Μπορεί να μην του έγλειψε και τα παπούτσια αλλά το πνεύμα των δηλώσεων του Παπανδρέου μετά τη συνάντηση με τον Σαρκοζί στο Παρίσι την περασμένη Παρασκευή, παρουσιάζει...
σοβαρές αναλογίες με την παραπάνω κίνηση σε ένδειξη υποταγής και υποτέλειας. Τη συνηθίσαμε θα πείτε αυτή τη συμπεριφορά του πρωθυπουργού.
Είπε ο πρωθυπουργός:
«Είχαμε με τον πρόεδρο, Νικολά Σαρκοζί, μια πολύ καλή συζήτηση γύρω από τις εξελίξεις στην ευρωζώνη. Εγώ τόνισα -και τονίζω- ότι η Ελλάδα θα τηρήσει απολύτως τις δεσμεύσεις της και, βεβαίως, θα προχωρήσει σε όλες τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις -όπως και κάνει- με οποιοδήποτε τίμημα και κόστος.
Διότι ακριβώς θέλουμε εμείς οι ίδιοι να αλλάξουμε τη χώρα μας, να αλλάξουμε την Ελλάδα, ώστε να είναι μια χώρα ανταγωνιστική, κοινωνικά δίκαιη, αναπτυξιακή.
Μια χώρα, που φεύγει από την κρίση και διασφαλίζει σιγουριά και ασφάλεια για το λαό της.
Είμαστε, λοιπόν, απόλυτα αποφασισμένοι.
Επίσης, είμαστε απόλυτα αποφασισμένοι να υπάρχει διαφάνεια σε όλα. Μάλιστα, κάλεσα τον πρόεδρο Σαρκοζί να στείλει εμπειρογνώμονες [σ.σ. κουνήσου από τη θέση σου άνθρωπέ μου μην μας κουβαληθούν εδώ τίποτε ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες, που δεν έχουν κανένα συμφέρον κι όφελος από τη διάσωση του ευρώ] για να δουν τι κάνει η Ελλάδα, ώστε να έχουν μια πλήρη εικόνα για ό,τι κάνουμε, για όλες τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις που γίνονται. Για να υπάρξει απόλυτη διαφάνεια για το τι κάνει η Ελλάδα.
Τέλος, θέλω να ευχαριστήσω τον πρόεδρο, όπως και το γαλλικό λαό, για όλη αυτή τη στήριξη που διαχρονικά, αλλά και σήμερα, σε αυτή την κρίσιμη στιγμή, δίνουν στη χώρα μας. Μια στήριξη που αναγνωρίζει ο ελληνικός λαός και η οποία είναι ιδιαίτερα χρήσιμη σήμερα που περνάμε μια δύσκολη περίοδο.
Και η στήριξη αυτή είναι για να φτιάξουμε μια καλύτερη και διαφορετική Ελλάδα».
Και ο Σαρκοζί όμως δεν έμεινε στα χαμόγελα: Μεταξύ άλλων δήλωσε: «Ξέρω ότι ο ελληνικός λαός έχει ταλαιπωρηθεί πολύ αυτούς τους τελευταίους μήνες και κυρίως εβδομάδες. Όμως για πολλά χρόνια οι μεταρρυθμίσεις είχαν αναβληθεί και γεννήθηκαν κακές συνήθειες».
Μπορεί και να μην είναι εντελώς ανεξήγητο το γεγονός ότι συνεχίζουμε να ανεχόμαστε ακόμα αυτή την «πολιτική» που ισοπεδώνει ολόκληρη τη χώρα, καταρχήν και μόνο λόγω του ότι η εξουσία διαθέτει τα μέσα καταστολής.
Επίσης δεν είναι ανεξήγητο το γεγονός ότι αυτή η ιστορία εξακολουθεί κι εκλαμβάνεται ως «μονόδρομος» από μια μερίδα του κοινωνικού σώματος, όχι απαραίτητα εκείνη που είναι λιγότερο ενημερωμένη αλλά νιώθει να απειλείται με αφανισμό.
Το ανεξήγητο είναι πως μερίδα της κοινωνίας, που δεν έχει άμεσο συμφέρον από την κυβέρνηση, δεν ανήκει σε κάποιο ευρύτερο περιβάλλον συμβούλων, διαμορφωτών γνώμης και λοιπά, δέχτηκε μέχρι σήμερα όλη αυτή τη ρητορική του «αλλάζουμε» και «μεταρρυθμίζουμε» με εμφανή την πρόθεση αποκοπής εξολοκλήρου από το παρελθόν το οποίο επιμελώς παραχαράσσεται και στιγματίζεται με απώτερο στόχο τη διαγραφή του από τη συλλογική μνήμη.
Ανεξήγητο γιατί όλα τα βήματα που έχουν ακολουθηθεί έχουν τεκμηριωμένα επισημανθεί ως κομμάτια της τεχνικής του σοκ η οποία βασίστηκε σε αμερικανικά πειράματα αρχής γενομένης από τη δεκαετία του ’50, τα οποία στην ουσία συνιστούσαν βασανιστήρια.
Έκτοτε η διαδικασία που ακολουθήθηκε για το «σβήσιμο» του χαρακτήρα και της προσωπικότητας των «ασθενών» με τη χρήση μεταξύ άλλων του ηλεκτροσόκ, ώστε να υποδεχτούν τη νέα προσωπικότητα που έχει ετοιμαστεί γι αυτούς στα πειραματικά εργαστήρια, βρήκε πεδίο εφαρμογής σε ολόκληρες χώρες. Άλλοτε δια των πολέμων ή των βομβαρδισμών, άλλοτε δια της πολιτικής του σόκ που εφάρμοσαν κατά κανόνα αυταρχικά καθεστώτα στηριζόμενα από τις ΗΠΑ και όχι μόνο.
Όπως περιγράφει στο περίφημο πλέον «Δόγμα του ΣΟΚ» η αμερικανίδα δημοσιογράφος και συγγραφέας Ναόμι Κλάιν κύριο μέλημα της τεχνικής του σοκ είναι η αποδόμηση της προσωπικότητας: «όταν είχε επιτευχθεί η ‘’πλήρης αποδόμηση’’ και είχε καταλυθεί σε ικανοποιητικό βαθμό η προηγούμενη προσωπικότητα του ασθενούς, μπορούσε να αρχίσει η ψυχική καθοδήγηση» προς τη νέα προσωπικότητα. Για την επίτευξη αυτής της κατάστασης στα εν λόγω πειράματα – βασανιστήρια χρησιμοποίθηκαν οι μέθοδοι, της απόλυτης απομόνωσης, της χρήσης χημικών και φαρμάκων και του ηλεκτροσόκ. Ειδικά, η εκτεταμένη χρήση του τελευταίου οδηγούσε σε περιπτώσεις για τις οποίες «οι γιατροί ανέφεραν ότι οι ασθενείς παλινδρομούσαν ολοκληρωτικά, σε σημείο ώστε να έχουν ξεχάσει πώς να βαδίζουν και να μιλάνε».
Ο Γιούεν Κάμερον ήταν ο ερευνητής που ανέπτυξε την τεχνική αυτή της αποδόμησης της προσωπικότητας και ακολούθως την τεχνική της «ψυχικής καθοδήγησης», με χρηματοδότηση της CIA.
Oπως σημειώνει η Ναόμι Κλάιν «ο Κάμερον κοιτούσε αυτό το κενό και έβλεπε κάτι άλλο: μια άγραφη σελίδα, απαλλαγμένη από κακές συνήθειες στην οποία μπορούσαν να εγγραφούν νέα πρότυπα. Γι αυτόν η ‘’μαζική απώλεια όλων των αναμνήσεων’’ την οποία προκαλούσε η εντατική ηλεκτροσπασμοθεραπεία δεν ήταν μια ατυχής παρενέργεια αλλά η ουσία της θεραπείας, το κλειδί για να ωθηθεί ο ασθενής σε ένα προγενέστερο στάδιο ανάπτυξης (…). ¨όπως τα ‘’γεράκια του πολέμου’’ απαιτούν μαζικούς βομβαρδισμούς χωρών ώστε να ξαναγυρίσουν στη ‘’λίθινη εποχή’’, έτσι και ο Κάμερον είδε τη θεραπεία με ηλεκτροσόκ ως ένα μέσο για να εξωθήσει τους ασθενείς του πίσω στη νηπιακή ηλικία και να τους προκαλέσει ολοκληρωτική παλινδρόμηση».
Επιστρέφοντας στα καθ’ ημάς, η επίμονη ρητορική του «να αλλάξουμε τη χώρα», να απαλείψουμε τις «κακές συνήθειες» του παρελθόντος και μάλιστα «με οποιοδήποτε τίμημα και κόστος» και όχι βάσει ενός κοινωνικού συμβολαίου, είναι μια συνταγή με τη σφραγίδα των βασανιστηρίων (ατομικών ή συλλογικών). Η oποία, εμφανώς πια οδηγεί στην ολοκληρωτική παλινδρόμηση μια ολόκληρης κοινωνίας, εξωθώντας την πολλά στάδια πίσω.Στα εν λόγω πειράματα πάντως οι ασθενείς επιχειρούσαν να αντισταθούν στη θεραπεία, παρόλο που αυτό οδηγούσε τελικά στην έντασή της. Ο ελληνας «ασθενής» πότε θ’ αρχίσει να αντιστέκεται;
http://www.topontiki.gr/