Το αποτέλεσμα: το πρωί υπάρχει καλύτερη διάθεση και περισσότερη όρεξη για πλάκα, ενώ όσο η μέρα περνά και αυξάνεται ο όγκος της εργασίας, τα «τιτιβίσματα» σοβαρεύουν.
Οι μελετητές ασχολήθηκαν με τα μηνύματα των χρηστών τα τελευταία δύο χρόνια και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το είδος της εργασίας, η διάρκεια της εργάσιμης μέρας, αλλά και η... νύστα είναι παράγοντες που καθορίζουν τη διάθεση των ανθρώπων που επιλέγουν το συγκεκριμένο μέσο κοινωνικής δικτύωσης.
Οι κοινωνιολόγοι εντόπισαν δύο στιγμές-«κλειδιά», όπου τα «τιτιβίσματα» μαρτυρούν την καλή διάθεση: πολύ νωρίς το πρωί και αργά το βράδυ, γύρω στα μεσάνυχτα.
Είναι προφανές ότι το στρες στη διάρκεια της εργάσιμης (κυρίως) μέρας επηρεάζει και τους χρήστες.
Υπεύθυνοι της έρευνας -η οποία δημοσιεύεται στο Science- ήταν ο Σκοτ Γκόλντερ και ο Μάικλ Μέισι του Πανεπιστημίου του Κορνέλ στη Νέα Υόρκη.
Οι δύο καθηγητές σημειώνουν ότι η άνοδος της κοινωνικής δικτύωσης έδωσε τη δυνατότητα στους επιστήμονες να μετατρέψουν σε δεδομένα όσα μέχρι σήμερα υποθέταμε ότι ισχύουν.
Ένα ακόμα στοιχείο, που μάλλον το περιμέναμε, είναι το εξής: τα θετικά «τιτιβίσματα» αυξάνονται το Σαββατοκύριακο, επίσης το πρωί, αλλά δύο ώρες αργότερα από τις καθημερινές.