που οι κοινωνικές συνθήκες είναι τέτοιες ώστε να ενισχύουν δυσκολίες σε επαγγελματικό, κοινωνικό και προσωπικό επίπεδο. Αναμενόμενος λοιπόν, μέσα στη δίνη της οικονομικής κρίσης, ο αυξημένος αριθμός των ατόμων που αναφέρουν κρίσεις πανικού ή που μιλούν για ένταση των συμπτωμάτων. Έντονες σωματικές ενοχλήσεις όπως ταχυκαρδία, δύσπνοια, ζαλάδες, κρύος ιδρώτας, λιποθυμικές τάσεις κ. ά. κάνουν την εμφάνιση τους στη διάρκεια των κρίσεων ενώ ταυτόχρονα ο φόβος και η αγωνία κάνουν τα άτομα να παραλύουν, να αισθάνονται αβοήθητα και αδύναμα για να αντιμετωπίσουν την κατάσταση.
Η αγωνία του θανάτου κατά τη διάρκεια της κρίσης, όπως και ο φόβος για μια επικείμενη κρίση μετά από ένα διάστημα φτάνουν να αποτελούν συστατικό κομμάτι της ζωής τους. Ένα αβάστακτο και τρομακτικό συναίσθημα που παραμονεύει κάθε μέρα.
Συχνά, οι κρίσεις πανικού αντιμετωπίζονται από τους ειδικούς με φάρμακα και με μεθόδους (π.χ. τεχνικές χαλάρωσης) που στόχο έχουν να αντιμετωπίσουν τα συμπτώματα ή να μειώσουν την ένταση τους. Ανεξάρτητα από την αποτελεσματικότητα τους (που βέβαια διαφέρει από άτομο σε άτομο, όπως είναι και αναμενόμενο),οι μέθοδοι αυτοί εστιάζουν στο αποτέλεσμα -σύμπτωμα- ενώ δεν ασχολούνται με τις πιθανές αιτίες που το γεννούν. Έτσι, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, τα συμπτώματα μειώνονται παροδικά (π.χ. όσο διαρκεί η φαρμακοθεραπεία) ή εμφανίζονται με άλλες μορφές.
Αν απομακρύνουμε λοιπόν το βλέμμα μας από τη συμπτωματολογία (ταχυκαρδία, δύσπνοια, λιποθυμικές τάσεις κλπ.) και το στρέψουμε σε όσα βιώνει κρυφά ή φανερά, συνειδητά ή ασυνείδητα ένα άτομο που έχει κρίσεις πανικού τι θα δούμε;
Συναισθήματα, εσωτερικές συγκρούσεις και ανάγκες που αντί να εκφραστούν, αποσιωπούνται γίνονται συχνά συμπτώματα και κρίσεις πανικού. Είναι ο «καταπιεσμένος» εαυτός μας, αυτός που μένει στο περιθώριο, που ζητά το χώρο που του αναλογεί. Μ’ αυτήν την έννοια ο εγκλωβισμός που αισθάνεται το άτομο σε μια κρίση πανικού φαίνεται να αντιστοιχεί στον εγκλωβισμένο εαυτό μας, σ’ αυτόν που έχουμε ξεχάσει λόγο των απαιτήσεων, κανόνων και περιορισμών που θέτει το περιβάλλον και η κοινωνία. Ο πανικός είναι εκεί για να μας μιλήσει, για να μας πει την ιστορία αυτού του εαυτού μας που έχει την ανάγκη να εκφραστεί.
Σ’ αυτόν είναι να σημαντικό να στρέψουμε την προσοχή μας μέσα από μια διαδικασία κατανόησης και αποδοχής που δεν μπορεί να επιτευχθεί με φάρμακα και τεχνικές. Η συστημική προσέγγιση αντιλαμβάνεται τον πανικό και το άτομο με αυτόν τον τρόπο: όχι σαν έναν ασθενή που πρέπει να θεραπεύσει, αλλά σαν ένα άτομο που είναι σημαντικό να υποστηριχθεί ώστε να ορίσει τη ζωή του με ένα διαφορετικό τρόπο και να επικοινωνήσει με ένα κομμάτι του ερμητικά κλειστό. Γι’ αυτό και όσο και αν ακούγεται παράδοξο, ο πανικός έρχεται ως «σύμμαχος» μας να μας δώσει ένα ισχυρό σήμα, να μας πει πως υπάρχει ένα κομμάτι μας που είναι στο περιθώριο. Ένας σύμμαχος, που βέβαια εμφανίζεται ως απειλή για το άτομο, που δημιουργεί πολύ δύσκολα συναισθήματα (φόβου, αγωνίας, άγχους) και που θα μας ταλαιπωρεί αν δεν καταφέρουμε να δούμε τι κρύβεται πίσω από αυτόν.