έναρξη του δανειακού προγράμματος της 21ης Ιουλίου - ως παρέχουσα χαμηλότερα επιτόκια - και η αδιαφορία απέναντι στους κινδύνους που ελλοχεύουν σε αυτές τις επιλογές, συνιστά μια άκρως επικίνδυνη επιλογή.
Ποιοι είναι οι στρατηγικοί κίνδυνοι;
Η ταχεία διεύρυνση των πιέσεων των αγορών έναντι των ελληνικών αξιών με περαιτέρω συμπίεση της ήδη οριακής ρευστότητας της χώρας, με σοβαρή την πιθανότητα της λήψης "άτακτων" μέτρων και βεβιασμένων αποφάσεων υπό το κράτος έκτακτων καταστάσεων, σημειακής βίαιης βύθισης βασικών δημοσιονομικών δεικτών. Η ενδεχόμενη στροφή της Ευρώπης από τη θέση της αντιμετώπισης της Ελλάδας ως εταίρου προς την κατεύθυνση αντιμετώπισης της χώρας ως προβλήματος που δεν επιδέχεται επίλυσης. Σταδιακή de facto αποδυνάμωση των δεσμών της Ελλάδας με τους εταίρους της και απομόνωσή της από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα. Η τυπική παραμονή της Ελλάδας στην Ευρώπη δε θα μεταφράζεται σε ουσιαστική παρουσία ενώ η χώρα αναγκαστικά θα προσφύγει στην εξεύρεση εταίρων εκτός Ευρώπης, περιπλανόμενη σε γεωπολιτικές περιοχές αμφίβολης σταθερότητας.
Ενδεχόμενη αποχώρηση του ΔΝΤ από την Τρόικα θα αδυνατήσει δραματικά την αξιοπιστία οποιουδήποτε προγράμματος σταθεροποίησης της ελληνικής οικονομίας, επιταχύνοντας και μεγιστοποιώντας τις παραμέτρους και τις συνέπειες των χειρότερων σεναρίων. Χωρίς τη συμμετοχή ενός φορέα που εγγυάται την αδιαπραγμάτευτη εφαρμογή των συμφωνηθέντων, η αξιοπιστία του οποιοδήποτε προγράμματος απομειώνεται με συνέπεια να αυξάνονται τα κόστη διάσωσης σε απαγορευτικά επίπεδα, αφού οι αγορές θα αποτιμήσουν τα οποιαδήποτε νέα δανειακά σχήματα και τα σχετικά ρίσκα με νέους όρους που θα εμπεριέχουν σε πολύ μεγάλο βαθμό την πολιτική αβεβαιότητα.
Το κοινό σημείο των παραπάνω είναι η δημιουργία μη αναστρέψιμων συνεπειών. Μέχρι πρότινος, οι συνέπειες για την ελληνική οικονομία ήταν δυνατό σε κάποιο μελλοντικό χρόνο να αναστραφούν. Τόσο η ύφεση, όσο και οι άλλοι δείκτες μακροχρόνια θα ήταν δυνατό να αναστρέψουν όταν οι συνθήκες - τοπικές και διεθνείς - θα το επέτρεπαν.
Με ευθύνη όμως των πολιτικών ταγών και ως συνέπεια των επιλογών τους οδηγούμαστε σε μη αναστρέψιμες καταστάσεις. Είναι πλέον φανερό ότι και τα δύο κόμματα εξουσίας έχουν συναποφασίσει να διατηρήσουν τα πολιτικά τους κεκτημένα που συνοψίζονται στον πανάκριβο κρατικό μηχανισμό και στα κλειστά επαγγέλματα έναντι οιουδήποτε τιμήματος. Για αυτόν ακριβώς το λόγο καταγράφεται και ως το μοναδικό - φευ! καταστροφικό - σημείο σύγκλισης μεταξύ τους.Είναι έτοιμοι να θυσιάσουν ολόκληρο τον κοινωνικό ιστό προκειμένου να διατηρήσουν εν ζωή εκείνα τα τμήματα που απορροφούν το μείζον της εθνικού εισοδήματος και προσπάθειας.
Το δυστυχές είναι πως η κοινωνία, υπνωτισμένη από την έντονη κομματική προπαγάνδα δύσκολα θα αναλάβει το δικό της ρόλο. Οπότε τα πράγματα μάλλον κινούνται νομοτελειακά προς το χειρότερο και το κυριώτερο προς το άγνωστο.