« Όλη η ζωή της Εκκλησίας με την λατρεία, την θεολογία, την ποιμαντική της διακονία είναι η παρηγοριά των ανθρώπων και νοηματοδοτεί την ζωή τους. Στους καιρούς μας που η Πολιτεία με τα όργανά της, έχει απογοητεύσει τον λαό, η Εκκλησία είναι χώρος πνευματικής υγείας.» εξηγεί ο Ιεράρχης.
Ταυτόχρονα μιλά για τους νέους και την οικονομική κρίση κάνοντας και την αυτοκριτική του, ενώ αναφέρεται και στο πραγματικό νόημα των Χριστουγέννων «που δεν μπορεί να περικλεισθή στα φωτάκια, στον στολισμό του δένδρου, τις εκδρομές και τις αισθησιακές χαρές» , όπως σημειώνει.
Σεβασμιώτατε, η Εκκλησία δεν βοηθάει όσο μπορεί αλλά περιορίζεται σε μία συμβολική στήριξη στους αναξιοπαθούντες, λένε πολλοί. Είναι έτσι τα πράγματα;
Δεν ξέρω τί λένε πολλοί, αλλά εγώ ξέρω ότι η Εκκλησία είναι στήριγμα και ελπίδα γι’ αυτούς που προστρέχουν σε αυτήν και την εμπιστεύονται. Οι πολλοί κάθονται έξω από την Εκκλησία και την κρίνουν με τα δικά τους κριτήρια και τις δικές τους σκέψεις. Όλη η ζωή της Εκκλησίας με την λατρεία, την θεολογία, την ποιμαντική της διακονία είναι η παρηγοριά των ανθρώπων και νοηματοδοτεί την ζωή τους. Δίνει φώς, ζωή, ελπίδα, νόημα, προοπτική. Όταν κανείς ζή μέσα στον χώρο της τα καταλαβαίνει όλα αυτά. Βεβαίως, η Εκκλησία βοηθά και οικονομικά τους ανθρώπους, αν και δεν είναι Υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας.
Στους καιρούς μας που η Πολιτεία με τα όργανά της, έχει απογοητεύσει τον λαό, η Εκκλησία είναι χώρος πνευματικής υγείας. Οι Κληρικοί που έχουν ιδιαίτερη ευαισθησία επικοινωνούν όλη την ημέρα με τους ανθρώπους, συναναστρέφονται με πολλούς, κυκλοφορούν στα καταστήματα και τους δημόσιους-κοινωνικούς χώρους και βοηθούν ποικιλοτρόπως τους ανθρώπους.
Οι «συμβολικές» κινήσεις «αγάπης» δεν γίνονται από τους Κληρικούς, που ασχολούνται με τις πληγές και τα τραύματα των ανθρώπων, και προσπαθούν να τα θεραπεύσουν. Δεν θέλω να αναφερθώ στα εκατοντάδες Ιδρύματα που διαθέτει η Εκκλησία, αφού είναι ο μεγαλύτερος φιλανθρωπικός φορέας της Πατρίδος μας, αλλά θέλω να τονίσω ότι όλοι μας δεχόμαστε την θαλπωρή της Εκκλησίας, το χάδι του Θεού. Οι Ενορίες, τα Μοναστήρια, είναι χώροι αναψυχής.
Η θεία Λειτουργία είναι κοινωνία με τον Θεό και τους ανθρώπους, είναι ένα ανοιχτό παράθυρο του ουρανού στην γή, και όταν το πλησιάζουμε παίρνουμε ζωογόνες ανάσες. Ο άνθρωπος δεν είναι μόνο σώμα, μυαλό και αισθήσεις, αλλά έχει και ψυχή, έχει υπαρξιακές και πνευματικές ανάγκες. Μή τα επιπεδοποιούμε όλα και μη ταυτίζουμε την ύπαρξη του ανθρώπου με την λογική και τα υλικά αγαθά.
Πολλοί συνάνθρωποί μας δηλώνουν ότι αδυνατούν να πληρώσουν το χαράτσι για τα ακίνητα. Δεδομένου ότι δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα, τί θα τους συμβουλεύατε;
Η Εκκλησία είναι η μόνη που δεν οδήγησε την Πατρίδα μας σε αυτήν την κατάσταση, αφού αυτό που επικρατούσε τα τελευταία χρόνια ήταν μια φούσκα ευημερίας και υπερκατανάλωσης. Αντίθετα, η Εκκλησία κηρύττει το Ευαγγέλιο του Θεού, που είναι Ευαγγέλιο ασκήσεως και εγκρατείας, Ευαγγέλιο ελπίδας και ζωής, Ευαγγέλιο αγάπης και φιλανθρωπίας. Η Εκκλησία με την προφητική της δύναμη ελέγχει κάθε απολυτοποίηση και εκκοσμίκευση, κάθε παράβαση και παρακοή, κάθε υποκρισία και ψεύδος.
Βέβαια, σήμερα το Κράτος στην αμηχανία που το διακρίνει και έχοντας ένα φοβικό σύνδρομο χάνει πολλές φορές το μέτρο και πέφτει επάνω στους μισθωτούς και γενικά στις αδύναμες κοινωνικά ομάδες του πληθυσμού. Έτσι, γίνονται πολλές αδικίες. Αδικία είναι η προτροπή για υπερκατανάλωση και οι υπερβολικές δημόσιες σπατάλες, αλλά αδικία είναι και η υπερβολική και αγχώδης φορολογία. Ενώ το Κράτος δεν έχει μηχανισμούς είσπραξης των φόρων, ενώ δεν έχει κατάλληλα θεσμικά όργανα για να πατάξη την φοροδιαφυγή, προσπαθεί να εισπράξη τους φόρους με τρόπους άδικους, όπως μέσα από το ηλεκτρικό ρεύμα που σήμερα είναι ένα είδος ανάγκης.
Αλλά, όπως έλεγε ο άγιος Γρηγόριος ο θεολόγος, «τό βία υποτασσόμενον στασιάζει καιρού λαβόμενον», δηλαδή αυτό που υποτάσσεται με την βία, στασιάζει στον κατάλληλο καιρό, όταν ξεπερνιούνται τα μέτρα.
Η Πατρίδα μας θεωρείται από τις πρώτες 30 πλούσιες Χώρες στον πλανήτη (ακολουθούν άλλες 170) και όμως έφθασε σε αυτήν την κατάσταση, γιατί δεν έχει καλούς μηχανισμούς είσπραξης των φόρων με δικαιοσύνη. Για παράδειγμα: Πώς είναι δυνατόν οι εφοριακοί υπάλληλοι που κατά τεκμήριο δεν είναι αγαπητοί στον λαό, επειδή εισπράττουν φόρους, να ψηφίζωνται από τον λαό λαμβάνοντας μεγάλο ποσοστό ψήφων; Και γιατί το Κράτος δεν θεωρεί ασυμβίβαστη την θέση του Εφοριακού με το βουλευτικό αξίωμα; Δεν ευθύνεται γι’ αυτό η Πολιτεία; Δεν δίνει ένα μήνυμα στους ανθρώπους να επιδιώκουν την φοροδιαφυγή;
Μέ ερωτήσατε να σας πω τί θα συμβούλευα τους ανθρώπους για το «χαράτσι». Θα συμβούλευα τους πολιτικούς άρχοντες να μη προκαλούν τους ανθρώπους, να μη «τούς αλλάζουν τα φώτα» με το χαράτσι δια της ΔΕΗ, ο οποίος Οργανισμός έχει σκοπό να δίνη φώς και όχι να σκορπά σκοτάδι, να κάνη τους ανθρώπους να χαίρωνται, έστω και με τα ελάχιστα αγαθά που προσφέρει η τεχνολογία, και να μη γίνεται εκβιαστικά ένας εισπρακτικός μηχανισμός.
Από την άλλη μεριά εγώ προσωπικά, όπως και άλλοι της γενιάς μου, έχουμε ζήσει παρόμοιες περιπτώσεις στα μικρά μας χρόνια. Όταν ήμουν περίπου 10 ετών αντιμετώπισα το γεγονός που δεν είχαμε ηλεκτρικό ρεύμα στο σπίτι και διαβάζαμε με λάμπες πετρελαίου και είδα τον πατέρα μου να φεύγη από το σπίτι αιφνιδίως για να αποφύγη την προσωποκράτηση, λόγω αδυναμίας καταβολής των φόρων. Δεν πρέπει η Πολιτεία να μας γυρίζη πίσω 50-60 χρόνια.
Μήπως η οικονομική κρίση φέρνει τον κόσμο στην Εκκλησία; Δεδομένου ότι, οι συνάνθρωποί μας σήμερα αναζητούν ένα στήριγμα;
Σίγουρα οι άνθρωποι θα αναζητήσουν στηρίγματα και παρηγοριές. Δεν τα αρνούμαι αυτά. Στις τρικυμίες ο άνθρωπος αναζητά ναυαγοσώστες, στις θύελλες αναζητά κάποιο καταφύγιο και στον πόνο παίρνει παυσίπονο.
Αλλά η Εκκλησία δεν υπάρχει για να δίνη μόνον στήριγμα και παρηγοριά. Τότε θα λειτουργούσε ως ψυχοναρκωτικό και χαλαρωτικό, θα ήταν «τό όπιο του λαού». Η Εκκλησία είναι για να δίνη πληρότητα ζωής, για να νοηματοδοτή τον ανθρώπινο βίο, για να βοηθά τον άνθρωπο να αγαπά την ζωή, να προσφέρη ελπίδα και φώς, να διακατέχεται από θείο πόθο και αγάπη, για να έχη υγιείς σχέσεις με τους ανθρώπους και με τον Θεό, να έχη ορμή για το αγαθό, για να πεινά και να διψά για την δικαιοσύνη του Θεού.
Διαβάζουμε τις Επιστολές εκείνες του Αποστόλου Παύλου που είναι γραμμένες μέσα στην φυλακή και θαυμάζουμε γιατί είναι γεμάτες από χαρά και φώς, από γεύση αληθινής ζωής, απηλλαγμένες από την μιζέρια, την απελπισία και τα παράπονα. Τελικά, όλος ο βίος μας, ακόμα και αυτή η κοινωνική ελευθερία, παρά τα θετικά, είναι μια φυλακή και πρέπει να «αναζητούμε νόημα ζωής και ελευθερία σε ένα στρατόπεδο συγκεντρώσεως», όπως είναι ο τίτλος του βιβλίου του Victor Frankl, ο οποίος έζησε στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως του Νταχάου και του Άουσβιτς.
Η Εκκλησία υπάρχει για να δίνη ζωή στον κόσμο ή, να το πω καλύτερα, ο κόσμος δημιουργήθηκε από τον Θεό για να γίνη Εκκλησία και να βρίσκεται μέσα στο Φώς.
Η οικονομική κρίση τί αντίκτυπο έχει στην νεολαία; Οι νέοι σήμερα πλησιάζουν ή απομακρύνονται από την Εκκλησία;
Οι νέοι σήμερα δέχονται περισσότερο από τους άλλους τις συνέπειες της κοινωνικής κρίσης. Αυτό με λυπεί ιδιαιτέρως. Δυστυχώς, εμείς οι μεγαλύτεροι κατασκευάσαμε μια άρρωστη κοινωνία, στην οποία κυριαρχεί το συμφέρον, η ευδαιμονία, το δίκαιο του ισχυροτέρου, η υπερκατανάλωση και έτσι υποχρεώνονται τα παιδιά να ζήσουν μέσα σε αυτό το αρρωστημένο περιβάλλον.
Κάναμε τις οικογένειες κλειστές - «πυρηνικές οικογένειες», που πολλές φορές βλέπουν μπροστά τους ένα «συναισθηματικό διαζύγιο», και τις εγκαταστήσαμε σε σπίτια - «κλουβιά», με την λεγόμενη «οικολογική συρρίκνωση», και κάνουμε τους νέους να αναπνέουν το δηλητηριασμένο «κοινωνικό καυσαέριο» και τους είπαμε: «ζήστε σε αυτό το περιβάλλον», χωρίς ελπίδα, χωρίς όνειρα, χωρίς νόημα ζωής, χωρίς δουλειά. Ποιός ευθύνεται γι’ αυτό; Η νεολαία ή η «γηραλαία», που γηράσκει στην μιζέρια, την κακοδαιμονία, την αδικία;
Και το σημαντικό είναι ότι μερικοί της λεγόμενης γενιάς του Πολυτεχνείου που ανέλαβαν την ηγεσία της Χώρας έχουν το ποσοστό ευθύνης τους για την κατάσταση που έφθασε η Πατρίδα μας, ενώ θα έπρεπε να υλοποιήσουν τα οράματα της γενιάς τους.
Από την άλλη μεριά οι νέοι διακρίνονται από το πνεύμα «της νεοφιλίας» όπως έλεγε ο Λόρεντς, θέλουν κάτι καινούριο, πέρα από την στασιμότητα, και το κάνουν αυτό με την επαναστατικότητα που διαθέτουν. Οι νέοι από την φύση τους είναι επαναστάτες και έτσι αλλάζουν τα κοινωνικά δεδομένα και βελτιώνονται οι καταστάσεις. Αυτή η επαναστατικότητα, όσο και αν φαίνεται παράξενο, είναι ένα στοιχείο θετικό, είναι αναζήτηση κάτι ή κάποιου, είναι έξοδος από την φιλαυτία και την απόγνωση, αρκεί να γίνεται με θετικό τρόπο.
Όταν βλέπω νέους να αντιδρούν στην εμφάνισή μου ως Κληρικού, το εκλαμβάνω ως κίνηση αναζητήσεως και ως πρόκληση να τους προσέξω, ως προσπάθεια αποκτήσεως μιας επικοινωνίας που τους λείπει. Συνήθως η αντίδραση των νέων εκφράζει μια κίνηση για αλλαγή, για βελτίωση, για επικοινωνία, για ζωή. Μή βλέπουμε σε κάθε αρνητική κίνηση το κακό. Άλλωστε, και το φαινομενικά αρνητικό μπορούμε με την προσωπική μας υγιή αντιμετώπιση να το μετατρέψουμε σε θετικό.
Σε αυτή την επαναστατικότητα των νέων μπορεί να ανταποκριθή η Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία από την θεολογία και την ιστορία της είναι επαναστατική εναντίον κάθε κατεστημένου, αρκεί και οι Κληρικοί και τα μέλη της Εκκλησίας να μη ταυτισθούν με το κατεστημένο. Η ησυχαστική παράδοση, όπως εκφράσθηκε από τους αγίους της Εκκλησίας, είναι μια διαρκής επανάσταση που κάνει τον άνθρωπο πάντα νέο στο φρόνημα, τις επιθυμίες, την ζωή. Μακάρι να βλέπουμε αυτό το επαναστατικό και νεανικό πνεύμα της Εκκλησίας, όπως το εκφράζουν οι άγιοι.
Η διαφθορά στην Εκκλησία με επίορκους Ιερείς πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί;
Η Εκκλησία από την φύση της και την αποστολή της πολεμά ακατάπαυστα εναντίον της διαφθοράς του πνεύματος. Η πτώση του Αδάμ και της Εύας έφερε στους ανθρώπους την φθαρτότητα και την θνητότητα, την διαφθορά και τον πόνο. Οι Πρωτόπλαστοι, μετά την απομάκρυνση από τον Θεό, φόρεσαν τους δερμάτινους χιτώνες και έχασαν την απλότητα, την ελευθερία, την αρχοντιά. Και έργο της Εκκλησίας είναι να πολεμά αυτήν την διαφθορά, την σκουριά του πνεύματος, που είναι η πιο μεγάλη διαφθορά.
Άν όμως εννοήτε και την κοινωνική και οικονομική διαφθορά, όπως φαίνεται από την ερώτησή σας, και αυτό το πολεμά η Εκκλησία. Δεν μπορεί κανείς να είναι μέλος της Εκκλησίας, Κληρικός ή λαϊκός, και να αδική, να κλέβη, να φοροδιαφεύγη, να παρανομή ποικιλοτρόπως. Άν συμβαίνη αυτό, τότε είναι υποκριτής, όπως οι Φαρισαίοι, και ισχύουν τα «ουαί» του Χριστού.
Άν υπάρχουν κάποιοι επίορκοι Ιερείς και Μοναχοί που εμπλέκονται στην οικονομική διαφθορά, στην φοροδιαφυγή και τις παράνομες δραστηριότητες, τότε πρέπει να τιμωρούνται παραδειγματικά. Δεν είναι δυνατόν εμείς που κηρύττουμε την δικαιοσύνη και την κοινωνική ευταξία να την καταστρατηγούμε. Είναι λυπηρό όταν από ορθοδόξους Κληρικούς εκφράζεται η ιησουΐτικη αρχή «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Η αλήθεια είναι ότι τα μέσα που χρησιμοποιούμε δίνουν αξία και νόημα στον σκοπό.
Λέγεται ότι η εργασιακή εφεδρεία ίσως εφαρμοστεί και σε μέρος των κληρικών. Αυτό τί επίπτωση θα έχη στην λειτουργία των Ναών;
Όταν ο άνθρωπος περνά μια οικονομική κρίση και όταν η κοινωνία διέρχεται από κοινωνική κρίση, τότε απαιτείται αυτή η κατάσταση να αντιμετωπισθή πνευματικά. Άλλωστε, η βάση της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης είναι η πολιτιστική και πνευματική κρίση. Έτσι, πρέπει οι Κληρικοί να υποδεικνύουν στους ανθρώπους τον αποτυχημένο στόχο, να τους εμπνέουν ελπίδα και αισιοδοξία. Στην κοινωνία μας απαιτούνται αντισώματα, όπως γίνεται στον ανθρώπινο οργανισμό, προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι ιώσεις και οι μικροβιακές λοιμώξεις.
Έπειτα, οι Ιερείς είναι το κέντρο του πολιτισμού του τόπου μας. Όταν κλείνουν οι Ναοί, τότε σταματά να υπάρχη ένας πνευματικός άξονας, παύει να κτυπά η καρδιά του πολιτισμού και της παράδοσης σε έναν τόπο. Δεν είναι δυνατόν, όμως, εν ονόματι της οικονομικής κρίσης να διαλύουμε τις δυνάμεις της συνοχής της κοινωνίας. Θεωρώ, μάλιστα, ότι είναι αντιφατικό όταν από το ένα μέρος προτρέπουμε την Εκκλησία να βοηθήση τους ανθρώπους και την κοινωνία στην αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης και από το άλλο μέρος να αποδυναμώνουμε τα όργανά της.
Χρειαζόμαστε τους πολιτιστικούς και πνευματικούς αδένες μέσα στην κοινωνία μας. Δεν πρέπει να είμαστε μίζεροι ούτε ακριβοί στα «πίτουρα» και φτηνοί στο «αλεύρι». Η Εκκλησία όχι μόνον κρατά την συνοχή της κοινωνίας, αλλά και την νοηματοδοτεί.
Τί θα κάνετε εάν τεθεί επίσημα αυτό το θέμα;
Όλα τα θέματα, και αυτό που λέτε, τα αντιμετωπίζει η Διαρκής Ιερά Σύνοδος και αν χρειασθή θα το αντιμετωπίση η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος. Το πολίτευμα της Εκκλησίας είναι ιεραρχικώς συνοδικό και συνοδικώς ιεραρχικό.
Πλησιάζουν τα Χριστούγεννα. Ποιό είναι το μήνυμά τους σήμερα;
Η εορτή των Χριστουγέννων είναι μια σημαντική εορτή και την αναμένουμε με χαρά και αγάπη. Συνήθως λέμε ότι είναι οικογενειακή εορτή με την γέννηση και την χαρά της γεννήσεως.
Σκέπτομαι ότι κάθε γέννηση συνδέεται με πόνο, και κάθε βίωση του πόνου είναι υπόθεση θέασης της ζωής μέσα από άλλη προοπτική.
Έτσι, η ψυχολογική και πνευματική γέννηση, η ωρίμανσή μας, περνά μέσα από τον πόνο, ο οποίος πόνος θεραπεύει κάθε ηδονή. Είναι χαρακτηριστικός ένας λόγος του Ντοστογιέφσκι: «Θέτω ένα μάταιο ερώτημα: Τί είναι προτιμότερο; Η μέτρια ευτυχία ή ο υψηλός πόνος;». Και προτιμούσε τον πόνο ως αίτιο της ελευθερίας.
Αυτό σημαίνει ότι τα Χριστούγεννα έχουν ένα υψηλό νόημα που δεν μπορεί να περικλεισθή στα φωτάκια, στον στολισμό του δένδρου, τις εκδρομές και τις αισθησιακές χαρές. Όταν ο εσωτερικός χώρος μας είναι γεμάτος από μαυρίλα, είναι νεκρός από ελπίδα, τότε οι εξωτερικές χαρές δεν προσφέρουν τίποτε. Το υπαρξιακό κενό μυρίζει πτωματίλα, και χρειαζόμαστε το καινό (καινούριο).
Έπειτα, τα Χριστούγεννα δείχνουν το καθήκον μας που είναι πρώτιστη ανάγκη μας. Ο Χριστός γεννήθηκε σε μια σπηλιά, σε ξένο μέρος, με το μίσος της εξουσίας –τού Ηρώδη–, έγινε ξένος και πρόσφυγας, αντιμετώπισε την τραγικότητα της κοινωνίας. Πόσα παιδιά στον κόσμο σήμερα δεν γεννιούνται και δεν μεγαλώνουν μέσα στις ίδιες συνθήκες, ακόμη και σε Χριστιανικές κοινωνίες! Το σκηνικό επαναλαμβάνεται, η τραγωδία συνεχίζεται, παρά τα βερμπαλιστικά και συναισθηματικά λόγια.
Μέσα σε αυτήν την τραγικότητα μπορούμε να προσφέρουμε ό,τι καλύτερο έχουμε, δηλαδή τους λαμπρούς ύμνους των αγγέλων και την καθαρή καρδιά των ποιμένων. Η εορτή των Χριστουγέννων πρέπει να φανερώση την αγάπη του Θεού προς τους ανθρώπους και την τρυφερότητα των ανθρώπων προς κάθε άλλον που είναι αδελφός και πονά, υποφέρει, ζή στην απόγνωση. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος βάζει στο στόμα του Χριστού τούτα τα λόγια: «εγώ αλήτης δια σέ», δηλαδή έγινα περιπλανώμενος για σένα. Η λέξη αλήτης προέρχεται από το αλάομαι-ώμαι που σημαίνει περιπλανώμαι και δείχνει την αγάπη Του για τους ανθρώπους.
Ας μιμηθούμε κι εμείς αυτήν την κενωτική και θυσιαστική αγάπη του Χριστού, που είναι η ουσία της εκκλησιαστικής και πνευματικής ζωής.
briefingnews.gr