Εχθές ήρθε από την Κρήτη ο ξάδελφος μου ο Γιάννης κι ενώ μιλούσαμε για τους κλέφτες που μας κυβερνάνε...
μου ανέφερε ένα δικό του περιστατικό, κάτι που συνέβη πρόσφατα. Έχει ένα μικρό μαγαζάκι που κάνει επισκευές, σ’ ένα απόμερο χωριό. Καταναλώνει πολύ λίγα κυβικά νερό -μόνος του εργάζεται και τι χρήση να κάνει, το χρησιμοποιεί για να ξεπλένει τα χέρια του. Προ λίγων μηνών έρχονται κάποιοι από τον δήμο και του φτιάχνουν νέα αποχέτευση (μέχρι τότε χρησιμοποιούσε την αποχέτευση που ο ίδιος είχε φτιάξει). Για την οποία όμως κατασκευή έπρεπε πάλι αυτός να πληρώσει -κάθε μήνα λάμβανε κι έναν λογαριασμό για την αποπληρωμή της. Τα παίρνει λοιπόν μια μέρα και πάει στο δήμο και τους λέει, σας είπα εγώ να μου φτιάξετε αποχέτευση; Αυτήν που χρησιμοποιούσα την πλήρωσα μόνος μου, αυτή που φτιάξατε εσείς να την πληρώσετε εσείς. Τους άφησε τους λογαριασμούς και έφυγε λέγοντάς τους «Αν ξαναέρθει κανείς σας από το μαγαζί μου θα του τη ρίξω».
Εννοείται ότι αν είχαμε κανονική κυβέρνηση -όχι καταχρηστική- θα πλήρωνε, οικογενειάρχης είναι και συνετός άνθρωπος. Αντέδρασε στην σημερινή πολιτεία, την άδικη, παράνομη, μιζαδόρικη και αντιδημοκρατική.
Αυτός είναι ο επονομαζόμενος αγνός αγωνιστής. Διεκδικεί το δίκιο του ΑΦΟΒΑ και «πίσω από τις κάμερες». Ούτε συλλογικότητες χρειάζεται για να τον στηρίξουν, ούτε να μαθευτεί ο αγώνας του για να τον χειροκροτήσουν. Αυτή είναι η σπουδαιότερη μάχη, η μάχη που ο καθένας μας δίνει στην καθημερινότητά του, αναλαμβάνοντας αφ’ εαυτού ολόκληρο το ρίσκο.
Ήθελα απλώς να κάνω τη μετάφραση, γιατί έννοιες όπως αγώνας και πατριωτισμός έχασαν κάθε νόημα σήμερα, μιας και τις σφετερίστηκαν τόσοι και τόσοι υποκριτές.
Αναγνώστρια