Μελέτη που διήρκησε δέκα χρόνια και πραγματοποιήθηκε σε περισσότερους από 135.000 άντρες έδειξε πως όσοι δεν απέκτησαν παιδιά, διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο να πεθάνουν από καρδιοπάθεια, σε σύγκριση με όσους είχαν αποκτήσει απογόνους.
Το εύρημα αυτό κάνει τους ερευνητές να διερωτώνται κατά πόσον η ανδρική υπογονιμότητα ενδέχεται να αποτελεί προειδοποιητική ένδειξη μελλοντικών καρδιολογικών προβλημάτων.
«Ολοένα περισσότερα στοιχεία υποδηλώνουν πως η υπογονιμότητα μπορεί να αποτελεί “παράθυρο” προς την μελλοντική υγεία των ανδρών», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Μάικλ Άιζενμπεργκ από το Πανεπιστήμιο Στάνφορντ.
«Προγενέστερες μελέτες έχουν δείξει πως οι υπογόνιμοι άντρες διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εκδηλώσουν ορισμένους καρκίνους και θέλαμε να δούμε εάν ισχύει κάτι ανάλογο και στο θέμα της καρδιοπάθειας».
Όπως γράφουν ο δρ Άιζενμπεργκ και οι συνεργάτες του στην επιθεώρηση «Human Reproduction», για να διερευνήσουν το θέμα επιστράτευσαν άντρες ηλικίας άνω των 50 ετών, οι οποίοι είτε ήταν παντρεμένοι είτε υπήρξαν παντρεμένοι, ούτως ώστε να ξέρουν θετικά πως είχαν την ευκαιρία να κάνουν παιδιά.
Κανένας από τους εθελοντές δεν είχε βεβαρημένο καρδιαγγειακό ιστορικό – δεν είχαν δηλαδή περάσει εγκεφαλικό ή έμφραγμα, ούτε είχαν διαγνωστεί με οποιοδήποτε καρδιολογικό ή καρδιαγγειακό πρόβλημα.
Στη διάρκεια της 10ετίας που τους παρακολουθούσαν οι ερευνητές, το περίπου 10% των εθελοντών απεβίωσαν, με σχεδόν έναν στους πέντε θανάτους να οφείλεται σε καρδιοπάθεια.
Όταν οι ερευνητές αξιολόγησαν όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, διαπίστωσαν πως οι άτεκνοι άντρες διέτρεχαν κατά 17% υψηλότερο κίνδυνο καρδιοπάθειας σε σύγκριση με τους πατέρες.
Αν και οι ερευνητές δεν εξέτασαν τις πρώην ή νυν συντρόφους τους για υπογονιμότητα, απ’ όσα έμαθαν από τους εθελοντές εκτιμούν ότι η ανδρική υπογονιμότητα ήταν ο καθοριστικός παράγοντας για όσους δεν απέκτησαν παιδιά.
Και πιστεύουν πως πρέπει να υπάρχει κάποια βιολογική αιτία για την όλη συσχέτιση, την οποία και αναζητούν.