Αυτό που ξέρουμε από δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου – κυρίως των Financial Times – είναι ότι οι Ευρωπαίοι διαπραγματευτές ζητούν από την ελληνική κυβέρνηση να επιβάλει στους ομολογιούχους τη μείωση της ονομαστικής αξίας των ελληνικών τίτλων κατά 60%. Τη θέση της Ευρώπης παρουσίασε στους εκπροσώπους του Διεθνούς Ινστιτούτου Χρηματοοικονομικής – του διεθνούς συντονιστικού των τραπεζών – ο επικεφαλής των Ευρωπαίων διαπραγματευτών Βιτόριο Γκρίλι το περασμένο Σαββατοκύριακο. Κάτι που επίσης γνωρίζουμε είναι ότι το συντονιστικό των τραπεζών έχει προειδοποιήσει ότι κάθε κούρεμα άνω του 40% δεν θα είναι εθελοντικό. Είναι γνωστό ακόμη ότι η ΕΚΤ, η Γαλλία και το ΔΝΤ εξακολουθούν να ανησυχούν για την πιθανότητα ενός πιστωτικού γεγονότος που μπορεί να ενεργοποιήσει τα CDS. Κατά τα άλλα, τρεις μέρες τώρα κάποια δημοσιεύματα του γερμανικού και του ελληνικού Τύπου υποστηρίζουν πως οι επενδυτές μπορούν να δεχτούν ζημιές μεταξύ 50% και 60%, αλλά δεν δίνουν λεπτομέρειες για το αν αυτό σημαίνει μείωση της ονομαστικής αξίας του ελληνικού χρέους ή αφορά μια δραστική μείωση του κουπονιού ή / και επέκταση της διάρκειας αποπληρωμής. Κανείς όμως δεν πρέπει να αμφιβάλλει ότι μια μεγάλη μείωση της ονομαστικής αξίας του ελληνικού χρέους, της τάξης του 50 -60%, θα θεωρηθεί πιστωτικό γεγονός και θα ενεργοποιήσει τα CDS. Και για να συμβεί κάτι τέτοιο θα πρέπει η ΕΚΤ να εγκαταλείψει τις αντιστάσεις της σε μια ‘σκληρή’ ελληνική αναδιάρθρωση.
Όπως θυμόμαστε, από την αρχή της ελληνικής κρίσης η ΕΚΤ ήταν κατηγορηματικά αντίθετη σε κάθε ενδεχόμενο σκληρής αναδιάρθρωσης του χρέους. Οι αντιστάσεις της ΕΚΤ μπορεί να συνδέονται με τις ανησυχίες της για το ενδεχόμενο αντίκτυπο της ενεργοποίησης των CDS στις ευρωπαϊκές τράπεζες και ασφαλιστικές, αλλά εκτιμάται ότι οφείλονται πολύ περισσότερο στις ανησυχίες της για την χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Ο μεγάλος κίνδυνος μιας σκληρής αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους είναι να προκαλέσει μια ‘επίθεση’ των καταθετών στις ελληνικές τράπεζες, δηλαδή μαζικές αποσύρσεις καταθέσεων, και συνακόλουθα τη μόλυνση των άλλων κρατών της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Η σκληρή αναδιάρθρωση θα έχει πολύ μεγάλο αντίκτυπο στις ελληνικές τράπεζες που κατέχουν δημόσιο χρέος 45 –50 δις ευρώ. Για να δεχτεί μια σκληρή αναδιάρθρωση, δηλαδή ένα ‘κούρεμα’ της ονομαστικής αξίας των ελληνικών τίτλων κατά 50- 60% η ΕΚΤ, θα πρέπει να έχουν πρώτα ενεργοποιηθεί τα κατάλληλα δίχτυα ασφαλείας. Ποια είναι αυτά;
• Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας θα πρέπει να διαθέτει επαρκείς πόρους και να υπάρξει συμφωνία για τη βέλτιστη ανάπτυξή τους, συμπεριλαμβανομένης και της μορφής του δεύτερου προγράμματος διάσωσης της Ελλάδας.
• Η Ιταλία και η Ισπανία θα πρέπει να έχουν επαρκή στήριξη από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό και, παράλληλα, να έχουν δεσμευτεί να εφαρμόσουν τις απαιτούμενες διαρθρωτικές πολιτικές. Συγκεκριμένα η Ιταλία να μειώσει το δημόσιο χρέος της μέσω ιδιωτικοποιήσεων και να προωθήσει αναπτυξιακές πολιτικές ενώ η Ισπανία να ολοκληρώσει την αναδιάρθρωση και την ανακεφαλαιοποίηση των ταμιευτηρίων της και να θέσει υπό έλεγχο τα ελλείμματα των περιφερειακών κυβερνήσεων.
• Η ΕΚΤ να διατηρεί τους μηχανισμούς έκτακτης παροχής ρευστότητας, συμπεριλαμβανομένου του προγράμματος αγοράς κρατικών τίτλων για όσο καιρό χρειάζεται.
• Η ΕΚΤ να συμφωνήσει να παράσχει πλήρη στήριξη ρευστότητας προς τις ελληνικές τράπεζες, ακόμα και στην περίπτωση σκληρής αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, ενώ ο ευρωπαϊκός μηχανισμός και το ΔΝΤ να αναλάβουν στο πλαίσιο του ελληνικού προγράμματος να παράσχουν κεφάλαια για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών.
Καθώς μια σκληρή αναδιάρθρωση δίχως τα κατάλληλα μέτρα στήριξης είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη από μια προοπτική χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, η ΕΚΤ δεν πρόκειται να συναινέσει στην επιβολή μεγάλου κουρέματος επί της ονομαστικής αξίας του ελληνικού χρέους εδώ και τώρα. Επομένως, το πιθανότερο είναι ότι το ζήτημα θα καθυστερήσει κι άλλο – άγνωστο πόσο. Εν τω μεταξύ η αβεβαιότητα, με όλο το βάρος που ρίχνει πάνω στην ελληνική οικονομία, θα συνεχίζεται…