Διευκρινήσεις για τους σαφείς λόγους ένταξης του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας... (ΙΤΕ) στις ρυθμίσεις των ΔΕΚΟ για την εργασιακή εφεδρεία ζητά με κοινοβουλευτική του παρέμβαση ο Βουλευτής Ηρακλείου της Δημοκρατικής Συμμαχίας, Λευτέρης Αυγενάκης, από την Υπουργό Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, κα. Άννα Διαμαντοπούλου, τονίζοντας μάλιστα ότι «τα ερευνητικά Ιδρύματα και Κέντρα, ως νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, δεν είναι ΔΕΚΟ και ως εκ τούτου δεν πρέπει να υπάγονται στις σχετικές με τις ΔΕΚΟ διατάξεις».
Ειδικότερα, ο κ. Αυγενάκης μεταφέρει στην αρμόδια Υπουργό, τόσο τις θέσεις του Προέδρου του ΙΤΕ, κ. Κ. Φωτάκη, αλλά και τις απόψεις του Προεδρείου Συλλόγου Εργαζομένων του ΙΤΕ, που διατυπώνουν ξεκάθαρα την αντίθεσή τους στην ένταξη του Ινστιτούτου στην εργασιακή εφεδρεία.
Ειδικότερα, ο βουλευτής επισημαίνει ότι «η εγκύκλιος που απέστειλε η Ειδική Γραμματεία ΔΕΚΟ σχετικά με την εργασιακή εφεδρεία έγινε δεκτή με έκπληξη και αγανάκτηση, καθώς αυτή αγνοεί πλήρως τον παραγωγικό και αναπτυξιακό ρόλο των Ερευνητικών Κέντρων σε στρατηγικά αναγκαίους κλάδους της Επιστήμης, της Τεχνολογίας και της εφαρμογής τους στην Παραγωγή, καθώς μπαίνουν σε μία ενιαία λίστα φορείς με παντελώς διαφορετική λειτουργία και έργο».
Επιπλέον, τονίζει ότι «αγνοείται πλήρως το γεγονός ότι τα Ερευνητικά Ιδρύματα δεν είναι ελλειμματικοί οργανισμοί ούτε και ΔΕΚΟ και ως εκ τούτου δεν θα έπρεπε να βρίσκονται στο σχετικό κατάλογο του Υπουργείου» και προσθέτει ότι «το ΙΤΕ, από επιλογή αλλά και από ανάγκη λόγω της πάγιας ελλειμματικής κρατικής επιχορήγησής του, λειτουργεί από την ίδρυσή του με αυστηρά ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια επιζητώντας με την Αριστεία την προσέλκυση ανταγωνιστικών Ευρωπαϊκών και Διεθνών προγραμμάτων τα οποία και αποτελούν την κύρια πηγή εσόδων του».
Επιπλέον, αναφέρει τη θέση του Συλλόγου Εργαζομένων του ΙΤΕ ότι «αποτελεί αν μη τι άλλο ειρωνική αντίφαση, αν όχι εμπαιγμό ή κοροϊδία, την ημέρα που το ΙΤΕ καλείται να εφαρμόσει τη συγκεκριμένη εγκύκλιο να επιβραβεύεται με συγχαρητήρια επιστολή (επισυνάπτεται) από την Υπουργό Παιδείας για την επιτυχία του να καταταγεί δωδέκατο μεταξύ των 20 κορυφαίων Ευρωπαϊκών Οργανισμών Έρευνας με την πλέον επιτυχημένη συμμετοχή στην προσέλκυση χρηματοδότησης από τα Προγράμματα του FP7 για τα έτη 2007-2010. Το καθεστώς «εργασιακής εφεδρείας» είναι παράλογο για Κέντρα Έρευνας και Αριστείας όπως το ΙΤΕ».
Διευκρινίζει δε ότι «το προσωπικό των Ερευνητικών Ιδρυμάτων ανήκει σε δύο διακριτούς κλάδους: (α) Οι Ερευνητές έχουν ενταχθεί στο επιστημονικό τους δυναμικό με βάση το νόμο 1514/1985 & 2916/2001 μετά από τις προβλεπόμενες πολλαπλές και τακτές κρίσεις – κρίσεις αντίστοιχες των ΑΕΙ. Είναι προφανές ότι αποτελούν την αιχμή του δόρατος για τη διεκδίκηση ανταγωνιστικών ερευνητικών προγραμμάτων σε διεθνές επίπεδο.
(β) Το έμπειρο διοικητικό προσωπικό και το αναγκαίο τεχνικό προσωπικό υποστήριξης του ΙΤΕ μόλις και μετά βίας επαρκεί για την εκτέλεση των ερευνητικών έργων και των υποχρεώσεων που έχουν αναληφθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Τυχόν περαιτέρω μείωσή του θα οδηγήσει το ΙΤΕ σε αδυναμία εκτέλεσης των ερευνητικών προγραμμάτων που έχουν αναληφθεί με επακόλουθο, πέραν των άλλων, της απώλειας ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων, να μπουν τα Ελληνικά Ερευνητικά Ιδρύματα σε μαύρη λίστα, να αποβληθούν από τα διεθνή ερευνητικά προγράμματα και να υποχρεωθεί το Ελληνικό Δημόσιο να πληρώσει υπέρογκα χρηματικά ποσά για ρήτρες που προβλέπονται από τα προγράμματα που έχουν ήδη αναληφθεί».
Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Αυγενάκης μεταφέρει την ξεκάθαρή άποψη ότι «πρέπει να υπάρχει αφαίρεση του ΙΤΕ (και όλων των Ερευνητικών Κέντρων ΝΠΙΔ) από τον κατάλογο της Ε.Γ. ΔΕΚΟ, δεδομένου ότι δεν συντρέχουν λόγοι υπαγωγής τους σε αυτόν». Συμπλήρωσε μάλιστα ότι «υποστηρίζουμε τον ουσιαστικό περιορισμό των δαπανών των δημοσίων φορέων, αλλά πρωτεύον είναι να έχει υπάρξει προηγουμένως αντικειμενική αξιολόγηση των Οργανισμών, Ιδρυμάτων και δημόσιων φορέων, προκειμένου να διαφανεί ποιος είναι ενεργός, παραγωγικός και κοστοβόρος για το Δημόσιο και ποιος όχι. Από εκεί πρέπει να ξεκινήσουμε».
Ειδικότερα, ο κ. Αυγενάκης μεταφέρει στην αρμόδια Υπουργό, τόσο τις θέσεις του Προέδρου του ΙΤΕ, κ. Κ. Φωτάκη, αλλά και τις απόψεις του Προεδρείου Συλλόγου Εργαζομένων του ΙΤΕ, που διατυπώνουν ξεκάθαρα την αντίθεσή τους στην ένταξη του Ινστιτούτου στην εργασιακή εφεδρεία.
Ειδικότερα, ο βουλευτής επισημαίνει ότι «η εγκύκλιος που απέστειλε η Ειδική Γραμματεία ΔΕΚΟ σχετικά με την εργασιακή εφεδρεία έγινε δεκτή με έκπληξη και αγανάκτηση, καθώς αυτή αγνοεί πλήρως τον παραγωγικό και αναπτυξιακό ρόλο των Ερευνητικών Κέντρων σε στρατηγικά αναγκαίους κλάδους της Επιστήμης, της Τεχνολογίας και της εφαρμογής τους στην Παραγωγή, καθώς μπαίνουν σε μία ενιαία λίστα φορείς με παντελώς διαφορετική λειτουργία και έργο».
Επιπλέον, τονίζει ότι «αγνοείται πλήρως το γεγονός ότι τα Ερευνητικά Ιδρύματα δεν είναι ελλειμματικοί οργανισμοί ούτε και ΔΕΚΟ και ως εκ τούτου δεν θα έπρεπε να βρίσκονται στο σχετικό κατάλογο του Υπουργείου» και προσθέτει ότι «το ΙΤΕ, από επιλογή αλλά και από ανάγκη λόγω της πάγιας ελλειμματικής κρατικής επιχορήγησής του, λειτουργεί από την ίδρυσή του με αυστηρά ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια επιζητώντας με την Αριστεία την προσέλκυση ανταγωνιστικών Ευρωπαϊκών και Διεθνών προγραμμάτων τα οποία και αποτελούν την κύρια πηγή εσόδων του».
Επιπλέον, αναφέρει τη θέση του Συλλόγου Εργαζομένων του ΙΤΕ ότι «αποτελεί αν μη τι άλλο ειρωνική αντίφαση, αν όχι εμπαιγμό ή κοροϊδία, την ημέρα που το ΙΤΕ καλείται να εφαρμόσει τη συγκεκριμένη εγκύκλιο να επιβραβεύεται με συγχαρητήρια επιστολή (επισυνάπτεται) από την Υπουργό Παιδείας για την επιτυχία του να καταταγεί δωδέκατο μεταξύ των 20 κορυφαίων Ευρωπαϊκών Οργανισμών Έρευνας με την πλέον επιτυχημένη συμμετοχή στην προσέλκυση χρηματοδότησης από τα Προγράμματα του FP7 για τα έτη 2007-2010. Το καθεστώς «εργασιακής εφεδρείας» είναι παράλογο για Κέντρα Έρευνας και Αριστείας όπως το ΙΤΕ».
Διευκρινίζει δε ότι «το προσωπικό των Ερευνητικών Ιδρυμάτων ανήκει σε δύο διακριτούς κλάδους: (α) Οι Ερευνητές έχουν ενταχθεί στο επιστημονικό τους δυναμικό με βάση το νόμο 1514/1985 & 2916/2001 μετά από τις προβλεπόμενες πολλαπλές και τακτές κρίσεις – κρίσεις αντίστοιχες των ΑΕΙ. Είναι προφανές ότι αποτελούν την αιχμή του δόρατος για τη διεκδίκηση ανταγωνιστικών ερευνητικών προγραμμάτων σε διεθνές επίπεδο.
(β) Το έμπειρο διοικητικό προσωπικό και το αναγκαίο τεχνικό προσωπικό υποστήριξης του ΙΤΕ μόλις και μετά βίας επαρκεί για την εκτέλεση των ερευνητικών έργων και των υποχρεώσεων που έχουν αναληφθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Τυχόν περαιτέρω μείωσή του θα οδηγήσει το ΙΤΕ σε αδυναμία εκτέλεσης των ερευνητικών προγραμμάτων που έχουν αναληφθεί με επακόλουθο, πέραν των άλλων, της απώλειας ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων, να μπουν τα Ελληνικά Ερευνητικά Ιδρύματα σε μαύρη λίστα, να αποβληθούν από τα διεθνή ερευνητικά προγράμματα και να υποχρεωθεί το Ελληνικό Δημόσιο να πληρώσει υπέρογκα χρηματικά ποσά για ρήτρες που προβλέπονται από τα προγράμματα που έχουν ήδη αναληφθεί».
Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Αυγενάκης μεταφέρει την ξεκάθαρή άποψη ότι «πρέπει να υπάρχει αφαίρεση του ΙΤΕ (και όλων των Ερευνητικών Κέντρων ΝΠΙΔ) από τον κατάλογο της Ε.Γ. ΔΕΚΟ, δεδομένου ότι δεν συντρέχουν λόγοι υπαγωγής τους σε αυτόν». Συμπλήρωσε μάλιστα ότι «υποστηρίζουμε τον ουσιαστικό περιορισμό των δαπανών των δημοσίων φορέων, αλλά πρωτεύον είναι να έχει υπάρξει προηγουμένως αντικειμενική αξιολόγηση των Οργανισμών, Ιδρυμάτων και δημόσιων φορέων, προκειμένου να διαφανεί ποιος είναι ενεργός, παραγωγικός και κοστοβόρος για το Δημόσιο και ποιος όχι. Από εκεί πρέπει να ξεκινήσουμε».