Μόνο το 2003, το συνολικό ποσοστό γονιμότητας στην ΕΕ των 27 μειώθηκε σε 1,47 γεννήσεις ζώντων νεογνών ανά γυναίκα.
Τα παραπάνω στοιχεία προκύπτουν από ευρωπαϊκή έκθεση, με θέμα "Η γονιμότητα έχει σημασία", η οποία παρουσιάστηκε σε εκδήλωση από τον καθηγητή Μαιευτικής- Γυναικολογίας και Ανθρώπινης Αναπαραγωγής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Βασίλη Ταρλατζή.
Όπως μεταδίδει το ΑΠΕ, στην ανάπτυξη της υπογονιμότητας, πέραν από ιατρικούς λόγους, συντελεί και το φαινόμενο επιβράδυνσης της αναπαραγωγής, σημείωσε ο κ. Ταρλατζής. Δηλαδή, οι γυναίκες περιμένουν να φτάσουν σε μεγαλύτερη ηλικία για να αποκτήσουν παιδί και σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης μόνο το ένα τρίτο από τις γυναίκες άνω των 40 χρόνων θα μείνει έγκυος μετά από τρία χρόνια σεξουαλικών επαφών χωρίς προφυλάξεις.
Για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της υπογονιμότητας, σημαντικός είναι ο ρόλος της Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Παραγωγής - MAR, όπου με τη βοήθειά της έχουν γεννηθεί 3,75 εκατ. μωρά σε χρονικό διάστημα 32 χρόνων, είπε ο καθηγητής.
Μιλώντας για την πρόσβαση των ζευγαριών στην Ελλάδα σε θεραπείες γονιμότητας και την επιτακτική ανάγκη για αντιμετώπιση της γονιμότητας ως ιατρική και κοινωνική προτεραιότητα, ο κ. Ταρλατζής είπε, ότι "όσο περνά ο καιρός, το κράτος, μέσω των ασφαλιστικών ταμείων, δείχνει να έχει τη διάθεση να ξεκινήσει μια προσπάθεια, ώστε να κάνει τη θεραπεία αυτή λίγο πιο προσβάσιμη σε όσο το δυνατόν περισσότερα ζευγάρια" και εξέφρασε την ελπίδα στο μέλλον οι παρεμβάσεις αυτές να διευρυνθούν ακόμη περισσότερο και ως προς το ύψος της χρηματικής κάλυψης, αλλά και ως προς τον αριθμό των προσπαθειών, έτσι ώστε να καλυφθεί απολύτως η έννοια της προσβασιμότητας της θεραπείας σε όλους.
"Η ανάπτυξη της γονιμότητας δεν έρχεται να δώσει λύση μόνο σε δημογραφικά και κοινωνικά ζητήματα, αλλά κυρίως να δώσει χαρά και να στηρίξει τη δομή και επέκταση μιας οικογένειας, με άμεσο αντίκτυπο την ύπαρξη μιας υγιούς κοινωνίας", κατέληξε ο καθηγητής.