tromaktiko: Οι μπάλες που ''πετάν''

Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2011

Οι μπάλες που ''πετάν''



Πριν από κάμποσα χρόνια,απ΄ότι λένε οι μεγαλύτεροι, για να πας από το ένα άκρο της Νέας Ιωνίας στο άλλο, έπρεπε να περάσεις ένα ποτάμι.
Αν ήθελες πάλι, να δεις τον Πειραιά από ψηλά, θα έπρεπε να είχες εξοπλισμό ορειβάτη και στενή σχέση με τη Φύση, ώστε να φτάσεις κοντά στα
Τουρκοβούνια.

Στη σημερινή εποχή τώρα,αν έχεις μια συμπάθεια στη Φύση,μπορείς να φανταστείς τι έχει μείνει από τη περίοδο της προ-τσιμεντοποίησης
στη πόλη μας και να αισθανθείς τυχερός που υπάρχει το Άλσος ΒεΪκου και η αυλή της Ομορφοκκλησιάς ακριβώς απέναντι από την πύλη,
η οποία αντιστέκεται σθεναρά,έναντι των χιλιάδων εξατμίσεων που πασπαλίζουν με καυσαέριο την όμορφή της όψη καθημερινά.
Εκεί έτυχε να βρεθώ κι εγώ,παρέα με έναν φίλο μου,πριν έξι χρόνια.Με χαλαρή διάθεση ένα καλοκαιρινό απόγευμα,διασχίσαμε το μονοπάτι
παράλληλα με τη λεωφόρο ΒεΪκου,προς Γαλάτσι.
Στο αριστερό μας χέρι ανάμεσα σε κυπαρίσσια και αμυγδαλιές,ξεπρόβαλε η εκκλησία.Δικαίως την ονομάζουν έτσι.Είτε το εμπνεύστηκαν
κοιτώντας την εξωτερικά ή εσωτερικά έπεσαν διάνα.Αξίζει τον κόπο να την επισκεφτείτε έστω αυτή τη μία φορά που ανοίγει το χρόνο.(Αγ Γεωργίου)
Περπατώντας λίγο πιο κάτω,πάντα ανάμεσα σε θάμνους καλλωπιστικά κομμένους,ο δρόμος στένεψε και στρίβοντας λίγο δεξιά,βγήκαμε σε ένα
ξέφωτο σχήματος σχεδόν ορθογωνίου τριγώνου.Στο δεξί μας χέρι υπήρχαν τρία παγκάκια πολύ γραφικά και στη μέση ακριβώς του τριγώνου
στέκονταν τέσσερις άντρες,οι δύο από αυτούς σκυμμένοι πάνω από σιδερένιες μπάλες σχεδόν μεγέθους πορτοκαλιού.
Προφανώς θα έπαιζαν κάποιο παιχνίδι.Όντως,μετά από λίγο οι δύο που πριν λίγο ήταν σκυμμένοι,πήραν από τρεις μπάλες ο καθένας,
πέταξαν έναν φελλό σε απόσταση περίπου εφτά μέτρων και στη συνέχεια προσπαθούσαν να φτάσουν τις μπάλες τους όσο πιο κοντά στο φελλό.

Σταθήκαμε μερικά λεπτά και τους χαζεύαμε. Ήμασταν αρκετά διακριτικοί ώστε να μην ενοχλήσουμε έστω και με τη παρουσία μας,αλλά κι αυτοί
δεν ήταν τόσο καχύποπτοι και αντικοινωνικοί ώστε να μη μας χαμογελάσουν.Μεταφράσαμε το χαμόγελο σε καλωσόρισμα και ρώτησα τι ήταν
αυτό που βλέπαμε.
''Το άθλημα αυτό λέγεται πετάνκ'' αποκρίθηκε ο πιο κοντούλης και με σπορ περιβολή κυριούλης.
''Πετάνγκ''? ρώτησα σαν να μην άκουσα καλά,για επιβεβαίωση.
''Πετάνκ νεαρέ,πετάνκ,είναι γαλλικό.Για την ακρίβεια πετάν,αφού το κάπα στο τέλος δε προφέρεται.''
''Έλα καθηγητά και δε βλέπω την ώρα να σε τελειώσω''είπε ο ψηλότερος και μεγαλύτερος σε ηλικία απ¨τους τέσσερις,με περιπαιχτικό χαμόγελο.
''Με λέει καθηγητή γιατί είμαι ο πρώτος που έφερα το παιχνίδι αυτό στην Ελλάδα.'Έχω ιδρύσει και σύλλογο πετάν στη Γλυφάδα΄΄
καυχήθηκε αγνοώντας τον ο καθηγητής.
''Έλα να χάσεις τώρα που ''βγαίνω'' και μετά λες τα κατορθώματά σου στα παιδιά''μας έκλεισε το μάτι πονηρά ο ψηλός.
''Ε δε τρώγεσαι πια Κώτσο''!
Έσυρε τις μπάλες με τα πόδια,πλησιάζοντας το σημάδι εκκίνησης που είχε σχηματίσει ο Κώτσος.
Πήρε θέση κι έπαιξε πρώτος.Το στυλ του πολύ σοβαρό κi εκλεπτυσμένο.
Έπιασε τη μπάλα σφιχτά στο χέρι του και λίγο πριν την πετάξει-λες και τη χάιδεψε-πήρε φάλτσα και κατέληξε ακριβώς δίπλα στον φελλό.
''Χα! Εδώ σε θέλω κάβουρα''. φώναξε ο καθηγητής,ενώ εμείς κοιταζόμασταν και γελούσαμε με τα πειράγματα τους.
''Αυτό το χέρι-συνέχισε- είναι ζυγαριά''δείχνοντας το δεξί του χέρι στον Κώτσο.
Ο Κώτσος είχε πάρει ήδη θέση,ενώ οι άλλοι δύο φίλοι τους χασκογελούσαν από απόσταση κοιτάζοντάς τον.
''Ζύγισε'' τη μπάλα στο χέρι του,χαμήλωσε με δυσκολία το κέντρο βάρους του λυγίζοντας το μπροστινό του πόδι και τέντωσε το δεξί του χέρι παράλληλα με το έδαφος χρησιμοποιώντας το σαν στόχο.
Κράτησε την αναπνοή του και με δυο γρήγορες κινήσεις,άφησε το χέρι ελεύθερο πίσω και κατ' ευθείαν μπροστά,εκτόξευσε τη μπάλα βγάζοντας μια κραυγή.
Αυτή ακολούθησε μια πορεία φθίνουσα προς το έδαφος και προσγειώθηκε σαν κομήτης πάνω στη μπάλα του καθηγητή,παίρνοντας τη θέση της,
ενώ η μπάλα του καθηγητή βρέθηκε μέσα στους θάμνους.
''Κύριε καθηγητούλι σας πόνεσε το κατακέφαλο''?σάρκασε ο Κώτσος.
''Αρκετά,αρκετά για σήμερα,αποκρίθηκε ο καθηγητής,κουράστηκα.Ας αφήσουμε τα παιδιά να παίξουν λίγο να μάθουν''
Ο Κώτσος ύψωσε τις γροθιές του στον ουρανό και κοιτώντας τους άλλους γέλασε και είπε:
''Θα φιλήσει τον κ..λο της Φανής ο καθηγητής! 13-0!''και στη συνέχεια σχημάτισε με το πόδι του έναν κύκλο στα χαλίκια και διέταξε τον καθηγητή να τον φιλήσει.Μας πιάσανε όλους τα γέλια,μαζί και τον καθηγητή.

Μέχρι να πέσει ο ήλιος ο καθηγητής θα μας μάθαινε όλους τους κανόνες και τα μυστικά του παιχνιδιού.
Οι άλλοι δύο φίλοι κάτσανε στο παγκάκι τους και απολάμβαναν τους ήχους της φύσης.
Ο Κώτσος έκατσε λίγο παραδίπλα κι έπειτα από λίγα λεπτά έβγαλε από το δισάκι του μια σκαλιστή φλογέρα από καλάμι κι έπαιξε τόσο μπάσα
και βαθιά που ο ήχος μου έχει μείνει ακόμη χαραγμένος.

Με τον φίλο μου το κάναμε στέκι του Σαββατοκύριακου.,ώσπου αναπάντεχα κάποια στιγμή η παρέα τους διαλύθηκε.
Η δική μου παρέα μυήθηκε στο πετάν από τους δυο μας και τώρα όλο και κάποιο ηλιόλουστο μεσημέρι θα μας βρείτε εκεί.
Ανάμεσα στους κουρεμένους θάμνους στην αυλή της Ομορφοκκλησιάς.
Κάτω από τα δέντρα όπου τα πουλιά μας κελαηδούν στο ρυθμό που τους είχε παίξει κάποτε ο Κώτσος.

Που ξέρεις, μπορεί κι αυτά να τον ζητούν όπως κι εμείς.


     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!