Οι φόβοι των ειδικών
«Για πρώτη φορά αποδεικνύεται μέσα από αυτή τη μελέτη ότι η θεραπεία της υψηλής αρτηριακής πίεσης παρατείνει τη ζωή» σημειώνει μιλώντας στο Βήμα ο κ. Κωστής και εξηγεί το σκεπτικό της μακροχρόνιας μελέτης που διεξήγαγε με την ομάδα του και η οποία δημοσιεύεται στο επιστημονικό περιοδικό της Αμερικανικής Ιατρικής Εταιρείας (Journal of the American Medical Association, JAMA): «Τη δεκαετία του 1980 πλανιόταν μεταξύ των ειδικών το ερώτημα σχετικά με το αν πρέπει να χορηγείται φαρμακευτική θεραπεία στις περιπτώσεις ασθενών που εμφάνιζαν υψηλές μετρήσεις μόνο της συστολικής και όχι και της διαστολικής πίεσης – ένα φαινόμενο που ονομάζεται μεμονωμένη συστολική υπέρταση. Και αυτό διότι εκφράζονταν φόβοι πως αν η φαρμακευτική θεραπεία οδηγήσει σε περαιτέρω μείωση της διαστολικής πίεσης τότε θα υπάρχει κίνδυνος εγκεφαλικού επεισοδίου. Αποφασίσαμε λοιπόν να διερευνήσουμε το ζήτημα».
Ο καθηγητής και οι συνεργάτες του διεξήγαγαν έτσι μεταξύ του 1985 και του 1990 κλινική δοκιμή που περιελάμβανε 4.700 υπερτασικά άτομα με μέσο όρο ηλικίας τα 72 έτη. Οι μισοί από τους ασθενείς άρχισαν να λαμβάνουν το αντι-υπερτασικό φάρμακο χλωρθαλιδόνη ενώ οι υπόλοιποι εικονικό φάρμακο. Στις περιπτώσεις που η χλωρθαλιδόνη δεν ήταν αποτελεσματική οι εθελοντές έλαβαν κάποιον β-αναστολέα.
Φαρμακευτική πρόληψη καρδιαγγειακών
Όπως προέκυψε η λήψη φαρμακευτικής θεραπείας οδήγησε σε πρόληψη της τάξεως του 50% σε ό,τι αφορούσε την εμφάνιση καρδιακής ανεπάρκειας, του 37% σε ό,τι αφορούσε τα εγκεφαλικά επεισόδια και του 25% σε ό,τι αφορούσε τα εμφράγματα. Ωστόσο δεν κατεγράφη στατιστικώς σημαντική διαφορά μεταξύ των δύο ομάδων στη θνησιμότητα.
Ο κ. Κωστής σημειώνει ότι η ανάλυση των στοιχείων της παρακολούθησης που έγινε το 2006 έδειξε ότι το 60% των εθελοντών είχε πεθάνει. «Αυτό ήταν επόμενο αφού επρόκειτο για μεγάλα σε ηλικία άτομα» υπογραμμίζει ο ειδικός σπεύδοντας να συμπληρώσει ότι το αξιοσημείωτο ήταν πως σε πολλές περιπτώσεις δεν ήταν η καρδιά… εκείνη που πρόδωσε τους ασθενείς, όπως θα περίμενε κάποιος. «Μόνο το 30% των ασθενών κατέληξε εξαιτίας καρδιαγγειακών προβλημάτων ενώ στο υπόλοιπο 30% ο θάνατος οφειλόταν σε άλλα αίτια και κυρίως σε καρκίνους, νεφροπάθειες, αναπνευστικά νοσήματα και σε κάποιες περιπτώσεις σε νόσο Αλτσχάιμερ».
Παράταση ζωής
Το σημαντικότερο όμως στοιχείο που εξήχθη από την ανάλυση ήταν, σύμφωνα με τον κ. Κωστή, ότι όσοι από τους ασθενείς είχαν πάρει πραγματικό και όχι εικονικό φάρμακο κέρδισαν… ζωή. «Έζησαν μια ημέρα παραπάνω για κάθε μήνα που έλαβαν αντι-υπερτασική θεραπεία. Αυτό σημαίνει ότι εάν ένα άτομο ξεκινήσει τη λήψη θεραπείας εγκαίρως – γύρω στα 40 έτη του – μπορεί να κερδίσει 2 ως 3 χρόνια επιπλέον ζωής».
Σύμφωνα με τον καθηγητή η επίδραση των αντι-υπερτασικών φαρμάκων στη μακροπρόθεσμη υγεία μοιάζει με μια… κληρονομιά. «Οι ασθενείς που έλαβαν νωρίτερα στη ζωή τους φάρμακα ήταν σαν να κληρονόμησαν περισσότερο χρόνο ζωής. Αυτό ήταν εμφανές αφού από ένα σημείο της μελέτης και μετά όλοι οι εθελοντές ξεκίνησαν τη λήψη φαρμάκων. Τα πραγματικά οφέλη ωστόσο παρουσιάστηκαν σε εκείνους που ξεκίνησαν εγκαίρως να λαμβάνουν την αντι-υπερτασική θεραπεία».
Από τα 35 ο έλεγχος των δεικτών υγείας
Ο Έλληνας επικεφαλής της νέας μελέτης θέλει να στείλει ένα γενικότερο μήνυμα από το Νιου Τζέρσι, το οποίο, όπως λέει, είναι... οικουμενικό. «Πρέπει όλοι από μικρή ηλικία – ήδη από τα 35 ως 40 έτη τους – να φροντίσουν να έχουν υπό έλεγχο όχι μόνο την αρτηριακή τους πίεση αλλά και άλλους σημαντικούς δείκτες όπως η χοληστερόλη. Πρέπει να σταματούν νωρίς το κάπνισμα εάν καπνίζουν, να περπατούν και να σταματήσουν να κάθονται σε έναν καναπέ απέναντι από την τηλεόραση εάν επιθυμούν να έχουν μια μακριά και καλή ζωή».
Ο κ. Κωστής καταλήγει τονίζοντας ότι αυτό το μήνυμα της υγείας είναι ακόμη πιο επίκαιρο τώρα με την οικονομική κρίση που έχει «πλήξει» ιδιαιτέρως τη χώρα μας: «Όπως έχουν έλθει τα πράγματα, για να πάρει κάποιος σύνταξη πρέπει να φθάσει σε… μεγάλη, μεγάλη ηλικία. Οφείλουμε λοιπόν να είμαστε υγιείς αφού καλούμαστε να δουλεύουμε ατελείωτα χρόνια. Διότι διαφορετικά βλέπω τα πράγματα να γίνονται ακόμη χειρότερα»…Ας φροντίσουμε λοιπόν να έχουμε καλή (όσο μας επιτρέπεται) υγεία για να αντέχουμε!