υπάρξει βήμα προόδου στο ζήτημα των αναδρομικών τους και εάν υπάρξουν περαιτέρω περικοπές στις αποδοχές τους, θα διακόπτουν και πάλι τις συνεδριάσεις των δικαστηρίων από 11 π.μ. έως το τέλος του ωραρίου (3 μ.μ.), ενώ παράλληλα εξουσιοδοτούν την ηγεσία της Ένωσής τους να αποφασίσει τις άλλες μορφές των κινητοποιήσεών τους.
Αυτό είναι το «δια ταύτα» της Γενικής Συνέλευσης της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων που πραγματοποιήθηκε το περασμένο Σάββατο, 26 Νοεμβρίου 2011, ενώ χθες έγινε γνωστό το ψήφισμα της συνέλευσης.
Οι δικαστές με το ψήφισμά τους, καλούν την κυβέρνηση να λάβει αποτελεσματικά μέτρα για την επιτάχυνση της απονομής της Δικαιοσύνης. «Μέτρα τα οποία δεν θα έχουν στόχο μόνον τους δικαστές, όπως μέχρι τώρα συμβαίνει, αλλά συντονισμένα μέτρα που θα έχουν σκοπό, ανεξαρτήτως της οικονομικής συγκυρίας, να εξασφαλίσουν τα δικαιώματα των πολιτών για δίκαιη δίκη, να απλοποιήσουν τις διαδικασίες, να διατηρήσουν το χαμηλό κόστος για την πρόσβαση στη Δικαιοσύνη, να υιοθετηθούν νέες τεχνολογίες, προκειμένου να καταστεί η χώρα ανταγωνιστική», αναφέρει το ψήφισμα και προσθέτει:
«Προς την κατεύθυνση αυτή πρέπει:
α) να θεσπισθεί η οικονομική αυτοτέλεια της Δικαιοσύνης,
β) να καλυφθούν όλα τα κενά οργανικών θέσεων δικαστικών λειτουργών και υπαλλήλων και να αυξηθούν στο αναγκαίο μέτρο, και να μην ισχύσει η εργασιακή εφεδρεία στους δικαστικούς υπαλλήλους,
γ) να γίνουν νομοθετικές επεμβάσεις στους Κώδικες Ποινικής και Πολιτικής Δικονομίας και τους ειδικούς νόμους προκειμένου να εξασφαλισθούν ταχύτερες και απλούστερες διαδικασίες,
δ) να μην τροποποιηθεί το άρθρο 11 του Ν.1756/1998, καθόσον εξυπηρετεί την παραγωγή μεγαλύτερου δικαστικού έργου σε συντομότερο χρονικό διάστημα και
ε) να ψηφιοποιηθεί ο χώρος της Δικαιοσύνης, προκειμένου να εξασφαλίζεται στους πολίτες με άμεσο και έγκυρο τρόπο η πρόσβαση στη νομική πληροφορία».
Παράλληλα, ζητούν από την κυβέρνηση να σεβαστεί την Συνταγματική Θέση της τρίτης λειτουργίας του κράτους και συγκεκριμένα:
α) η νομοθετική και εκτελεστική εξουσία να σέβονται έμπρακτα τους λειτουργούς της Δικαιοσύνης, την ισόνομη και ισότιμη κατά το Σύνταγμα θέση τους και να παύσουν οι προσχηματικές επιθέσεις κατ' αυτών, οι οποίες επιχειρούνται προκειμένου να αποπροσανατολίζονται οι πολίτες από τα πραγματικά προβλήματα που τους απασχολούν,
β) να καθιερωθεί το αδίκημα της περιύβρισης δικαστικής αρχής, κατά την ενάσκηση των καθηκόντων των δικαστικών λειτουργών,
γ) να μην γίνουν νέες μειώσεις στο ειδικό μισθολόγιο των δικαστικών λειτουργών. Ήδη, οι δικαστικοί λειτουργοί έχουν υποστεί μείωση κατά 38,5% των αποδοχών τους και έχουν υπαχθεί, όπως όλοι οι Έλληνες στις πάσης μορφής έκτακτες εισφορές και φοροεπιβαρύνσεις,
δ) να ιδρυθεί ασφαλιστικός φορέας κρατικών λειτουργών και να μην υπάγονται οι νεοδιοριζόμενοι Δικαστικοί Λειτουργοί στο ΙΚΑ,
ε) να επαναφερθεί η 25ετία ως ελάχιστος χρόνος ίδρυσης του συνταξιοδοτικού δικαιώματος και
στ) να επαναφερθούν σε ισχύ οι μισθολογικές προαγωγές και τα επιδόματα χρόνου υπηρεσίας.
Εξάλλου, στο ψήφισμα υπογραμμίζεται ότι ενόψει των πολιτικών εξελίξεων αναστέλλουν τις κινητοποιήσεις τους (διακοπή συνεδριάσεων από 12 μ. έως 3 μ.μ.), που είχε αποφασίσει η έκτακτη Γενική Συνέλευση της ΕΔΕ.
Όμως, θεωρούν ότι το χρονικό διάστημα από την ανάληψη των καθηκόντων της νέας κυβέρνησης, της οποίας το οικονομικό επιτελείο παραμένει το ίδιο, μέχρι την 15η Ιανουαρίου 2012, είναι αρκετό για την επίλυση των αιτημάτων τους.
Αν μέχρι τη ημερομηνία αυτή (15 Ιανουαρίου 2012) δεν επιλυθούν, κατά τρόπο απόλυτα ικανοποιητικό, «τα πλήρως συμβατά με το Σύνταγμα αιτήματά τους», τότε αποφάσισαν:
«Αν μέχρι 15 Ιανουαρίου 2012 δεν καταργηθεί με νόμο ή δεν ανασταλεί με νόμο, η ένταξη των νέων συναδέλφων στο ΙΚΑ, τότε τα δικαστήρια θα διακόπτουν τις συνεδριάσεις τους, καθημερινά, από 16 Ιανουαρίου 2012 και από ώρας 11.00 έως 13.00».
Ως προς τα αναδρομικά τους (δεδουλευμένες αποδοχές), το Διοικητικό Συμβούλιο θα αποφασίσει για τη μορφή των κινητοποιήσεων, ανάλογα με την πρόταση, της Κυβέρνησης αναφορικά με τη ρύθμισή τους.
Τέλος, για το ζήτημα του μισθολογίου τους εξουσιοδότησαν το Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσης να καθορίσει τη μορφή των αντιδράσεων εάν υπάρξει οποιαδήποτε δυσμενής εξέλιξη (περικοπές κ.λπ.).