Η προστατευόμενη περιοχή του Καϊάφακαταλαμβάνει έκταση 32.743 στρέμματα και ονομάζεται αναλυτικά «Θινες και παραλιακο δασος Ζαχαρως, λιμνη Καϊαφα, Στροφυλια, κακοβατος» με κωδικό GR 2330005.
Σε ένα μεγάλο τμήμα της κεντρικής και βόρειας περιοχής, φύεται η Κουκουναριά που αποτελείοικότοπο προτεραιότητας σύμφωνα με την οδηγία 92/43. Τον Αύγουστο 2007, κάηκε το 21% της προστατευόμενης περιοχής (δηλαδή μια έκταση 6.861 στρέμματα). Η πυρκαγιά όμως επηρέασε τα επιμέρους ενδιαιτήματα της περιοχής του Καϊάφα με διαφορετικό τρόπο και ένταση.
Η μεγαλύτερη καταστροφή ήταν στα ώριμα παραθαλάσσια πευκοδάση όπου οι επιπτώσεις της φωτιάς θα είναι εμφανείς για πολλά χρόνια, καίγοντας κυρίως άτομα Χαλεπίου πεύκης και λιγότερα άτομα Κουκουναριάς. Αντίθετα, σε άλλα ενδιαιτήματα, όπως στις βραχώδεις πλαγιές ή στους καλαμιώνες, η επίδραση της φωτιάς ήταν πρόσκαιρη με εμφανή τα σημάδια της γρήγορης επανάκαμψης ήδη από τον επόμενο χειμώνα.
Οικολογική σημασία
Η ευρύτερη περιοχή του Καϊάφα στο παρελθόν είχε εξαιρετική οικολογική σημασία, κυρίως για την ορνιθοπανίδα όταν, μαζί με την πρώην λίμνη Αγουλινίτσα, αποτελούσε ένα σημαντικό σταθμό τόπος για τη διαχείμαση, για τη μετανάστευση και την αναπαραγωγή πολλών ειδών πτηνών.
Πριν από τα έργα της περιόδου 1974-76 στον Καϊάφα και την αποξήρανση της λίμνης Αγουλινίτσας το 1970, οι εκτενείς βαλτώδεις εκτάσεις και ανοιχτές υδάτινες επιφάνειες αποτελούσαν ένα σημαντικό σταθμό για τη διαχείμαση, τη μετανάστευση και την αναπαραγωγή πολλών ειδών πουλιών, μοναδικό στην Ελλάδα.
Ακόμα όμως και σήμερα, η συνύπαρξη διαφορετικών ενδιαιτημάτων, όπως για παράδειγμα της λίμνης και του δάσους, του δάσους, των αμμοθινών και των βάλτων και η επακόλουθη μεγάλη ποικιλότητα σε ενδιαιτήματα καθώς και η σημαντική βιογεωγραφική θέση ανάμεσα στην ενότητα των υγροτόπων της δυτικής Ελλάδας, δημιουργεί μια μεγάλη οικολογική αξία στην περιοχή και προσφέρει τη δυνατότητα για την παρουσία μιας μεγάλης ποικιλίας ειδών χλωρίδας και πανίδας. Αν μάλιστα συνυπολογίσουμε ότι όλο αυτό το σύνθετο οικοσύστημα βρίσκεται δίπλα σε μια έντονα αναπτυγμένη αγροτική περιοχή, η προστατευόμενη περιοχή του Καϊάφα καθίσταται μια φυσική όαση απαραίτητη για πάρα πολλά είδη πουλιών αλλά και άλλων ζώων (π.χ. Βίδρα). Για παράδειγμα, στην περιοχή παρατηρήθηκαν 162 είδη πουλιών, από τα οποία τα 76 είδη ανήκουν σε μη στρουθιόμορφα πουλιά ενώ τα υπόλοιπα 86 ανήκουν στα στρουθιόμορφα (Ποϊραζίδης, αδημοσίευτα στοιχεία).
Οι περιοχές με τη μεγαλύτερη οικολογική αξία είναι οι υγροτοπικές εκτάσεις όπου συναντώνται τουλάχιστον 42 ειδών πουλιών. Η λίμνη του Καϊάφα, ιδιαίτερα μετά την απαγόρευση του κυνηγιού το 2005-2006 (η οποία πλέον έχει μερική ισχύ), αποτελεί ένα σημαντικό πόλο για τη διαχείμανση υδροβίων στην ευρύτερη περιοχή και ένα από τα σημαντικότερα υγροτοπικά είδη που διαχειμάζουν στη λίμνη του Καϊάφα, είναι η παγκοσμίως απειλούμενη Βαλτόπαπια. Η σταδιακή αύξηση της χρονικής και πληθυσμιακής παρουσίας αυτού του είδους τα τελευταία χρόνια στη λίμνη, δείχνει τη σημαντικότητα της περιοχής αλλά και της αναγκαιότητας για λήψη μέτρων για την προστασία αυτών των πουλιών και των ενδιαιτημάτων του.
Άλλα σημαντικά οικοσυστήματα είναι οι οικότοποι των υγρών λιβαδιών και οι ρηχές ανοικτές υδάτινες επιφάνειες, τα οποία όμως είναι πολύ περιορισμένα. Η πρώτιστη διαχείριση στην περιοχή, θα πρέπει να αποσκοπεί στη διατήρηση και βελτίωση της ετερογένειας των υγροτοπικών εκτάσεων με εκτεταμένα υγρά λιβάδια και ανοίγματα σε πυκνούς καλαμιώνες.
Από τα δασικά φωλιάζοντα είδη, ιδιαίτερη σημασία από άποψη προστασίας έχουν τα σπάνια πουλιά που φωλιάζουν στις ορθοπλαγιές πάνω από τη λίμνη, κυρίως ο Μπούφος και πιθανώς ο Πετρίτης, ενώ στις σπηλιές του βουνού έχουν καταγραφεί εννιά είδη νυχτερίδων. Άλλα κοινότερα είδη που φωλιάζουν στα βράχια είναι το Βραχοκιρκίνεζο και πολλά στρουθιόμορφα όπως ο Βραχοτσοπανάκος, ο Γαλαζοκότσυφας και ο Αετομάχος.
Τα παραλιακά αμιγή πευκοδάση, όπως ήταν τα δάση που καήκανε, δεν ήταν πλούσια σε είδη πανίδας και η καταστροφή μεγάλου τμήματος του, μείωσε περαιτέρω την οικολογική αξία αυτών των περιοχών. Στη βορειότερη όμως περιοχή, υπάρχει μεγαλύτερη ετερογένεια στο τοπίο με τα πευκοδάση να εναλλάσσονται με εποχιακούς βάλτους και η εμφανιζόμενη βιοποικιλότητα είναι πολύ πλουσιότερη.
http://patrisnews.com/
Σε ένα μεγάλο τμήμα της κεντρικής και βόρειας περιοχής, φύεται η Κουκουναριά που αποτελείοικότοπο προτεραιότητας σύμφωνα με την οδηγία 92/43. Τον Αύγουστο 2007, κάηκε το 21% της προστατευόμενης περιοχής (δηλαδή μια έκταση 6.861 στρέμματα). Η πυρκαγιά όμως επηρέασε τα επιμέρους ενδιαιτήματα της περιοχής του Καϊάφα με διαφορετικό τρόπο και ένταση.
Η μεγαλύτερη καταστροφή ήταν στα ώριμα παραθαλάσσια πευκοδάση όπου οι επιπτώσεις της φωτιάς θα είναι εμφανείς για πολλά χρόνια, καίγοντας κυρίως άτομα Χαλεπίου πεύκης και λιγότερα άτομα Κουκουναριάς. Αντίθετα, σε άλλα ενδιαιτήματα, όπως στις βραχώδεις πλαγιές ή στους καλαμιώνες, η επίδραση της φωτιάς ήταν πρόσκαιρη με εμφανή τα σημάδια της γρήγορης επανάκαμψης ήδη από τον επόμενο χειμώνα.
Οικολογική σημασία
Η ευρύτερη περιοχή του Καϊάφα στο παρελθόν είχε εξαιρετική οικολογική σημασία, κυρίως για την ορνιθοπανίδα όταν, μαζί με την πρώην λίμνη Αγουλινίτσα, αποτελούσε ένα σημαντικό σταθμό τόπος για τη διαχείμαση, για τη μετανάστευση και την αναπαραγωγή πολλών ειδών πτηνών.
Πριν από τα έργα της περιόδου 1974-76 στον Καϊάφα και την αποξήρανση της λίμνης Αγουλινίτσας το 1970, οι εκτενείς βαλτώδεις εκτάσεις και ανοιχτές υδάτινες επιφάνειες αποτελούσαν ένα σημαντικό σταθμό για τη διαχείμαση, τη μετανάστευση και την αναπαραγωγή πολλών ειδών πουλιών, μοναδικό στην Ελλάδα.
Ακόμα όμως και σήμερα, η συνύπαρξη διαφορετικών ενδιαιτημάτων, όπως για παράδειγμα της λίμνης και του δάσους, του δάσους, των αμμοθινών και των βάλτων και η επακόλουθη μεγάλη ποικιλότητα σε ενδιαιτήματα καθώς και η σημαντική βιογεωγραφική θέση ανάμεσα στην ενότητα των υγροτόπων της δυτικής Ελλάδας, δημιουργεί μια μεγάλη οικολογική αξία στην περιοχή και προσφέρει τη δυνατότητα για την παρουσία μιας μεγάλης ποικιλίας ειδών χλωρίδας και πανίδας. Αν μάλιστα συνυπολογίσουμε ότι όλο αυτό το σύνθετο οικοσύστημα βρίσκεται δίπλα σε μια έντονα αναπτυγμένη αγροτική περιοχή, η προστατευόμενη περιοχή του Καϊάφα καθίσταται μια φυσική όαση απαραίτητη για πάρα πολλά είδη πουλιών αλλά και άλλων ζώων (π.χ. Βίδρα). Για παράδειγμα, στην περιοχή παρατηρήθηκαν 162 είδη πουλιών, από τα οποία τα 76 είδη ανήκουν σε μη στρουθιόμορφα πουλιά ενώ τα υπόλοιπα 86 ανήκουν στα στρουθιόμορφα (Ποϊραζίδης, αδημοσίευτα στοιχεία).
Οι περιοχές με τη μεγαλύτερη οικολογική αξία είναι οι υγροτοπικές εκτάσεις όπου συναντώνται τουλάχιστον 42 ειδών πουλιών. Η λίμνη του Καϊάφα, ιδιαίτερα μετά την απαγόρευση του κυνηγιού το 2005-2006 (η οποία πλέον έχει μερική ισχύ), αποτελεί ένα σημαντικό πόλο για τη διαχείμανση υδροβίων στην ευρύτερη περιοχή και ένα από τα σημαντικότερα υγροτοπικά είδη που διαχειμάζουν στη λίμνη του Καϊάφα, είναι η παγκοσμίως απειλούμενη Βαλτόπαπια. Η σταδιακή αύξηση της χρονικής και πληθυσμιακής παρουσίας αυτού του είδους τα τελευταία χρόνια στη λίμνη, δείχνει τη σημαντικότητα της περιοχής αλλά και της αναγκαιότητας για λήψη μέτρων για την προστασία αυτών των πουλιών και των ενδιαιτημάτων του.
Άλλα σημαντικά οικοσυστήματα είναι οι οικότοποι των υγρών λιβαδιών και οι ρηχές ανοικτές υδάτινες επιφάνειες, τα οποία όμως είναι πολύ περιορισμένα. Η πρώτιστη διαχείριση στην περιοχή, θα πρέπει να αποσκοπεί στη διατήρηση και βελτίωση της ετερογένειας των υγροτοπικών εκτάσεων με εκτεταμένα υγρά λιβάδια και ανοίγματα σε πυκνούς καλαμιώνες.
Από τα δασικά φωλιάζοντα είδη, ιδιαίτερη σημασία από άποψη προστασίας έχουν τα σπάνια πουλιά που φωλιάζουν στις ορθοπλαγιές πάνω από τη λίμνη, κυρίως ο Μπούφος και πιθανώς ο Πετρίτης, ενώ στις σπηλιές του βουνού έχουν καταγραφεί εννιά είδη νυχτερίδων. Άλλα κοινότερα είδη που φωλιάζουν στα βράχια είναι το Βραχοκιρκίνεζο και πολλά στρουθιόμορφα όπως ο Βραχοτσοπανάκος, ο Γαλαζοκότσυφας και ο Αετομάχος.
Τα παραλιακά αμιγή πευκοδάση, όπως ήταν τα δάση που καήκανε, δεν ήταν πλούσια σε είδη πανίδας και η καταστροφή μεγάλου τμήματος του, μείωσε περαιτέρω την οικολογική αξία αυτών των περιοχών. Στη βορειότερη όμως περιοχή, υπάρχει μεγαλύτερη ετερογένεια στο τοπίο με τα πευκοδάση να εναλλάσσονται με εποχιακούς βάλτους και η εμφανιζόμενη βιοποικιλότητα είναι πολύ πλουσιότερη.
http://patrisnews.com/