Ο διχασμός αυτός συνέβη και στην Ευρωπαϊκή Αριστερά. Γενικώς η δεσπόζουσα άποψη στην
Ευρωπαϊκή Αριστερά ήταν ότι η συνεχής ειρήνη βοηθά την ενδυνάμωση των αριστερών οργανώσεων και την διάδοση των επαναστατικών ιδεών. Αντίθετος με αυτές τις αντιλήψεις ο μετέπειτα ηγέτης της σοσιαλδημοκρατίας Edward Bernstein δημοσίευσε μια σειρά από άρθρα υπέρ του Ελληνικού Αγώνα υπέρ της Ελευθερίας, υπέρ της Ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα και των δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ενώ τις θέσεις του ενστερνίστηκαν και πολλοί άλλοι μετριοπαθείς αριστεροί. Οι αριστεροί υποστηρικτές του Ελληνικού Αγώνα υπογράμμιζαν ότι η θαρραλέα αντιπαράθεση της ανίσχυρης Ελλάδας κατά της πανίσχυρης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας θα παραδειγμάτιζε την εργατική τάξη να μην φοβάται τους πανίσχυρους αντιπάλους της. Λίγες μέρες μετά ήρθε η απάντηση από τους σκληρούς ορθόδοξους Μαρξιστές όπως ο Γερμανός Karl Kautski και η Eleanor Marx που προσπάθησαν με άρθρα τους να προσγειώσουν την Ευρωπαϊκή Αριστερά κατηγορώντας τους ότι έχουν "ξετρελαθεί με την Κρήτη" και ότι υποχωρούν ιδεολογικά υπό την πίεση της κοινής γνώμης.
Και οι δύο τόνιζαν πως τα μικρά Βαλκανικά κράτη με τις καθυστερημένες γεωργικές και κτηνοτροφικές οικονομίες τους αποτελούν "τροχοπέδη στην Ευρωπαϊκή ταξική Επανάσταση" και στην πρόοδο της εκβιομηχάνισης και του εμπορίου. Έτσι λοιπόν η υποστήριξη του Ελληνικού Αγώνα δεν
εξυπηρετούσε την στρατηγική και τις επιδιώξεις της πανευρωπαϊκής σοσιαλιστικής στρατηγικής που "δεν πρέπει να επηρεάζεται από ρομαντικές, φολκλορικές και φιλάνθρωπες διαθέσεις". Η βασική θέση των "Ορθόδοξων" Μαρξιστών ήταν ότι μια πολεμική εμπλοκή και πιθανή ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (παρουσιαζόταν τότε ως ο "μεγάλος ασθενής" της Ανατολής λόγω των ανυπέρβλητων οικονομικών τς προβλημάτων) θα ενδυνάμωνε την Τσαρική Ρωσία και θα ευνοούσε την κάθοδο της στο Αιγαίο.
Τελικώς η Eleanor Marx κατηγορούσε τους πεπλανημένους συντρόφους της ότι απεμπόλησαν την ιδεολογική τους μαρξιστική προσέγγιση υπό το βάρος των ασφυκτικών πιέσεων της κοινής γνώμης που είχε συγκινηθεί από τον Ελληνικό Αγώνα. Ο Ορθόδοξος μαρξισμός έστεκε (και στέκει) με αμηχανία μπροστά στο φαινόμενο του Έθνους και θεωρούσε πάντοτε δευτερεύον το θέμα της αρχής των εθνοτήτων. Σε μια διεθνιστική παγκόσμια προλεταριακή επανάσταση που ευαγγελιζόταν το θέμα των εθνοτήτων θα λυνόταν από μόνο του καθώς θα έπαυε να υφίσταται. Καθώς όμως η επανάσταση αυτή συνεχώς καθυστερούσε, πολλοί Μαρξιστές θεωρητικοί ανατίμησαν την αρχή των εθνοτήτων, θεωρώντας πως ήταν ένα ενδιάμεσο στάδιο πριν την επικράτηση του σοσιαλισμού. Οι γερασμένες Αυτοκρατορίες θα έδιναν την θέση τους σε σφριγηλά έθνη-κράτη που μετά την εθνική τους αποκατάσταση θα όδευαν ολοταχώς στην εκβιομηχάνιση και την συνεπακόλουθη σοσιαλιστική επανάσταση.
Τελικώς όμως τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν ακριβώς έτσι...