ΚΟΙΝΗ ΔΗΛΩΣΗ
Η κοινή δήλωσή τους έχει ως εξής: "Μετά από την ανακοίνωση της Απόφασης αρ.52, του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Αλβανικής Δημοκρατίας, για την εκδίκαση των υποθέσεων αρ.10,17,18, αισθανόμαστε την ανάγκη να καταθέσουμε δημοσίως τις απόψεις μας και να τοποθετηθούμε ως βουλευτές της Αλβανικής Βουλής και μέλη και εκπρόσωποι της εθνικής ελληνικής μειονότητας στην Αλβανία.
Η ακύρωση, ως ασυμβίβαστο με το σύνταγμα του ορισμού «εθνικότητα» στα άρθρα 6/1, 8,42/2 παράγραφο “e” και στο σύνολο το άρθρο 58, του νόμου αρ. 10129, ημερ.11.05.2009, «για τα ληξιαρχεία» αποτελεί ωμή παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ιδιαιτέρως της ελληνικής μειονότητας στην Αλβανία. Είναι αληθές, ότι οι πολίτες δεν μπορεί να υποχρεωθούν να δηλώσουν στοιχεία που αφορούν την εθνικότητα και το θρήσκευμά τους. Αλλά ούτε μπορεί να απαγορευτεί στους πολίτες να τα δηλώσουν όταν οι ίδιοι επιθυμούν. Και οι δηλώσεις αποχτούν αξία όταν δεν γίνονται στους δρόμους και σε δημόσιους χώρους, αλλά μέσω επίσημων ιδρυμάτων και εγγράφων. Με την πρόσφατη συνταγματική απόφαση, η απαγόρευση συστήνεται προς εφαρμογή και μετατρέπει έτσι το Δικαστήριο για την προστασία του Συντάγματος σε αυθαίρετο παραβάτη της. Πρόκειται για την παραβίαση του άρθρου 20 του Συντάγματος της Αλβανικής Δημοκρατίας, το οποίο κατατάσσει το σύνταγμα της χώρας μεταξύ εκείνων των χωρών με αναπτυγμένη δημοκρατία σε ότι αφορά τον σεβασμό των δικαιωμάτων των ατόμων που ανήκουν σε εθνικές μειονότητες. Η θέση του Συνταγματικού Δικαστηρίου, λαμβάνεται σε καταστάσεις που την ενοχοποιούν, από τη στιγμή που εκφράζεται σε περίοδο χατζικιαμιλίστικης σταυροφορίας κατά των μειονοτήτων στην Αλβανία. Και όλοι, Αλβανοί και μέλη μειονοτήτων, κρατικοί λειτουργοί και απλοί πολίτες, κυβερνώντες και κυβερνούμενοι, γνωρίζουν ότι στην Αλβανία, όταν πρόκειται περί μειονοτήτων, εννοούν την ελληνική μειονότητα. Και δεν πρόκειται για διεύρυνση των οικονομικών, κοινωνικών, ανθρωπίνων, εθνικών και θρησκευτικών ελευθεριών τους, όπως θα ήταν φυσιολογικό για κάθε δημοκρατική χώρα του 21ου, αλλά δυστυχώς, για περιορισμό τους.
Στην ουσία, οι υποχρεώσεις του αλβανικού κράτους που απορρέουν από την επικύρωση της Σύμβασης Πλαίσιο για την Προστασία των Εθνικών μειονοτήτων, μετά από την συγκεκριμένη απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου, δεν υφίστανται και η Αλβανία παλινδρομεί στους παλαιούς χρόνους, όταν την έδειχναν με το δάχτυλο ως μια χώρα, η οποία παραβίαζε ωμά τα ανθρώπινα δικαιώματα και πάνω απ΄ όλα τα μειονοτικά δικαιώματα.
Εφόσον στη γλώσσα, στον πολιτισμό, στην καθημερινή ζωή και στις νομικές σχέσεις στην Αλβανία ο όρος «εθνικότητα» χρησιμοποιείται με διαφορετική έννοια και σημασία σε σχέση με τον όρο «υπηκοότητα», η κατάργηση του δικαιώματος χρήσης του όρου «εθνικότητα» αποτελεί ωμή παραβίαση των δικαιωμάτων των Αλβανών πολιτών, ιδιαιτέρως των εθνικών τους δικαιωμάτων. Οι Αλβανοί πολίτες δεν είναι άνθρωποι χωρίς ταυτότητα, χωρίς πατρίδα και χωρίς έθνος. Ο καθένας τους είναι περήφανος για την υπηκοότητα και εθνικότητά του: είτε είναι αλβανική, ελληνική ή οποιαδήποτε άλλη. Στη δημοκρατική Αλβανία του 21ου αιώνα κανείς δεν πρέπει να νιώθει κομπλεξικός και υποδεέστερος, ούτε σε σχέση με την ταυτότητα και εθνικότητά του, ούτε σε ό, τι αφορά την εθνικότητα και ταυτότητα του άλλου. Για το σκοπό αυτό, ως προς το επιχείρημα που χρησιμοποιείται με αναφορά το Ψήφισμα 1735 (2006) της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης, πρέπει να έχουμε υπόψη ότι το ευρωπαϊκό εθνικό, θρησκευτικό και γλωσσικό ψηφιδωτό αποτελεί πολιτιστικό πλούτο της Ευρώπης. Έτσι πρέπει να αντιληφθούμε την πραγματικότητα και στη χώρα μας. Αλλά στην Αλβανία και τα Βαλκάνια το συγκεκριμένο ψηφιδωτό έχει παράγει συχνά, αντιλήψεις, ερεθισμούς, διαφωνίες και εντάσεις με αμοιβαίες επιπτώσεις, οι οποίες έχουν μετατραπεί σε εμπόδια για κυβερνήσεις και λαούς. Ωστόσο ενώ οι λαοί έχουν επιθυμήσει και έχουν καταφέρει να απαλλαγούν και να αποφύγουν αυτά, συγκεκριμένες κυβερνήσεις και εξουσίες, υπό την πίεση αντιδημοκρατικών, εθνικιστικών και λοιπών πόθων και συμφερόντων, ούτε θέλησαν και ούτε μπόρεσαν να υπερβούν τα εμπόδια αυτά.
Η εν λόγω απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου, ανεξαρτήτως των νομικών επιχειρημάτων, βλάπτει την ακεραιότητα της ελληνικής μειονότητας και ενθαρρύνει τις εθνικιστικές και αντιευρωπαϊκές τάσεις στην Αλβανία, στο κοινό μας σπίτι. Η απόφαση αποτελεί σήμα κατά της προόδου και χειραφέτησης της χώρας στο πλαίσιο των εξελίξεως ένταξης και παγκοσμιοποίησης που η ίδια αποσκοπεί".