ανοιχτής καρδιάς στο Παρίσι, έπειτα από σοβαρά προβλήματα που παρουσίασε στη στεφανιαία αορτή.
Η Σ.Εβόρα νοσηλευόταν από την Παρασκευή στην εντατική σε κρίσιμη κατάσταση. Το Σεπτέμβριο είχε αποφασίσει να αποσυρθεί, δηλώνοντας ότι αισθανόταν «μεγάλη εξάντληση».
Στις 22 Οκτωβρίου είχε επιστρέψει στο νησί Σαο Βινσέντε στο Πράσινο Ακρωτήρι.
Η Σεζάρια Έβορα, η οποία τραγουδούσε ξυπόλυτη για να εκφράσει τη διαμαρτυρία της για τη φτώχεια του λαού της, γεννήθηκε στις 27 Αυγούστου του 1941 στο Πράσινο Ακρωτήρι.
Ήταν κόρη ενός βιολιστή και μιας μαγείρισσας.
Πέρασε τρία χρόνια σε καθολικό ορφανοτροφείο, όπου οι καλόγριες της έμαθαν να ράβει και να σιδερώνει. Τις Κυριακές τραγουδούσε στην εκκλησία.
Υπηρέτησε τα παραδοσιακά είδη μουσικής «coladeiras» (κολαντέιρας) και «mornas» (μόρνας), που της τα δίδαξε, όταν ήταν μόλις 16 ετών, ένας ναυτικός από το Πράσινο Ακρωτήρι.
Τα τραγούδια «μόρνας» αποτελούν τραγούδια της λύπης, της μελαγχολίας και της νοσταλγίας. Έγινε διάσημη διεθνώς μετά τα 50 της. Μέχρι τότε τη μαγεία της μουσικής και της φωνής της την απολάμβαναν θαμώνες σε μπαρ και ταβέρνες, στο Μιντέλο του νησιού Σάο Βινσέντε.
Οι θαμώνες την φώναζαν στα τραπέζια για να τραγουδήσει για λίγα εσκούδος (το νόμισμα της Πορτογαλίας, της οποίας το Πράσινο Ακρωτήρι ήταν αποικία μέχρι το 1975) ή για ένα ποτήρι «γκρογκ» (το τοπικό ποτό).
Η αφετηρία για την επιτυχημένη της καριέρα χρονολογείται το 1987, όταν έδωσε τις πρώτες της συναυλίες στη Λισαβόνα.
Εκεί την άκουσε τυχαία ένας διάσημος παραγωγός, την πήρε στην εταιρεία του και την επόμενη χρονιά τη βοήθησε να βγάλει το πρώτο της άλμπουμ. Τότε πραγματοποίησε και την πρώτη της περιοδεία.
Με επιρροές από την παράδοση της Πορτογαλίας, της Βραζιλίας και της Κούβας, η Σεζάρια Εβόρα είχε ηχογραφήσει συνολικά 11 στούντιο άλμπουμ, ενώ είχε βραβευθεί και με Grammy.
Η «ξυπόλυτη ντίβα» είχε επισκεφθεί και την Ελλάδα για συναυλίες.