Ο διαβήτης τύπου 2 είναι παράγοντας υψηλού κινδύνου για καρδιοπάθειες. Η αντίστροφη σχέση μεταξύ της κατανάλωσης καφέ και του διαβήτη τύπου 2 παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 2002 (Van Dam, 2002) και στη συνέχεια μελετήθηκε από πολλούς άλλους ερευνητές. Η μετανάλυση που ακολούθησε το 2005, έδειξε επίσης ότι υπάρχει σύνδεση μεταξύ της κατανάλωσης καφέ και τη σταδιακή υποβάθμιση του κινδύνου εμφάνισης διαβήτη τύπου 2 (Van Dam, 2005). Πρόσφατη επισκόπηση και μετά- ανάλυση μελετών (Huxley et al., 2009) σε συνολικό δείγμα 500.000 ανθρώπων έδειξε ότι οι άνθρωποι που πίνουν περισσότερα από 3 - 4 φλιτζάνια καφέ την ημέρα έχουν σημαντικά λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν διαβήτη τύπου 2 από αυτούς που καταναλώνουν μια - δύο κούπες καφέ ή λιγότερο. Μάλιστα, για κάθε κούπα καφέ που καταναλώνουν έχουν 5-10% λιγότερες πιθανότητες για εμφάνιση διαβήτη τύπου 2.
Οι πιο πρόσφατες έρευνες καταδεικνύουν αυτή την αντιστρόφως ανάλογη σχέση. Επιπλέον, οι ίδιες έρευνες δείχνουν ότι τα ίδια αποτελέσματα έχει και η κατανάλωση ντεκαφεϊνέ. Τέλος, μια πρόσθετη φινλανδική έρευνα σε δείγμα περισσότερων από 4.000 ανθρώπων με διαβήτη τύπου 2 έδειξε μειωμένο κίνδυνο θνησιμότητας από καρδιακές παθήσεις για εκείνους που έπιναν τρεις ή περισσότερες κούπες καφέ την ημέρα.
Επίσης, είκοσι πρόσφατες επιδημιολογικές μελέτες δείχνουν ότι σε 17 περιπτώσεις η κατανάλωση καφέ είχε θετικά αποτελέσματα στη ρύθμιση της ινσουλίνης /υπεργλυκαιμίας περιορίζοντας τον κίνδυνο εμφάνισης T2D
Τα ευρήματα της έρευνας που αφορούν στην κατανάλωση καφέ και στην αντίσταση στη γλυκόζη/Τ2D ήταν πανομοιότυπα σε διαφορετικούς πληθυσμούς ανά τον κόσμο.