Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με 7.000 περίπου δημοσίους υπαλλήλους που δεν παρουσίαζαν καρδιακά προβλήματα. Η ιατρική παρακολούθηση των ατόμων αυτών διήρκεσε 11 χρόνια. Συνολικά από αυτούς, 192 έπαθαν έμφραγμα του μυοκαρδίου.
Η αναλυτική μελέτη των αποτελεσμάτων έδειξε ότι εκείνοι που δούλευαν περισσότερο από 11 ώρες την ημέρα είχαν μεγαλύτερο καρδιακό κίνδυνο της τάξεως του 67% σε σχέση με εκείνους που δούλευαν το κανονικό οκτάωρο (9 π.μ. – 5 μ.μ.).
Αναλύοντας περαιτέρω τα αποτελέσματα, οι ερευνητές αυτοί και επεκτείνοντάς τα σε όλο τον πληθυσμό της Αγγλίας, υποστηρίζουν ότι αν δούλευαν όλοι ένα οκτάωρο θα είχαν τουλάχιστον 6.000 λιγότερες καρδιακές προσβολές τον χρόνο. Το νούμερο αυτό αναγάγοντάς το στον ελληνικό πληθυσμό, μεταφράζεται ότι τουλάχιστον 1.000 άνθρωποι τον χρόνο δεν θα πάθαιναν έμφραγμα εάν δούλευαν το κανονικό οκτάωρο.
Το αποτέλεσμα αυτής της μελέτης αναμφισβήτητα στέλνει ένα σαφές μήνυμα: το ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να εργάζεται συνεχώς σε ένα ατελείωτο ωράριο. Όμως η κριτική σε αυτή την μελέτη ασφαλώς επικεντρώνεται στον τρόπο εργασίας, το stress που προκαλεί αυτή η εργασία, στη δομή της προσωπικότητας των εργαζομένων και στην τυχόν ύπαρξη προδιαθεσικών παραγόντων για την εκδήλωση μιας καρδιοπάθειας.
Με απλά λόγια, οι υπερωρίες αναμφισβήτητα δεν προάγουν την ποιότητα υγείας. Όμως το καταστροφικό τους αποτέλεσμα είναι διαφορετικό από άνθρωπο σε άνθρωπο. Εκείνος π.χ. που πάσχει από υπέρταση, είναι ευκολότερο με την παρατεταμένη εργασία να απορυθμίζεται η πίεσή του.