καθώς τα μικροσωματίδια, που αποτελούν παγκοσμίως τη μεγαλύτερη απειλή για τη δημόσια υγεία, έσπασαν όλα τα ρεκόρ.
Σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Βόλο, υπερβάσεις ορίων καταγράφηκαν σχεδόν σε καθημερινή βάση το τελευταίο δεκαήμερο του Νοεμβρίου. Οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι η στροφή των Ελλήνων στο τζάκι και τις ξυλόσομπες έχει εκτοξεύσει τις εκπομπές του επικίνδυνου ατμοσφαιρικού ρύπου, ο οποίος κάθε χρόνο ευθύνεται για περίπου 500.000 πρόωρους θανάτους σε ολόκληρη την Ευρώπη. Παράλληλα τονίζουν πως τα μικροσωματίδια είναι πλέον μικρότερα σε μέγεθος, σε σχέση με μια δεκαετία πριν, και συνεπώς πολύ πιο επικίνδυνα για την υγεία, καθώς έχουν πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες να απορροφηθούν από τον ανθρώπινο οργανισμό!
Ρεκόρ 20ετίας
Οι μετρήσεις των αρμόδιων φορέων έδειξαν πως, το φετινό φθινόπωρο, η ποιότητα της ατμόσφαιρας στις ελληνικές πόλεις ήταν σε ένα από τα χειρότερα επίπεδα της τελευταίας εικοσαετίας. Με το ανώτατο ημερήσιο επιτρεπτό όριο για την ανθρώπινη υγεία να είναι στα 50 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο αέρα, στην Αθήνα τα μικροσωματίδια άγγιξαν τα 70 μγ/κ.μ., στον Βόλο έφτασαν τα 189 μγ/κ.μ., ενώ στη Θεσσαλονίκη κυμάνθηκαν σε ιστορικά ρεκόρ, σκαρφαλώνοντας στα 220 μγ/κ.μ.! «Η Θεσσαλονίκη έχει παραδοσιακό πρόβλημα με τη ρύπανση κάθε Νοέμβρη, καθώς οι καιρικές συνθήκες δεν επιτρέπουν στην ατμόσφαιρα να καθαρίσει», λέει ο προϊστάμενος του Τμήματος Περιβάλλοντος του δήμου Θεσσαλονίκης Μάξιμος Πετρακάκης.
Οι εκτιμήσεις των επιστημόνων, ωστόσο, είναι εντελώς διαφορετικές. «Στα τέλη του φθινόπωρου έχουμε, όντως, μεγαλύτερη ρύπανση σε αρκετές ελληνικές πόλεις, λόγω μετεωρολογικών συνθηκών. Φέτος, όμως, ο κόσμος καίει τις διπλάσιες και τριπλάσιες ποσότητες ξύλου μέσα στις πόλεις σε σχέση ακόμη και με την περσινή χρονιά.
Το γεγονός αυτό, μαζί με κάποια διαχρονικά προβλήματα που συναντώνται σε όλες τις μεγάλες ελληνικές πόλεις, όπως το κυκλοφοριακό, η καύση των χωματερών και ο ελλιπής έλεγχος της βιομηχανικής ρύπανσης, ευθύνονται για τα εξαιρετικά υψηλά επίπεδα των μικροσωματιδίων που κατεγράφησαν τον Νοέμβρη», υποστηρίζει ο Αθανάσιος Κούγκολος, καθηγητής Σχεδιασμού και Διαχείρισης Περιβάλλοντος στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
Πιο επικίνδυνα
Το 2010 η Ελλάδα, με 36,8 μγ/κ.μ., κατετάγη στην τρίτη θέση της Ευρωπαϊκής Ενωσης σε περιεκτικότητα μικροσωματιδίων, πίσω μόνο από Βουλγαρία και Ρουμανία. Η ανησυχία των επιστημόνων, ωστόσο, επικεντρώνεται στον εντοπισμό ενός νέου τύπου μικροσωματιδίου, το οποίο έχει πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες να εισχωρήσει στον ανθρώπινο οργανισμό. «Μέχρι στιγμής η επιστημονική κοινότητα ασχολείται μόνο με δύο τύπους μικροσωματιδίων, τα ΡΜ10 και τα ΡΜ2,5. Τα τελευταία χρόνια, όμως, έχουμε εντοπίσει και τα ΡΜ1, τα οποία έχουν διάμετρο μικρότερη από 1 μικροχιλιοστό», αναφέρει ο Κωνσταντίνος Ελευθεριάδης, διευθυντής Ερευνών του ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος». Εξαιτίας του μικρότερου μεγέθους, τα μικροσωματίδια ΡΜ1 έχουν περισσότερες από 95% πιθανότητες να εισχωρήσουν στο αναπνευστικό σύστημα και, κατά συνέπεια, να προκαλέσουν επιπλοκές στην ανθρώπινη υγεία.
Ο εντοπισμός του νέου ατμοσφαιρικού ρύπου έχει οδηγήσει τους επιστήμονες του «Δημοκρίτου» στο συμπέρασμα ότι τα μικροσωματίδια στην Ελλάδα είναι πλέον περισσότερα, αλλά και πιο επικίνδυνα. «Οι γενικές μετρήσεις δείχνουν ότι τα μικροσωματίδια στη χώρα μας έχουν μειωθεί την τελευταία δεκαπενταετία. Αυτό, όμως, συμβαίνει επειδή μετρούμε τη μάζα τους και όχι τον αριθμό τους. Στην πραγματικότητα είναι πιο πολλά, πιο μικρά σε μέγεθος, άρα και πιο επικίνδυνα», δηλώνει ο Κ. Ελευθεριάδης.
Το πρόβλημα είναι ότι στην Ελλάδα οι επιστήμονες αδυνατούν να καταγράψουν το πραγματικό μέγεθος του κινδύνου που διατρέχουν οι ελληνικές πόλεις. Σταθμοί μέτρησης μικροσωματιδίων υπάρχουν μόνο σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Βόλο, καθώς και κοντά στα εργοστάσια της ΔΕΗ σε Πτολεμαΐδα και Μεγαλόπολη. Αν και τα περισσότερα ελληνικά αστικά κέντρα έχουν τις ίδιες πηγές ατμοσφαιρικής ρύπανσης, κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει πόσο μεγάλο είναι το πρόβλημα σε πόλεις όπως η Πάτρα, η Λάρισα, το Ηράκλειο, τα Ιωάννινα και η Κοζάνη.
Κοκτέιλ μόλυβδου, αρσενικού και καδμίου η σύνθεσή τους
«Η επικινδυνότητα των μικροσωματιδίων συνίσταται στο φορτίο που μεταφέρουν», αναφέρει η Κωνσταντίνη Σαμαρά, καθηγήτρια Χημείας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. «Πρόκειται για ένα μείγμα διαφορετικών συστατικών σε στερεά μορφή, τα οποία πολλές φορές κουβαλούν ουσίες εξαιρετικά επικίνδυνες για την ανθρώπινη υγεία, όπως ο μόλυβδος, το αρσενικό, το κάδμιο και άλλα βαρέα μέταλλα. Αυτά μπορεί να προκύψουν τόσο από την καύση πετρελαίου και βενζίνης, όσο και από τη βιομηχανική ρύπανση, κυρίως τις εκπομπές ρύπων από τις μεταλλουργίες. Επίσης, σημαντικό ρόλο παίζει και η λεγόμενη σκόνη του οδοστρώματος, η οποία δημιουργείται από τη φθορά των ελαστικών και τα σωματίδια καυσαερίων που επικάθονται στην άσφαλτο». Τα μικροσωματίδια, όμως, μπορεί να προέρχονται και από την ίδια τη φύση, κάτι που παρατηρείται έντονα στην Ελλάδα. «Η σκόνη που μεταφέρεται από τη Σαχάρα είναι μια πολύ σημαντική πηγή ρύπανσης για τη χώρα μας, καθώς μεταφέρει μικροσωματίδια που μοιραία μεταφέρουν επικίνδυνο φορτίο», καταλήγει η καθηγήτρια του ΑΠΘ.
«Ευρωπαϊκή πρωτεύουσα ρύπανσης η Θεσσαλονίκη»
Την αντίδραση των επιστημόνων προκάλεσαν οι ισχυρισμοί αξιωματούχων του δήμου Θεσσαλονίκης και της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας που απέδωσαν τα επίπεδα-ρεκόρ των μικροσωματιδίων στις καιρικές συνθήκες που επικρατούν αυτήν την περίοδο. «Η Θεσσαλονίκη είναι η ευρωπαϊκή πρωτεύουσα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Κάθε δύο στις τρεις ημέρες έχουμε υπερβάσεις στα ασφαλή όρια μικροσωματιδίων που θεσπίζει η Ευρωπαϊκή Ενωση», αναφέρει ο διευθυντής του Εργαστηρίου Ελέγχου Ρύπανσης Περιβάλλοντος του ΑΠΘ Κωνσταντίνος Φυτιάνος.
Ο καθηγητής υποστηρίζει πως το πρόβλημα είναι μόνιμο, χαρακτηρίζοντας μάλιστα «αστεία» τα μέτρα προστασίας που έλαβαν οι φορείς, με το πλύσιμο δρόμων και πλατειών. «Το πρόβλημα είναι στην ατμόσφαιρα. Αν δεν αντιμετωπιστούν οι πηγές, δεν θα υπάρξει βελτίωση. Δυστυχώς, η οικονομική κρίση δεν αφήνει κανένα περιθώριο αισιοδοξίας. Ολοι έχουν επιστρέψει στα τζάκια και τις ξυλόσομπες, τα οποία αποτελούν σημαντική πηγή μικροσωματιδίων, ενώ θεωρώ ότι ο καινούργιος νόμος που απελευθερώνει την πετρελαιοκίνηση θα επιδεινώσει την κατάσταση», αναφέρει ο Κ. Φυτιάνος.
Ελληνική έρευνα- «οδηγός» για όλα της Ευρωπαϊκή Ένωση
Τα αποτελέσματα μιας έρευνας τεσσάρων ελληνικών ερευνητικών κέντρων περιμένουν οι Βρυξέλλες για να συντάξουν την επόμενη κοινοτική οδηγία που θα στοχεύει στην πανευρωπαϊκή μείωση των μικροσωματιδίων. Επιστήμονες από τον «Δημόκριτο», το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και το Πολυτεχνείο Κρήτης έχουν αναλάβει να εντοπίσουν τις κύριες πηγές των μικροσωματιδίων. Πρόκειται για ένα δύσκολο εγχείρημα, που δεν έχει καταστεί εφικτό μέχρι στιγμής από την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα. «Αυτό που κάνουμε είναι, στην ουσία, ένα είδος απογραφής των ρύπων. Μελετούμε τη χημική σύσταση των μικροσωματιδίων που επικάθονται σε ειδικά φίλτρα και από αυτό επιχειρούμε να βρούμε την προέλευσή τους», δηλώνει η Λίλα Διαπούλη, ερευνήτρια του Ινστιτούτου Πυρηνικής Τεχνολογίας και Ακτινοπροστασίας του «Δημοκρίτου». Οι Ελληνες επιστήμονες βρίσκονται στον δεύτερο χρόνο υλοποίησης του προγράμματος που χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Με την ολοκλήρωση των ερευνών, το 2014, τα επιστημονικά αποτελέσματα θα αποτελέσουν τη βάση για τα νέα όρια μικροσωματιδίων που έχουν προγραμματίσει να θεσπίσουν οι Βρυξέλλες μέσα στο 2015.
Μια προκαταρκτική μέθοδος εντοπισμού των πηγών των μικροσωματιδίων έχει εφαρμόσει η Κωνσταντίνη Σαμαρά από το ΑΠΘ. «Μετρήσεις που έχουν γίνει μέχρι το 2007 έχουν δείξει ότι οι πηγές των μικροσωματιδίων δεν είναι οι ίδιες στο κέντρο μιας πόλης και στα περίχωρά της. Οπως έχει φανεί από τις πρώτες έρευνες σε κεντρικά αστικά σημεία, η κυκλοφορία των αυτοκινήτων ευθύνεται περίπου για το 40% των επικίνδυνων ρύπων. Στα περίχωρα το ποσοστό πέφτει κάτω από 25%, ενώ διευρύνεται το ποσοστό των μικροσωματιδίων που προέρχονται από τις βιομηχανίες. Δυστυχώς, στην Ελλάδα έχει αποδειχθεί ότι ένα μεγάλο ποσοστό προέρχεται από την καταστροφική για το περιβάλλον πρακτική της καύσης των χωματερών».