Η αλήθεια που πρέπει να γνωρίζουν οι νεότεροι είναι πως τότε υπήρξε κι ένα πλήθος - μικρό ή μεγάλο κανείς δεν γνωρίζει - που παρότι ενεργό στην τότε εξέγερση ούτε τη σκέψη του νάρκωσε στα μολυσμένα προϊόντα της μεταπολίτευσης ούτε εξευτέλισε τη ζωή του. Ένα πλήθος, κυρίως ανώνυμο, που βάδισε ασύντακτα και επιβίωσε και δημιούργησε στο περιθώριο της δανεικής ευημερίας.
Σήμερα, αυτό το κομμάτι της γενιάς του Πολυτεχνείου, άγνωστο και διασκορπισμένο αλλά υπαρκτό, αποτελεί ένα μαγικό καθρέπτη όχι μόνο γιατί κρατά ζωντανό το φως εκείνων των ημερών, αλλά και γιατί όταν κοιτάζεται μέσα του το άλλο κομμάτι, το γνωστό, μπορεί να βλέπει μέσα του όλη του την παραμόρφωση, όλη την αλλοτρίωση...
Αλλά όπως τότε κείνα τα παιδιά ήταν άοπλα και το φώναζαν στο ραδιοφωνικό τους πομπό «Είμαστε Άοπλοι, Είμαστε Άοπλοι!», άλλο τόσο άοπλα είναι και τα σημερινά μας παιδιά και ίσως πολύ περισσότερο άοπλα γιατί το κράτος και η κοινωνία τα αφόπλιζαν χρόνια και σήμερα είναι ακόμη πιο εκτεθειμένα στην καταστολή όχι μόνο της ελευθερίας τους αλλά και της ίδιας τους της εξέλιξης σαν άνθρωποι και εργαζόμενοι.
Μια φοβερή αμηχανία με είχε καταλάβει όταν πριν λίγα χρόνια μου είχε ζητήσει η μικρή μου κόρη να πάω στο σχολείο να τους μιλήσω για κείνες τις ημέρες. Δεν μπόρεσα να το αποφύγω αλλά με θυμάμαι σιωπηλό απέναντι στα γεμάτα έκπληξη μάτια των μαθητών που με κοιτούσαν σαν ένα περίεργο πλάσμα της ιστορίας, φορτωμένο πολύ μακρινά και ηρωικά μηνύματα, από αυτά που εγώ δεν είχα και δεν μου έρχονταν στο μυαλό παρά εκείνοι οι στίχοι του Διονύση: « Πώς να κρυφτείς απ' τα παιδιά; / Έτσι κι αλλιώς τα ξέρουν όλα. / Και μας κοιτάζουν με μάτια σαν κι αυτά…». Και πήρα τη δύναμη για να τους πω δυο λόγια…
Δ. Τρικεριώτης
gnathion.blogspot.com