Γράφει: Πέτρος Μάρκαρης
Εδώ και ένα μήνα έχω μείνει άφωνος μπροστά σ’ αυτούς τους επίδοξους «ηγέτες» του ΠΑΣΟΚ. Δεν περνάει σχεδόν μέρα, που κάποιος απ’ αυτούς να μην κάνει μια δήλωση σχετικά με τη διαδικασία διαδοχής στην αρχηγία του κόμματος του. Η απορία μου είναι: Tους ακούει κανείς; Ενδιαφέρεται κανένας Έλληνας πολίτης σήμερα για το τι θα γίνει με το ΠΑΣΟΚ;...
Ακούει κανείς, φερ ειπείν, τι λέει για το ΠΑΣΟΚ ο κύριος Παπουτσής, όταν η Αθήνα, για την ασφάλεια της οποίας είναι υπεύθυνος, έχει αφεθεί στο έλεος του οργανωμένου εγκλήματος και οι ληστές μπορούν να απειλούν άφοβα με το καλάσνικοφ τους, τον κάθε Αθηναίο, εντός και εκτός οικίας; Πριν από μερικούς μήνες ο Αλέκος Αλαβάνος οραματιζόταν το Σύνταγμα ως πλατεία Ταχρίρ. Ποια πλατεία Ταχρίρ; Η Αθήνα έχει μετατραπεί σε Τέξας, και εμείς ζούμε στην εποχή του Μπούφαλο Μπιλ.
Ενδιαφέρεται κανείς για τις δηλώσεις του κυρίου Ραγκούση περί ΠΑΣΟΚ, όταν ο κάθε πολίτης θυμάται την τζάμπα ταλαιπωρία του περασμένου καλοκαιριού για τα ξενοδοχεία, τα τουριστικά επαγγέλματα, τους τουρίστες, τους ταξιτζήδες και τους πελάτες τους, επειδή ο κ. Ραγκούσης ήθελε να απελευθερώσει τα ταξί, και έφυγε μία ωραία πρωΐα χωρίς να περάσει, όχι τον νόμο, αλλά χωρίς καν να έχει καταθέσει το νομοσχέδιο, ενώ τώρα φωτογραφίζεται αμέριμνος με τους αξιωματικούς της ελληνικής αεροπορίας;
Μήπως ενδιαφέρει τους Έλληνες πολίτες το ΠΑΣΟΚ plus, που οραματίζεται η κυρία Διαμαντοπούλου, όταν τα παιδιά τους κάθονται στα θρανία χωρίς βιβλία από την αρχή της σχολικής χρονιάς; Ποιοι την ακούν; Οι γονείς, οι δάσκαλοι, ή οι μαθητές; Αν μιλούσε για το ΠΑΣΟΚ zero, ενδεχομένως να την άκουγαν περισσότεροι.
Και ποιος Έλληνας πολίτης έχει αυτιά για ν’ ακούσει την αυτοκριτική σε συνέχειες του κ. Χρυσοχοΐδη, που την κάνει στρογγυλοκαθισμένος στην υπουργική καρέκλα του; Να του θυμίσω μερικά διαδικαστικά. Η αυτοκριτική είναι ένα εφεύρημα των κομμουνιστικών κομμάτων. Η συνήθης πρακτική ήταν το στέλεχος να κάνει την αυτοκριτική πριν ή μετά την καθαίρεσή του. Δεν έφτανε ότι τον καθαιρούσαν, έπρεπε και να εξευτελιστεί δημοσίως, για να πείσει ότι ορθώς τον καθαίρεσαν τέτοιος που ήταν. Όταν οι αστικές Δημοκρατίες πήραν, μεταξύ άλλων, και την αυτοκριτική από τα κομουνιστικά κόμματα, η αυτοκριτική σήμαινε αυτομάτως και παραίτηση.
Στο ΠΑΣΟΚ η αυτοκριτική είναι ψωμοτύρι, γιατί δεν έχει συνέπειες. Παράδειγμα, ο κ. Χρυσοχοΐδης. Κάνει την αυτοκριτική του και λέει ότι κακώς μπήκαμε στο Μνημόνιο, ενώ ήταν ανελλιπώς υπουργός όλων των κυβερνήσεων από τον Οκτώβριο του 2009, που έλεγαν στους Έλληνες πολίτες «σκάσε και πλήρωνε». Δε σκέφτηκε ποτέ να παραιτηθεί αφού διαφωνούσε, τουναντίον, εξακολουθεί να είναι υπουργός ακόμα και σήμερα, μετά την αυτοκριτική του. Η συλλογιστική του είναι απλή: Από τη μια χαϊδεύω τα αυτιά των πολιτών, γιατί έτσι κερδίζω πόντους σε περίπτωση εκλογής του νέου αρχηγού από τη βάση. Από την άλλη, όμως, δεν παραιτούμαι από υπουργός, γιατί τότε θα μείνω πίσω στη διεκδίκηση της προεδρίας του κόμματος.
Αυτό το ομαδικό παιχνίδι κομματικής συναναστροφής παίζεται από όλους τους διεκδικητές αρχηγίας του ΠΑΣΟΚ, συμπεριλαμβανομένου και του μέχρι νεωτέρας αρχηγού του, ο οποίος παίζει με το σύστημα του Καραγκιόζη: Δική μου η καρέκλα, δικό μου και το δεκάρι κούπα.
Ενδιαφέρει κάποιον Έλληνα πολίτη, πέραν του στενού κομματικού κύκλου, αν αύριο το ΠΑΣΟΚ θα σπάσει στα δύο, στα τρία ή στα τέσσερα;
Και όλα αυτά γίνονται, τη στιγμή που οι Έλληνες πολίτες ζουν στη λογική του «διαμερίσαντο τα ιμάτια αυτού βαλόντες κλήρον». Γιατί, εδώ που τα λέμε, έτσι όπως παίρνονται τα μέτρα στην Ελλάδα, χωρίς σχέδιο και πρόγραμμα, μόνο με κλήρο παίρνονται.
Η αείμνηστη Ελένη Βλάχου, η οποία δεν ήταν μόνο μια εξαιρετική δημοσιογράφος, αλλά είχε και ένα πηγαίο χιούμορ, είχε πει κάποτε: «Στην Ελλάδα, δια της αποτυχίας γίνεσαι πρωθυπουργός». Αν αυτό αληθεύει, τότε καλά θα κάνει η Προεδρία της Δημοκρατίας να αρχίσει να μοιράζει από τώρα αριθμούς προτεραιότητας στους υποψήφιους πρωθυπουργούς, γιατί είναι τόσοι πολλοί, ώστε όταν έρθει η ώρα, θα αρχίσουν να σπρώχνονται στην είσοδο της Προεδρίας.
ΑΙΧΜΗ
Εδώ και ένα μήνα έχω μείνει άφωνος μπροστά σ’ αυτούς τους επίδοξους «ηγέτες» του ΠΑΣΟΚ. Δεν περνάει σχεδόν μέρα, που κάποιος απ’ αυτούς να μην κάνει μια δήλωση σχετικά με τη διαδικασία διαδοχής στην αρχηγία του κόμματος του. Η απορία μου είναι: Tους ακούει κανείς; Ενδιαφέρεται κανένας Έλληνας πολίτης σήμερα για το τι θα γίνει με το ΠΑΣΟΚ;...
Ακούει κανείς, φερ ειπείν, τι λέει για το ΠΑΣΟΚ ο κύριος Παπουτσής, όταν η Αθήνα, για την ασφάλεια της οποίας είναι υπεύθυνος, έχει αφεθεί στο έλεος του οργανωμένου εγκλήματος και οι ληστές μπορούν να απειλούν άφοβα με το καλάσνικοφ τους, τον κάθε Αθηναίο, εντός και εκτός οικίας; Πριν από μερικούς μήνες ο Αλέκος Αλαβάνος οραματιζόταν το Σύνταγμα ως πλατεία Ταχρίρ. Ποια πλατεία Ταχρίρ; Η Αθήνα έχει μετατραπεί σε Τέξας, και εμείς ζούμε στην εποχή του Μπούφαλο Μπιλ.
Ενδιαφέρεται κανείς για τις δηλώσεις του κυρίου Ραγκούση περί ΠΑΣΟΚ, όταν ο κάθε πολίτης θυμάται την τζάμπα ταλαιπωρία του περασμένου καλοκαιριού για τα ξενοδοχεία, τα τουριστικά επαγγέλματα, τους τουρίστες, τους ταξιτζήδες και τους πελάτες τους, επειδή ο κ. Ραγκούσης ήθελε να απελευθερώσει τα ταξί, και έφυγε μία ωραία πρωΐα χωρίς να περάσει, όχι τον νόμο, αλλά χωρίς καν να έχει καταθέσει το νομοσχέδιο, ενώ τώρα φωτογραφίζεται αμέριμνος με τους αξιωματικούς της ελληνικής αεροπορίας;
Μήπως ενδιαφέρει τους Έλληνες πολίτες το ΠΑΣΟΚ plus, που οραματίζεται η κυρία Διαμαντοπούλου, όταν τα παιδιά τους κάθονται στα θρανία χωρίς βιβλία από την αρχή της σχολικής χρονιάς; Ποιοι την ακούν; Οι γονείς, οι δάσκαλοι, ή οι μαθητές; Αν μιλούσε για το ΠΑΣΟΚ zero, ενδεχομένως να την άκουγαν περισσότεροι.
Και ποιος Έλληνας πολίτης έχει αυτιά για ν’ ακούσει την αυτοκριτική σε συνέχειες του κ. Χρυσοχοΐδη, που την κάνει στρογγυλοκαθισμένος στην υπουργική καρέκλα του; Να του θυμίσω μερικά διαδικαστικά. Η αυτοκριτική είναι ένα εφεύρημα των κομμουνιστικών κομμάτων. Η συνήθης πρακτική ήταν το στέλεχος να κάνει την αυτοκριτική πριν ή μετά την καθαίρεσή του. Δεν έφτανε ότι τον καθαιρούσαν, έπρεπε και να εξευτελιστεί δημοσίως, για να πείσει ότι ορθώς τον καθαίρεσαν τέτοιος που ήταν. Όταν οι αστικές Δημοκρατίες πήραν, μεταξύ άλλων, και την αυτοκριτική από τα κομουνιστικά κόμματα, η αυτοκριτική σήμαινε αυτομάτως και παραίτηση.
Στο ΠΑΣΟΚ η αυτοκριτική είναι ψωμοτύρι, γιατί δεν έχει συνέπειες. Παράδειγμα, ο κ. Χρυσοχοΐδης. Κάνει την αυτοκριτική του και λέει ότι κακώς μπήκαμε στο Μνημόνιο, ενώ ήταν ανελλιπώς υπουργός όλων των κυβερνήσεων από τον Οκτώβριο του 2009, που έλεγαν στους Έλληνες πολίτες «σκάσε και πλήρωνε». Δε σκέφτηκε ποτέ να παραιτηθεί αφού διαφωνούσε, τουναντίον, εξακολουθεί να είναι υπουργός ακόμα και σήμερα, μετά την αυτοκριτική του. Η συλλογιστική του είναι απλή: Από τη μια χαϊδεύω τα αυτιά των πολιτών, γιατί έτσι κερδίζω πόντους σε περίπτωση εκλογής του νέου αρχηγού από τη βάση. Από την άλλη, όμως, δεν παραιτούμαι από υπουργός, γιατί τότε θα μείνω πίσω στη διεκδίκηση της προεδρίας του κόμματος.
Αυτό το ομαδικό παιχνίδι κομματικής συναναστροφής παίζεται από όλους τους διεκδικητές αρχηγίας του ΠΑΣΟΚ, συμπεριλαμβανομένου και του μέχρι νεωτέρας αρχηγού του, ο οποίος παίζει με το σύστημα του Καραγκιόζη: Δική μου η καρέκλα, δικό μου και το δεκάρι κούπα.
Ενδιαφέρει κάποιον Έλληνα πολίτη, πέραν του στενού κομματικού κύκλου, αν αύριο το ΠΑΣΟΚ θα σπάσει στα δύο, στα τρία ή στα τέσσερα;
Και όλα αυτά γίνονται, τη στιγμή που οι Έλληνες πολίτες ζουν στη λογική του «διαμερίσαντο τα ιμάτια αυτού βαλόντες κλήρον». Γιατί, εδώ που τα λέμε, έτσι όπως παίρνονται τα μέτρα στην Ελλάδα, χωρίς σχέδιο και πρόγραμμα, μόνο με κλήρο παίρνονται.
Η αείμνηστη Ελένη Βλάχου, η οποία δεν ήταν μόνο μια εξαιρετική δημοσιογράφος, αλλά είχε και ένα πηγαίο χιούμορ, είχε πει κάποτε: «Στην Ελλάδα, δια της αποτυχίας γίνεσαι πρωθυπουργός». Αν αυτό αληθεύει, τότε καλά θα κάνει η Προεδρία της Δημοκρατίας να αρχίσει να μοιράζει από τώρα αριθμούς προτεραιότητας στους υποψήφιους πρωθυπουργούς, γιατί είναι τόσοι πολλοί, ώστε όταν έρθει η ώρα, θα αρχίσουν να σπρώχνονται στην είσοδο της Προεδρίας.
ΑΙΧΜΗ