Δημοψήφισμα είναι ο θεσμός ο οποίος αποτελεί άμεσο τρόπο συμμετοχής του λαού στην άσκηση της εξουσίας και που συνίσταται σε γενική ψηφοφορία για την έγκριση ή την απόρριψη κάποιου σημαντικού μέτρου που προτείνει η... εκτελεστική εξουσία. Στην Ελλάδα, η διεξαγωγή δημοψηφίσματος προβλέπεται από το Σύνταγμα με πρόταση βουλευτών.
Κατά βάση η έννοια του δημοψηφίσματος δεν είναι μια έννοια δύσκολη και
περίπλοκη. Ο ελληνικός όρος δημοψήφισμα είναι μια σύνθετη λέξη από τα συνθετικά
δήμος και λαός. Ο όρος δήμος πρωτοσυναντάται στην αρχαία Αθήνα όπου
σήμαινε λαός ενώ η λέξη ψήφισμα προέρχεται από το ρήμα ψηφίζω που σημαίνει
αποφασίζω. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι στην αρχαία Δημοκρατική Αθήνα η
Εκκλησία του Δήμου, το νομοθετικό όργανο της εποχής εξέδιδε αποφάσεις με γενική
ισχύ, τα ψηφίσματα. Επομένως, ο όρος δημοψήφισμα δεν μπορεί παρά να
παραπέμπει όχι απλά σε μια μορφή δημοκρατίας, αλλά ακόμη περισσότερο σε μια
μορφή άμεσης δημοκρατίας.
Η ισχύουσα λοιπόν συνταγματική ρύθμιση του άρθρου 44 παρ.2 έχει ως εξής:
Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας προκηρύσσει με διάταγμα δημοψήφισμα για ΚΡΙΣΙΜΑ ΕΘΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ, ύστερα από απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας του όλου αριθμού των βουλευτών, που λαμβάνεται με πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου.Δηλαδή,ο πρόεδρος της Δημοκρατίας απλώς προσυπογράφει την απόφαση της πλειοψηφίας των βουλευτών.
Δημοψήφισμα προκηρύσσεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με διάταγμα και για ψηφισμένα νομοσχέδια που ρυθμίζουν σοβαρό κοινωνικό ζήτημα, εκτός από τα δημοσιονομικά, εφόσον αυτό αποφασιστεί από τα τρία πέμπτα του συνόλου των βουλευτών, ύστερα από πρόταση των δύο πέμπτων του συνόλου και όπως ορίζουν ο Κανονισμός της Βουλής και νόμος για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής. Δεν εισάγονται κατά την ίδια περίοδο της Βουλής περισσότερες από δύο προτάσεις δημοψηφίσματος για νομοσχέδιο.Ψηφισμένο θεωρείται το νομοσχέδιο που έχει ψηφιστεί από την βουλή,αλλά δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί σε Φ.Ε.Κ.(δηλαδή δεν έχει καταστεί νόμος).
Το ίδιο το κείμενο του Συντάγματος προχωρεί σε παραπομπή σε νόμο για την εφαρμογή της διατάξεως αυτής. Ο νόμος αυτός είναι ο νόμος 350/1976 Περί
τρόπου διεξαγωγής των κατά το Σύνταγμα προκηρυσσομένων δημοψηφισμάτων. Ο νόμος αυτός περιέχει ρυθμίσεις σχετικά με τη διεξαγωγή της ψηφοφορίας, τους εκλογείς και τους εκλογικούς καταλόγους καθώς για τον έλεγχο του κύρους του αποτελέσματος της δημοψηφισματικής διαδικασίας.
1) Διεξαγωγή δημοψηφίσματος για κρίσιμο εθνικό θέμα μετά από πρόταση του
Υπουργικού Συμβουλίου και απόφαση της Βουλής (άρθρο 115 του Κανονισμού της
Βουλής).
Σύμφωνα με το Κανονισμό, η πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου κατατίθεται στη Βουλή, τυπώνεται και διανέμεται στους βουλευτές κι εγγράφεται κατά προτεραιότητα στην ημερήσια διάταξη. Η πρόταση πρέπει να αναφέρει το εθνικό θέμα για το οποίο ζητείται η διεξαγωγή δημοψηφίσματος, την προθεσμία διεξαγωγής καθώς και τα ερωτήματα στα οποία καλείται να απαντήσει ο λαός.
Η ψηφοφορία για την αποδοχή με απόλυτη πλειοψηφία ή μη αποδοχή της πράξης είναι ονομαστική και αφορά το κείμενο την πρότασης έτσι όπως ακριβώς έχει κατατεθεί. Η απόφαση που αποδέχεται την πρόταση πρέπει να δημοσιευθεί με
παραγγελία του Προέδρου της Δημοκρατίας εντός δέκα ημερών στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως.
2) Διεξαγωγή δημοψηφίσματος για ψηφισμένο νομοσχέδιο που ρυθμίζει σοβαρό
κοινωνικό ζήτημα μετά από πρόταση Βουλευτών και απόφαση της Βουλής (άρθρο 116
του Κανονισμού της Βουλής).
Η πρόταση για τη διεξαγωγή αυτού του είδους δημοψηφίσματος προέρχεται
από τα δύο πέμπτα των Βουλευτών και κατατίθεται στη Βουλή , τυπώνεται,
διανέμεται στους Βουλευτές κι εγγράφεται κατά προτεραιότητα στην ημερήσια
διάταξη. Πρέπει βεβαίως να αναφέρεται το συγκεκριμένο νομοσχέδιο για το οποίο
ζητείται δημοψήφισμα.
Η ψηφοφορία όπως και στην προηγούμενη περίπτωση είναι ονομαστική και η
πρόταση πρέπει να γίνει αποδεκτή από τα τρία πέμπτα του όλου αριθμού των
Βουλευτών.
Τα βασικά χαρακτηριστικά του δημοψηφίσματος είναι τρία:
Α) Το υποκείμενο του δημοψηφίσματος. Υποκείμενο, είναι ο ίδιος ο λαός,
το εκλογικό σώμα ως ανώτατο όργανο του κράτους, όπως ορίζει και η αρχή της
λαϊκής κυριαρχίας.
Β) Το περιεχόμενο της δημοψηφισματικής απόφασης, που αναφέρεται σε
συγκεκριμένα βαρύνουσας σημασίας ζητήματα και δεν αφορούν την ανάδειξη
προσώπων.
Γ) Ο τρόπος σχηματισμού απόφασης. Η διαδικασία λήψης απόφασης
διέπεται από τους συνταγματικούς κανόνες που αναφέρονται στη γραπτή ψήφο και
ψηφοφορία.
Στη γειτονική Ιταλία, το δημοψήφισμα καθιερώνεται με το άρθρο 75 του
Συντάγματος του 1948. Η δημοψηφισματική πρωτοβουλία ανήκει κυρίως στο
λαό, ( απαιτούνται 500.000 υπογραφές), ενώ δημοψήφισμα μπορεί να διεξαχθεί και
με αίτηση πέντε Συμβουλίων. Ακόμα, στο άρθρο 138 καθιερώνεται συνταγματικό
δημοψήφισμα.
Στην αρχαία Σπάρτη η δημοκρατία εισήχθη πολύ νωρίτερα από ότι στην Αθήνα. Η
Σπάρτη είχε άγραφο εθιμικό δίκαιο ενώ ο θεσμός της βασιλείας είναι ιδιαίτερα
αποδυναμωμένος. Η γερουσία από την άλλη είχε κυρίως δικαστικές αρμοδιότητες. Η
λαϊκή συνέλευση, η Απέλλα, ήταν αρμόδια για την εκλογή γερόντων κι εφόρων και
αποφάσιζε για κρίσιμα θέματα κυρίως στρατιωτικής φύσεως. Στην Απέλλα
συμμετείχαν οι πολίτες Σπαρτιάτες άνω των 30 ετών που δεν είχαν στερηθεί τα
πολιτικά τους δικαιώματα.
Πάντως, από την ίδρυση του νέου Ελληνικού Κράτους ως σήμερα έχουν
διεξαχθεί μόνο τρία δημοψηφίσματα , το 1924, το 1935 και το 1974 που πληρούν τα
απαιτούμενα κριτήρια και τις τυπικές προϋποθέσεις.
Ο νέος νόμος για την διεξαγωγή Δημοψηφίσματος(που καταργεί το ν. 350/1976 Α 150).προβλέπει:
ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ.
ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ-ΕΡΩΤΗΜΑ-ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ.
Άρθρο 3 :Το δημοψήφισμα προκηρύσσεται με προεδρικό διάταγμα.
Το προεδρικό διάταγμα προκήρυξης δημοψηφίσματος για κρίσιμο εθνικό θέμα προσυπογράφεται από το Υπουργικό Συμβούλιο και για ψηφισμένο νομοσχέδιο που ρυθμίζει σοβαρό κοινωνικό ζήτημα από τον Πρόεδρο της Βουλής.
Το προεδρικό διάταγμα εκδίδεται εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής, με την οποία γίνεται δεκτή η πρόταση για τη διενέργεια δημοψηφίσματος, και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Άρθρο 4:1. Ο ψηφοφόρος καλείται να εκφράσει την προτίμησή του σε ερώτημα ή ερωτήματα, όπως καθορίζονται στην απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής με την οποία γίνεται δεκτή η πρόταση για τη διενέργεια δημοψηφίσματος.
2. Το ερώτημα ή τα ερωτήματα πρέπει να διατυπώνονται κατά τρόπο σαφή και σύντομο.
3. Το ερώτημα ή τα ερωτήματα αναφέρονται ειδικά στο προεδρικό διάταγμα προκήρυξης του δημοψηφίσματος.
Άρθρο 5:1. Το δημοψήφισμα διενεργείται με καθολική, άμεση και μυστική ψηφοφορία.
2. Στην ψηφοφορία συμμετέχουν οι έλληνες και οι ελληνίδες που είναι γραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους και την ημέρα διεξαγωγής της ψηφοφορίας βρίσκονται εντός των ορίων της επικράτειας.
ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ-ΔΗΜΟΣΙΑ ΠΡΟΒΟΛΗ.
Άρθρο 6:1. Τα έσοδα και οι δαπάνες κατά τη διάρκεια της περιόδου από τη λήψη της απόφασης της Ολομέλειας της Βουλής, με την οποία γίνεται δεκτή η πρόταση για τη διενέργεια δημοψηφίσματος, έως τη διεξαγωγή της ψηφοφορίας θεωρούνται εκλογικές, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο ν. 3023/2002 (Α΄ 146), όπως ισχύει.
2. Η οικονομική διαχείριση κατά τη διάρκεια της παραπάνω περιόδου δημοσιεύεται σε ειδική έκθεση εσόδων και δαπανών.
3. Ειδική έκθεση εσόδων και δαπανών υποχρεούνται να συντάξουν και να δημοσιεύσουν τα πολιτικά κόμματα, ανεξαρτήτως της ιδιότητάς τους ως δικαιούχων κρατικής χρηματοδότησης.
Για τα πολιτικά κόμματα που λαμβάνουν κρατική, τακτική ή εκλογική, χρηματοδότηση, τα έσοδα και οι δαπάνες τους κατά τη διάρκεια της περιόδου από τη λήψη της απόφασης της Ολομέλειας της Βουλής, με την οποία γίνεται δεκτή η πρόταση για τη διενέργεια δημοψηφίσματος, έως τη διεξαγωγή της ψηφοφορίας εγγράφονται σε διακριτή ενότητα στον ισολογισμό τους του επόμενου έτους.
4. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται οι ρυθμίσεις του ν. 3023/2002, όπως ισχύει.
Άρθρο 7:1. α. Κατά τη διάρκεια της περιόδου από τη λήψη της απόφασης της Ολομέλειας της Βουλής, με την οποία γίνεται δεκτή η πρόταση για τη διενέργεια δημοψηφίσματος, έως την παραμονή διεξαγωγής της ψηφοφορίας, οι δημόσιοι και οι ιδιωτικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί, οι τηλεοπτικοί σταθμοί ελεύθερης λήψης καθώς και οι φορείς παροχής συνδρομητικών και τηλεοπτικών υπηρεσιών κάθε μορφής υποχρεούται να μεταδίδουν μηνύματα πολιτικών κομμάτων που είτε εκπροσωπούνται στο εθνικό ή στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο είτε συμμετείχαν στις τελευταίες γενικές βουλευτικές εκλογές, έχοντας καταρτίσει πλήρεις συνδυασμούς υποψηφίων στο εβδομήντα τοις εκατό (70 τοις εκατό) των εκλογικών περιφερειών της χώρας και συγκέντρωσαν ποσοστό ψήφων, τουλάχιστον, ίσο με το ένα και μισό τοις εκατό (1,5 τοις εκατό) των εγκύρων ψηφοδελτίων της επικράτειας.
β. Η διάρκεια του χρόνου για τη μετάδοση μηνυμάτων καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και του Υπουργού που είναι αρμόδιος για την εποπτεία των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, μετά από γνώμη του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης και της Επιτροπής της παραγράφου 4 του παρόντος.
Με όμοια απόφαση κατανέμεται ο διαθέσιμος χρόνος μεταξύ των δικαιούχων με βάση την αρχή της αναλογικής ισότητας και την εξασφάλιση της μετάδοσης των θέσεών τους.
γ. Ο χρόνος διατίθεται δωρεάν και απαλλάσσεται από κάθε τέλος.
δ. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και του Υπουργού που είναι αρμόδιος για την εποπτεία των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, μετά από γνώμη του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης και της Επιτροπής της παραγράφου 4 του παρόντος καθορίζεται, με βάση τα κριτήρια του εδαφίου β΄ της παραγράφου 2 του παρόντος, ο χρόνος που διατίθεται στα δελτία ειδήσεων των κρατικών και των ιδιωτικών ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σταθμών για την παρουσίαση της δραστηριότητας των πολιτικών κομμάτων.
3. Οι ρυθμίσεις του άρθρου 46 του π.δ. 96/2007 ισχύουν και κατά τη διενέργεια δημοψηφίσματος.
4. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών που εκδίδεται εντός τεσσάρων ημερών από την προκήρυξη του δημοψηφίσματος και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως συγκροτείται στο Υπουργείο Εσωτερικών Διακομματική Επιτροπή.
Έργο της Επιτροής είναι η διατύπωση προτάσεων για την εφαρμογή του παρόντος νόμου.
Πρόεδρος της Επιτροπής είναι ο Υπουργός Εσωτερικών ή ο ορισμένος από αυτόν αναπληρωτής του και μέλη της από ένας εκπρόσωπος των πολιτικών κομμάτων που είτε εκπροσωπούνται στο εθνικό ή στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο είτε συμμετείχαν στις τελευταίες γενικές βουλευτικές εκλογές, έχοντας καταρτίσει πλήρεις συνδυασμούς υποψηφίων στο εβδομήντα τοις εκατό (70 τοις εκατό) των εκλογικών περιφερειών της χώρας, και συγκέντρωσαν ποσοστό ψήφων, τουλάχιστον, ίσο με το ένα και μισό τοις εκατό (1,5 τοις εκατό) των εγκύρων ψηφοδελτίων της επικράτειας.
ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ.
ΔΙΕΞΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ.
Άρθρο 8:Η ψηφοφορία διεξάγεται εντός τριάντα ημερών από τη δημοσίευση του προεδρικού διατάγματος, με το οποίο προκηρύσσεται το δημοψήφισμα, κατά εκλογικές περιφέρειες, όπως αυτές καθορίζονται κάθε φορά στις διατάξεις του νόμου για την εκλογή βουλευτών.
Ημέρα διεξαγωγής της ψηφοφορίας ορίζεται η Κυριακή.
Η ψηφοφορία αρχίζει στις 7.00 και ολοκληρώνεται στις 19.00 της ίδιας ημέρας.
Άρθρο 9:Το εκλογικό σώμα εκφράζει την προτίμησή του σε έντυπο ψηφοδέλτιο με τη χρήση των όρων ΝΑΙ και ΟΧΙ ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο καθορίζει η Ολομέλεια της Βουλής στην απόφασή της για τη διενέργεια δημοψηφίσματος.
Στους ψηφοφόρους μαζί με το έντυπο χορηγείται και ένα λευκό ψηφοδέλτιο.
Άρθρο 10:1. Τα ψηφοδέλτια έχουν ορθογώνιο σχήμα και κατασκευάζονται, ομοιόμορφα για όλη τη χώρα, από λευκό χαρτί με φροντίδα του Υπουργείου Εσωτερικών.
Οι διαστάσεις του ψηφοδελτίου καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, η οποία εκδίδεται το αργότερο τρεις ημέρες μετά τη δημοσίευση του προεδρικού διατάγματος προκήρυξης του δημοψηφίσματος.
2. Οι φάκελοι, μέσα στους οποίους κλείνονται τα ψηφοδέλτια, είναι ομοιόμορφοι για όλη τη χώρα και κατασκευάζονται με φροντίδα του Υπουργείου Εσωτερικών από αδιαφανές χαρτί.
Κατά τα λοιπά, εφαρμόζεται ανάλογα το άρθρο 75 του π.δ. 96/2007.
3. Τα ψηφοδέλτια και οι φάκελοι αποστέλλονται στον οικείο Αντιπεριφερειάρχη της περιφερειακής ενότητας της έδρας κάθε νομού το αργότερο πέντε ημέρες πριν από τη διεξαγωγή της ψηφοφορίας και σε επαρκή αριθμό, ο οποίος πρέπει να είναι μεγαλύτερος τουλάχιστον κατά είκοσι τοις εκατό (20 τοις εκατό) του αριθμού των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων σε κάθε εκλογικό τμήμα.
Άρθρο 11:1. Σε κάθε έντυπο ψηφοδέλτιο αναγράφεται με κεφαλαία γράμματα μελανής απόχρωσης το ερώτημα, όπως διατυπώθηκε στην απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής με την οποία έγινε δεκτή η πρόταση για τη διενέργεια δημοψηφίσματος, και αναφέρεται στο προεδρικό διάταγμα προκήρυξής του.
2. Εάν τα ερωτήματα είναι περισσότερα, καθένα αναγράφεται σε ξεχωριστό ψηφοδέλτιο.
3. Παραπλεύρως του ερωτήματος αναγράφονται, με κεφαλαία γράμματα μελανής απόχρωσης, οι απαντήσεις που έχει στη διάθεσή του ο ψηφοφόρος, όπως καθορίζονται στο προεδρικό διάταγμα προκήρυξης του δημοψηφίσματος.
4. Το ερώτημα και οι απαντήσεις χωρίζονται μεταξύ τους με οριζόντια γραμμή της ίδιας απόχρωσης.
5. Ο ψηφοφόρος εκφράζει την προτίμησή του, θέτοντας παραπλεύρως της απάντησης που προκρίνει σταυρό ή άλλη, καθορισμένη στο προεδρικό διάταγμα προκήρυξης του δημοψηφίσματος, ένδειξη, με μελάνι μαύρης ή γαλάζιας απόχρωσης.
6. Όταν δεν τίθεται σταυρός ή άλλη προβλεπόμενη ένδειξη σε έντυπο ψηφοδέλτιο, αυτό λογίζεται ως λευκό.
Άρθρο 12:1. Από τις προτιμήσεις των ψηφοφόρων σε κάθε ερώτημα που τίθεται στην κρίση τους επικρατεί εκείνη, η οποία συγκεντρώνει την απόλυτη πλειοψηφία των εγκύρων ψηφοδελτίων.
2. Στο έγκυρα ψηφοδέλτια δεν προσμετρώνται τα λευκά.
3. Το αποτέλεσμα δημοψηφίσματος για ψηφισμένο νομοσχέδιο που ρυθμίζει σοβαρό κοινωνικό ζήτημα είναι δεσμευτικό όταν στην ψηφοφορία λάβει μέρος τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό (50 τοις εκατό) όσων έχουν εγγραφεί στους εκλογικούς καταλόγους.
ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ.
ΔΙΑΛΟΓΗ ΤΩΝ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΩΝ.
Άρθρο 13:1. Μετά το άνοιγμα της κάλπης και την αρίθμηση των φακέλων η εφορευτική επιτροπή προβαίνει στη διαλογή των ψηφοδελτίων ως εξής:
α) ο πρόεδρός της ή όποιος διευθύνει τις εργασίες της παίρνει από την κάλπη ένα-ένα φάκελο, τον αποσφραγίζει και, αφού διακριβώσει ότι το ψηφοδέλτιο είναι έγκυρο, το επιδεικνύει, σε όποιον από τους παρισταμένους το ζητήσει, και διαβάζει το περιεχόμενό του, έτσι ώστε να τον ακούνε όλοι,
β) κάθε έγκυρο ψηφοδέλτιο αριθμείται κατά τη σειρά εξαγωγής του από την κάλπη και μονογραφείται από τον πρόεδρο της εφορευτικής επιτροπής ή εκείνον που διευθύνει τις εργασίες της, ο οποίος θέτει τη μονογραφή του δίπλα από το σταυρό ή την οποιαδήποτε άλλη καθορισμένη ένδειξη, και
γ) στη συνέχεια συμπληρώνεται ο αριθμός του ψηφοδελτίου στον ειδικό πίνακα και στην αντίστοιχη στήλη του ερωτήματος του δημοψηφίσματος.
2. Αμέσως μόλις ολοκληρωθεί η διαλογή, ο πρόεδρος της εφορευτικής επιτροπής ή εκείνος που διευθύνει τις εργασίες της, τηλεγραφεί ή ανακοινώνει, εγγράφως ή με οποιοδήποτε άλλο πρόσφορο μέσο και χωρίς καμία καθυστέρηση στον αρμόδιο Αντιπεριφερειάρχη της περιφερειακής ενότητας της έδρας κάθε νομού που υπάγεται το εκλογικό τμήμα, το αποτέλεσμα της διαλογής των ψηφοδελτίων.
Στην ανακοίνωση περιλαμβάνονται:
α) ο συνολικός αριθμός των ψηφοφόρων που είναι γραμμένοι στο εκλογικό τμήμα,
β) ο συνολικός αριθμός των ψηφοφόρων που ψήφισαν,
γ) ο αριθμός των ψηφοδελτίων που αναγνωρίστηκαν ως έγκυρα,
δ) ο αριθμός των άκυρων ψηφοδελτίων,
ε) ο αριθμός των λευκών ψηφοδελτίων, και
στ) ο αριθμός των έγκυρων ψηφοδελτίων που συγκέντρωσαν οι απαντήσεις σε κάθε ερώτημα.
3. Για την εκτέλεση των υποχρεώσεων της προηγούμενης παραγράφου, τίθενται στη διάθεση του προέδρου της εφορευτικής επιτροπής ή όποιου διευθύνει τις εργασίες της, όλα τα όργανα της Ελληνικής Αστυνομίας που υπηρετούν στην περιφέρεια του εκλογικού τμήματος και στην ανάγκη και πολίτες, που είναι υποχρεωμένοι να εκτελέσουν αμέσως την εντολή που τους δόθηκε.
Οποιαδήποτε παράλειψη του προέδρου ή εκείνου που διευθύνει τις εργασίες της εφορευτικής επιτροπής ή των δημοσίων οργάνων ή των πολιτών τιμωρείται σύμφωνα με την ισχύουσα εκλογική νομοθεσία.
Άρθρο 14:1. Μετά το πέρας της διαλογής κλείνεται ο πίνακας διαλογής του προηγούμενου άρθρου με πράξη που γράφεται σε αυτόν και υπογράφεται από τον πρόεδρο της εφορευτικής επιτροπής ή εκείνο που διευθύνει τις εργασίες της και τα μέλη της.
2. Αμέσως μετά συντάσσεται άλλη πράξη, που υπογράφουν όλοι οι προηγούμενοι, στην οποία αναφέρονται:
α) η ημέρα και η ώρα του πέρατος της διαλογής,
β) ο συνολικός αριθμός των ψηφοφόρων που είναι γραμμένοι στο εκλογικό τμήμα,
γ) ο συνολικός αριθμός των ψηφοφόρων που ψήφισαν,
δ) ο συνολικός αριθμός των φακέλων που βρέθηκαν στην κάλπη,
ε) ο αριθμός των ψηφοδελτίων που αναγνωρίστηκαν ως έγκυρα,
στ) ο αριθμός των άκυρων ψηφοδελτίων,
ζ) ο αριθμός των λευκών ψηφοδελτίων,
η) ο αριθμός των ψηφοδελτίων που προσβλήθηκαν ως άκυρα, αλλά κηρύχθηκαν έγκυρα,
θ) ο αριθμός των έγκυρων ψηφοδελτίων, περιλαμβανομένων και αυτών που προσβλήθηκαν αλλά κηρύχθηκαν έγκυρα, που συγκέντρωσαν οι απαντήσεις σε κάθε ερώτημα, και
ι) κάθε άλλο στοιχείο σχετικό με την ισχύουσα νομοθεσία για το δημοψήφισμα.
Η πράξη διαβάζεται δημόσια και αντίγραφό της διαβιβάζεται στον αρμόδιο Αντιπεριφερειάρχη και στο δήμαρχο που υπάγεται το εκλογικό τμήμα.
3. Μετά το πέρας της διαλογής η εφορευτική επιτροπή παραδίδει στο δήμαρχο την κάλπη, αφού κλείσει μέσα σε αυτήν όσα τυχόν εκλογικά είδη περίσσεψαν, τα οποία είναι υποχρεωμένος να φυλάξει.
ΕΚΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ.
Άρθρο 15:1. Την επόμενη της ψηφοφορίας αρχίζει από το αρμόδιο Πρωτοδικείο κάθε εκλογικής περιφέρειας η συγκέντρωση και η κατάταξη των αποτελεσμάτων της ψηφοφορίας.
2. Μόλις συγκεντρωθούν τα αποτελέσματα όλων των εφορευτικών επιτροπών της εκλογικής περιφέρειας, το οικείο Πρωτοδικείο προβαίνει στη σύνταξη του πίνακα των αποτελεσμάτων της επόμενης παραγράφου.
3. Στον πίνακα αποτελεσμάτων περιλαμβάνονται:
α) ο αριθμός των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων,
β) ο αριθμός των ψηφοφόρων που ψήφισαν,
γ) ο αριθμός των έγκυρων ψηφοδελτίων,
δ) ο αριθμός των λευκών ψηφοδελτίων,
ε) ο αριθμός των άκυρων ψηφοδελτίων, και
στ) ο αριθμός των έγκυρων ψηφοδελτίων που συγκέντρωσαν οι απαντήσεις σε κάθε ερώτημα.
4. Ο πίνακας υπογράφεται από τον Πρόεδρο, τα μέλη και το γραμματέα του Πρωτοδικείου.
Επικυρωμένο αντίγραφό του αποστέλλεται αμέσως στον Υπουργό Εσωτερικών και στην Ανωτάτη Εφορευτική Επιτροπή για να εκδώσει το γενικό οριστικό πίνακα αποτελεσμάτων.
5. Ο γενικός οριστικός πίνακας αποτελεσμάτων, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι αντίστοιχοι πίνακες από τα αρμόδια Πρωτοδικεία κάθε εκλογικής περιφέρειας, δημοσιεύεται με φροντίδα του Υπουργού Εσωτερικών στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
ΕΒΔΟΜΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ.
ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΟΥΣ
ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ.
Άρθρο 16:1. Ο έλεγχος του κύρους και του αποτελέσματος της ψηφοφορίας ανήκει στην αρμοδιότητα του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου του άρθρου 100 του Συντάγματος.
Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 35-38 του ν. 345/1976 (Α 141), όπως ισχύουν.
2. Οι ενστάσεις κατά του κύρους και του αποτελέσματος της ψηφοφορίας συζητούνται κατά προτίμηση και πάντως εντός μηνός από τη διεξαγωγή της ψηφοφορίας.
3. Στην περίπτωση δημοψηφίσματος για ψηφισμένο νομοσχέδιο που ρυθμίζει σοβαρό κοινωνικό ζήτημα, η απόφαση του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου εκδίδεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας δεκαπέντε ημερών από τη διεξαγωγή της συζήτησης.
ΟΓΔΟΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ.
ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ.
Άρθρο 17:1. Για όσα θέματα αφορούν τη διενέργεια δημοψηφίσματος και δεν ρυθμίζονται ειδικά στον παρόντα νόμο, εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του π.δ. 96/2007 (Α 116), όπως ισχύουν κάθε φορά.
2. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και του, κατά περίπτωση, συναρμοδίου Υπουργού καθορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος νόμου.
Άρθρο 18:Το άρθρο 132 του π.δ. 96/2007 αντικαθίσταται ως εξής:
Ο Περιφερειάρχης Αττικής είναι αρμόδιος για την προπαρασκευή και τη διενέργεια των γενικών βουλευτικών εκλογών και κάθε άλλης εκδήλωσης της λαϊκής θέλησης σε όλους τους δήμους του νομού Αττικής.
Άρθρο 19:1. Όπου στις διατάξεις του προεδρικού διατάγματος 96/2007 αναφέρεται «ο Νομάρχης» νοείται «ο Αντιπεριφερειάρχης της περιφερειακής ενότητας της έδρας κάθε νομού, ο οποίος είναι αρμόδιος για την προετοιμασία και τη διενέργεια των γενικών βουλευτικών εκλογών σε όλους τους δήμους του οικείου νομού».
2. Όπου στις διατάξεις του π.δ. 96/2007 αναφέρεται «ο Υπουργός Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης» νοείται «ο Υπουργός Εσωτερικών».
Άρθρο 20:Από τη θέση σε ισχύ του παρόντος καταργείται ο ν. 350/1976 (Α 150).