Συγκεκριμένα όλα είχαν αρχίσει τρία χρόνια νωρίτερα όταν διαγνώστηκε κακοήθες μελάνωμα στα πόδια. Οι γιατροί πρότειναν ακρωτηριασμό για την αποφυγή εξάπλωσης της ασθένειας, αλλά ο Marley απέρριψε αυτή τη λύση για θρησκευτικούς λόγους. Ήταν πιστός στα διδάγματα του Αιθίοπα Ras Tafari, τα οποία ο ίδιος άλλωστε μέσα από την μουσική του τα είχε κάνει ευρύτερα γνωστά. Μεταξύ των άλλων λοιπόν και σύμφωνα με τον Ρασταφαριανισμό το σώμα πρέπει να παραμένει αρτιμελές και δεν επιτρέπονταν οι ακρωτηριασμοί για κανένα λόγο, όπως και οι χειρουργικές επεμβάσεις σ’ αυτό. Υπό αυτές τις συνθήκες ο Marley προσπάθησε να βρει άλλους τρόπους ίασης, που δεν απέδωσαν τελικά, καθώς ο καρκίνος στην πορεία τον χτύπησε σε τέσσερα ζωτικά όργανα. Κατέληξε τον Μάιο του 1981 σε νοσοκομείο του Μαϊάμι, όπου και νοσηλευόταν σε ηλικία μόλις 36 ετών.
Ο Marley γνώρισε δύσκολα παιδικά χρόνια εξαιτίας κυρίως του γεγονότος ότι ο πατέρας του ήταν λευκός και η μητέρα του μελαμψή, μ’ αποτέλεσμα να πέφτει συχνά θύμα ρατσιστικών επιθέσεων. Συγκεκριμένα ο πατέρας του ήταν Άγγλος ναυτικός και επιθεωρητής φυτειών. Το μεγαλύτερο διάστημα ζούσε στο Λίβερπουλ και παρόλο που υποστήριζε οικονομικά την οικογένεια σπάνια ερχόταν σε επαφή μαζί της. Όταν ο Marley ήταν δέκα ετών αποχώρησε οριστικά από την ζωή του έπειτα από καρδιακό επεισόδιο.
Υπό αυτές τις συνθήκες θα εγκαταλείψει το σχολείο για να εργαστεί ως μαθητευόμενος σε σιδεράδικο, ενώ παράλληλα αρχίζει να εκδηλώνει έντονο ενδιαφέρον για την μουσική. Ενδιαφέρον που καλλιεργήθηκε και μέσα από τις συναναστροφές του με μετέπειτα γνωστούς μουσικούς, όπως ο Bunny Wailer,o Joe Higgs και ειδικότερα ο Peter Tosh, ο οποίος μαζί με τον Marley συνέβαλε τα μέγιστα για την παγκόσμια διάδοση του Ρασταφαριανισμού μέσω της reggae μουσικής.
Σε μια πρώτη μουσική απόπειρα ο Marley ηχογράφησε δύο τραγούδια που δεν είχαν καμία απήχηση και τα οποία παρουσιάστηκαν χρόνια αργότερα στην μετά θάνατον κυκλοφορία του δίσκου «Songs of freedom». Θα ακολουθήσει η συγκρότηση της μπάντας «The Wailers» και η επιτυχία θα έρθει στις αρχές της δεκαετίας του ’70 όταν και κυκλοφορούν δύο δίσκους. Ειδικότερα το «Burnin’» που περιλάμβανε τραγούδια όπως τα «I shot the sheriff» και «Get up stand up» έκανε γνωστό το όνομά τους και πέρα από τα σύνορα της πατρίδας τους.
Η διεθνής αναγνώριση όμως του Τζαμαϊκανού θα έρθει μετά την διάλυση της μπάντας το 1974 και μέσα από τις σόλο δουλειές του αρχής γενομένης με τον δίσκο «Catch a fire» μέσω του οποίου ο Marley έθεσε τις βάσεις για το διεύρυνση των οριζόντων της reggae μουσικής. Το «Natty dread» και το «Rastaman vibration» που ακολουθούν αναδεικνύουν τον Marley σε εθνικό είδωλο και προσδίδουν στην reggae διαστάσεις παγκοσμίου φαινομένου. Η ελευθερία του ατόμου και η παγκόσμια ειρήνη ήταν οι θέσεις που διακήρυσσε και υποστήριζε ο Marley μέσα από την μουσική του ως και τον τελευταίο του δίσκο «Uprising» το 1980 και δεν είναι τυχαίο ότι οι στίχοι και η μουσική του ακόμη και σήμερα, 30 χρόνια μετά τον θάνατό του, στέκουν ως μια από τις πιο επαναστατικές φωνές που έχει αναδείξει ο 20ος αιώνας.