Συγκροτήματα από την Αυστραλία, το Ουζμπεκιστάν, το Καζακστάν και το Αφγανιστάν συμμετείχαν στο εξάωρο φεστιβάλ παίζοντας blues, indie, electronica και death metal μπροστά σε ένα κοινό που δεν είχε ξαναδεί κάτι τέτοιο στη χώρα.
Το φεστιβάλ Sound Central ήταν μια καινοτομία για τη βαθιά συντηρητική χώρα. Το καθεστώς των Ταλιμπάν είχε απαγορεύσει εντελώς τη μουσική, ενώ ακόμη και σήμερα τα καταστήματα δίσκων συχνά δέχονται επιθέσεις και οι μουσικοί υφίστανται διακρίσεις για τα ρούχα τους ή τα μαλλιά τους.
Η ατμόσφαιρα που επικρατούσε στη γιορτή της μουσικής ήταν πάντως καθαρά αφγανική: το αλκοόλ απαγορευόταν αυστηρά, το μοναδικό φαγητό που υπήρχε ήταν κεμπάπ, ενώ δύο φορές τα συγκροτήματα έφυγαν από τη σκηνή και τα μικρόφωνα έκλεισαν, προκειμένου να ακουστεί το κάλεσμα για την προσευχή από τα γειτονικά τζαμιά.
«Εκεί που ζω δεν υπάρχει κάτι τέτοιο. Άκουσα για το φεστιβάλ και ήρθα να το δω» είπε ένας νεαρός από την Κανταχάρ, ντυμένος με την παραδοσιακή ενδυμασία των Αφγανών. «Ήρθα για να ξεφύγω από τον καρκίνο των Ταλιμπάν» πρόσθεσε.
Οι νεαροί ορμούσαν στη σκηνή, χοροπηδούσαν και ύψωναν τα χέρια τους στον αέρα, καθώς έπαιζε το τοπικό συγκρότημα White Page. Το πλήθος αραίωσε μόνο για μια στιγμή, όταν ένας νεαρός με τζιν άρχισε να χορεύει μπρέικ-ντανς.
Το φεστιβάλ οργανώθηκε κάτω από δρακόντεια μέτρα ασφαλείας σε μια γωνιά των γραφικών Κήπων Μπαμπούρ, ένα συνήθως ήσυχο πάρκο που περιβάλλει τον τάφο του Μπαμπούρ, του πρώτου αυτοκράτορα των Μουγκάλ.
Η ημερομηνία και ο ακριβής χώρος διεξαγωγής του κρατήθηκαν μυστικά μέχρι την τελευταία στιγμή, για να αποφευχθεί μια πιθανή επίθεση. Παρά τη μυστικότητα, 450 άτομα πλήρωσαν εισιτήριο, για να διασκεδάσουν, ενώ δεκάδες άλλοι έφτασαν από τους γύρω δρόμους, όταν άρχισε να παίζει η μουσική.
Μερικοί ηλικιωμένοι, με τουρμπάνια και γενειάδες, έκαναν επίσης την εμφάνισή τους στο χώρο και κατόπιν έφυγαν, χωρίς όμως να εκφράσουν κάποιας μορφής αποδοκιμασία.
Ο ενθουσιασμός του πλήθους έπεισε ακόμη και τους αστυνομικούς να συμμετάσχουν στη γιορτή της μουσικής, κουνώντας τα κεφάλια τους και τα πόδια τους με το ρυθμό.
«Το ροκ-εντ-ρολ θα αλλάξει τον κόσμο και ελπίζουμε ότι θα αλλάξει και το Αφγανιστάν. Είναι μια ιστορική στιγμή και είναι μόνο η αρχή» είπε ο κιθαρίστας Νικίτα Μακάρενκο από το Ουζμπεκιστάν.
Το Sound Central ήταν μια ιδέα του Τράβις Μπερντ, ενός φωτορεπόρτερ από την Αυστραλία, ο οποίος εγκαταστάθηκε στην Καμπούλ, εντάχθηκε σε ένα συγκρότημα και γοητεύτηκε από το ταλέντο και την αφοσίωση των ντόπιων μουσικών στην τέχνη τους.