Στὸ Πρωτοχρονιάτικο Μήνυμα τοῦ Μητροπολίτου Γόρτυνος καὶ Μεγαλοπόλεως Ἱερεμία καὶ στὴν §6, διαβάζουμε...
«Καὶ “μέσ’ στὴν ἀνεμοζάλη οἱ λύκοι χαίρονται”, λέγει ὁ λαός μας. Καὶ ποιοί εἶναι οἱ λύκοι; Οἱ αἱρετικοί. Στὴν ἐποχή μας κινδυνεύουμε περισσότερο ἀπὸ δύο αἱρέσεις. Ἀπὸ τὸν παπισμὸ καὶ τὸν οἰκουμενισμό. Ὑποχρεοῦμαι, χριστιανοί μου, σὰν ποιμένας σας, νὰ σᾶς ἐνημερώσω καθαρὰ καὶ νὰ σᾶς πω: Ὁ παπισμὸς εἶναι αἵρεση καὶ ὁ οἰκουμενισμὸς εἶναι παναίρεση».
Δηλώνετε, Σεβασμιώτατε, πὼς ὁ «Οἰκουμενισμὸς εἶναι παναίρεσις».
Πολὺ σωστά. Θὰ κάνουμε καὶ σὲ σᾶς τὴν ἐρωτήση που ἀπευθύναμε προσωπικὰ στον Μητροπολίτη Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεο, τὸν μητροπολίτη Πειραιῶς κ. Σεραφείμ, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλη τὴν Ἱερὰ Σύνοδο (καὶ ἀπάντηση δὲν πήραμε): Ἐφόσον –ὅπως λέτε– ὑπάρχει ὄχι ἁπλῶς αἵρεση, ἀλλὰ παναίρεση, τότε πρέπει να ὑπάρχουν καὶ αἱρετικοί. Κάποιοι, μάλιστα, ἔχουν κατονομάσει τοὺς αἱρετικοὺς καὶ μὲ κείμενα ἔχουν παρουσιάσει τὶς αἱρετικὲς δοξασίες τους. Κι αὐτοὶ ποὺ κατονομάζονται ὡς αἱρετικοί, ἔχουν τὸν βαθμὸ τοῦ ἐπισκόπου. Ἀλλὰ (ἐφόσον εἶναι παν-αἱρετικοὶ) ἀσφαλῶς εἶναι ψευδεπίσκοποι καὶ ἄρα “κατ’ εὐφημισμὸν” ἐπίσκοποι.
Ἐσεῖς, ὅμως, οἱ καλοὶ ἐπίσκοποι, γιατὶ δὲν τοὺς κατονομάζετε; Μήπως τοὺς ὑπονοεῖτε ἔμμεσα; Κι ἂν ναί, γιατί δὲν τοὺς κατονομάζετε; Λόγῳ συναδελφικότητος, ἢ μήπως φοβάστε τὶς συνέπειες; Τότε, πόσο μιμεῖσθε τοὺς Ἁγίους; Καὶ πόσο προστατεύετε (ὡς ἔχετε καθῆκον) τοὺς πιστοὺς ἀπὸ τὴν συναναστροφὴ μὲ τοὺς αἱρετικούς; Ἔτσι ἔκαναν οἱ Ἅγιοι Πατέρες; Ἂν δεν μπορεῖτε να σηκώσετε τὸ βάρος τῆς ἐπισκοποπικὴς ἰδιότητος, γιατί δεν παραιτεῖστε;
Σᾶς ξαναρωτᾶμε: Ὁ πατριάρχης Βαρθολομαῖος, ὁ μητροπολίτης Περγάμου Ἰωάννης, ὁ μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος (γιὰ νὰ περιοριστῶ σὲ μερικοὺς “Ὀρθόδοξους” ποιμένες) ἔχουν καταγγελθεῖ ὡς αἱρετικοί, σύμφωνα μὲ τὰ λόγια καὶ τὰ ἔργα τους. Ἐσεῖς, ὡς ἐπίσκοπος καὶ καθηγητὴς πανεπιστημίου, μπορεῖτε νὰ μᾶς ἀπαντήσετε, ἂν εἶναι αἱρετικὰ τὰ λόγια καὶ τὰ ἔργα τους; Κι ἂν δὲν εἶναι αὐτοὶ αἱρετικοί, τότε πρέπει νὰ μᾶς ὑποδείξετε ποιοὶ ἄλλοι εἶναι· νὰ μᾶς ὑποδείξετε ἐκείνους ποὺ ἡγοῦνται τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ; Ὑπάρχει, κ. καθηγητά, αἵρεση χωρὶς αἱρετικούς; Ὑπάρχει, Σεβασμιώτατε ἀορίστη καὶ ἀκεφάλη αἵρεση;
Μὲ τὸ νὰ λέτε, ἔτσι γενικὰ καὶ ἀόριστα, πὼς ὑπάρχει αἵρεση, σὲ τίποτα δὲν σᾶς στοιχίζει καὶ κανένα δὲν βοηθᾶτε. Καὶ ἀσφαλῶς τότε, ἰσχύει ἡ διαπίστωσή σας πὼς ἂν «ἡ ἱερατικὴ ἐξουσία... δὲν εἶναι εὐσυνείδητη καί θυσιαστικὴ στὴν ἀποστολή της τό ἀποτέλεσμα εἶναι ὅτι ὅλο τὸ σῶμα (ἐδῶ τῆς Ἐκκλησίας) νά καταρρέει».
Τολμεῖστε λοιπόν, Σεβασμιώτατε, κι ἐσεῖς καὶ οἱ ἄλλοι καλοὶ ἐπίσκοποι νὰ θέσετε τὸν δάχτυλόν σας «ἐπί τὸν τύπον τῶν ἥλων», νὰ κάνετε ἕνα βῆμα παραπέρα. Ἡ προτροπή σας γιὰ μετάνοια θὰ εἶναι εἰλικρινής, ἂν δώσετε πρῶτος τὸ καλὸ παράδειγμα τῆς «ὁμολογίας» κατονομάζοντας τοὺς αἱρετικούς. Τότε «θὰ ἐνημερώσετε καθαρὰ» τοὺς πιστούς, τότε κι ἐσεῖς θὰ γιορτάσετε μὲ ἥσυχη τὴν συνείδησή σας καὶ σὲ μᾶς θὰ δώσετε τὴν χαρά, ὅτι ἕνας τουλάχιστον ἐπίσκοπος βαδίζει στ’ ἀχνάρια τῶν Ὁμολογητῶν Ἁγίων Ἐπισκόπων.