Η συμφωνία θα περιλαμβάνει και όρους για τις μελλοντικές καταθέσεις, καθώς και το πλαίσιο παροχής πληροφοριών και στοιχείων από τις ελβετικές αρχές, κατόπιν αιτήματός των ελληνικών αρχών, εφόσον τίθεται ζήτημα παράνομων κεφαλαίων. Σε κάθε περίπτωση, η διαδικασία αυτή δεν καλύπτει ποινικά αδικήματα και δεν αναιρεί συμφωνίες αποφυγής διπλής φορολογίας. Σε πρώτη φάση τα κύρια στοιχεία της συμφωνίας μεταξύ της Ελλάδας και της Ελβετίας θα πάρουν τη μορφή προσυμφώνου (cornerstone agreement ) που θα εγκριθεί από τις δύο πλευρές και θα δημοσιοποιηθεί έως τα τέλη του έτους.
Βασικοί στόχοι της συμφωνίας αυτής θα είναι «να ρυθμιστούν τα περιουσιακά στοιχεία που έχουν καταθέσει Έλληνες φορολογούμενοι σε ελβετικούς τραπεζικούς λογαριασμούς και να επιβληθεί φόρος στην πηγή στα μελλοντικά εισοδήματα» σημειώνεται στην ανακοίνωση που εξέδωσε το γραφείο του Ελβετού υφυπουργού Μίκαελ Άμπουλ, αρμόδιου για Διεθνείς Χρηματοοικονομικές υποθέσεις. Ελβετικά μέσα ενημέρωσης υπολογίζουν ότι τα ελληνικά κεφάλαια που έχουν τοποθετηθεί σε ελβετικά «θησαυροφυλάκια» φτάνουν τα 350 δισεκατομμύρια ελβετικά φράγκα, δηλαδή περίπου 286,2 δισ. ευρώ, αλλά οι ειδικοί εκτιμούν ότι το ποσό αυτό είναι υπερβολικό.
Από την πλευρά της, η κεντρική τράπεζα της Ελβετίας (η BNS) βάζει πολύ χαμηλότερα τον πήχη αφού τα υπολογίζει στα 4,1 δισ. φράγκα (3,37 δισ. ευρώ).
Στις εν λόγω συμφωνίες, ο φόρος που επιβάλλεται επί του συνόλου του κατατεθειμένου κεφαλαίου, υπολογίζεται βάσει ενός τύπου που λαμβάνει υπόψη την κίνηση του λογαριασμού για το χρονικό διάστημα των τελευταίων δέκα ετών, την κίνηση του λογαριασμού μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας και άλλες παραμέτρους.