Συγκεκριμένα, όπως μεταδίδει η Deutsche Welle, o Πέτερ Μπόφινγκερ θεωρεί ως ανεπαρκή τα αποτελέσματα της συνόδου κορυφής της ΕΕ. Μιλώντας στην εφημερίδα Rheinische Post δήλωσε πως «το ευρώ θα έχει σωθεί μόνο εάν αποτραπεί οριστικά ο κίνδυνος χρεοκοπίας για την Ισπανία και την Ιταλία». Οι θέσεις της κυρίας Μέρκελ για μια δημοσιονομική ένωση μπορούν να βοηθήσουν μακροπρόθεσμα το ευρώ όχι όμως βραχυπρόθεσμα.
Ο κύριος Μπόφινγκερ μιλώντας μάλιστα σήμερα το πρωί στη γερμανική ραδιοφωνία DLF ήταν ιδιαίτερα επικριτικός:
«Έχουμε το πρόβλημα ότι η κυρία Μέρκελ έχει διαγνώσει λάθος τα βασικά προβλήματα. Πιστεύει πως έχουμε ένα πρόβλημα χρεών. Δεν βλέπει πως πρόκειται για ένα πρόβλημα των αγορών. Δεν βλέπει με πόσο επικίνδυνο τρόπο αναπτύσσεται η οικονομία. Αυτή η λάθος διάγνωση του προβλήματος μπορεί να κοστίσει πολύ ακριβά στη Γερμανία, μπορεί να κοστίσει πολύ ακριβά στην Ευρώπη».
Δεν χρειαζόμαστε σχέδια διάσωσης αλλά σχέδια προστασίας
Ο Γερμανός οικονομολόγος δήλωσε πως είναι αναπόφευκτη η ανάληψη κοινής ευθύνης μέσα στην Ευρωζώνη εάν θέλει κανείς να βγάλει από το στόχαστρο των αγορών την Ισπανία και την Ιταλία. Όσο για το ρόλο των αγορών ο κ. Μπόφινγκερ ήταν κάτι παραπάνω από σαφής:
«Οι αγορές έκαναν δύσκολη τη δουλειά των κυβερνήσεων, αντέδρασαν μέσα σε πανικό. Οι κυβερνήσεις πήραν πολύ σκληρά μέτρα και προέβησαν σε μεγάλες περικοπές τις οποίες δεν αντάμειψαν οι αγορές αλλά αντίθετα είχαν μια τιμωρητική στάση αυξάνοντας τους τόκους. Αυτό που χρειάζεται κανείς είναι ένας μηχανισμός που θα προστατεύει τα κράτη από τις αγορές. Δεν χρειαζόμαστε σχέδια διάσωσης αλλά σχέδια προστασίας των κρατών που προσπαθούν να εξυγιάνουν τα οικονομικά τους».
Ο κ. Μπόφινγκερ συμβούλεψε εκ νέου τις κυβερνήσεις να προχωρήσουν σε ένα κοινό ταμείο χρεολυσίων. Την ίδια θέση είχε διατυπώσει και τον περασμένο Νοέμβριο και ως μέλος του συμβουλίου εμπειρογνωμόνων για την γενική οικονομική ανάπτυξη. Για τον κύριο Μπόφινγκερ είναι πολύ σημαντικό να μειωθούν τα επιτόκια με τα οποία δανείζονται οι χώρες και αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω ενός ευρωομολόγου και ενεργότερου ρόλου της ΕΚΤ.