Στις 25 Ιανουαρίου 1996...
ο άνθρωπος αυτός, από τη θέση του δημάρχου και εκείνη την περίοδο, συνοδευόμενος από τον τότε αστυνομικό διευθυντή του νησιού, έναν ιερέα και δύο κατοίκους του νησιού, ύψωσε την ελληνική σημαία σε ένα από τα δύο νησιά των Ιμίων, θορυβημένος από το γεγονός ότι η Τουρκία εγείρει εδαφικές αξιώσεις στις βραχονησίδες.
ο άνθρωπος αυτός, από τη θέση του δημάρχου και εκείνη την περίοδο, συνοδευόμενος από τον τότε αστυνομικό διευθυντή του νησιού, έναν ιερέα και δύο κατοίκους του νησιού, ύψωσε την ελληνική σημαία σε ένα από τα δύο νησιά των Ιμίων, θορυβημένος από το γεγονός ότι η Τουρκία εγείρει εδαφικές αξιώσεις στις βραχονησίδες.
Αμέσως μετά, τα τουρκικά τηλεοπτικά κανάλια μετέδιδαν εικόνες με
την ελληνική σημαία υψωμένη στα Ίμια, γεγονός που προκάλεσε σάλο στην
κοινή γνώμη της γειτονικής χώρας. Δύο δημοσιογράφοι στη συνέχεια με
ελικόπτερο επιχείρησαν και κατέβασαν την ελληνική σημαία για να υψώσουν
την τουρκική. Η διπλωματική κόντρα είχε ξεσπάσει αλλά δυστυχώς το
αποκορύφωμα αυτής ήταν το γεγονός ότι στις 31 Ιανουαρίου ελικόπτερο του
ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού κατέπεσε και τα τρία μέλη του πληρώματος, ο
υποπλοίαρχος Χριστόδουλος Καραθανάσης, ο υποπλοίαρχος Παναγιώτης
Βλαχάκος και ο αρχικελευστής, Έκτορας Γιαλοψός, σκοτώθηκαν.
Στην ερώτηση αν θα προέβαινε στην ίδια κίνηση και σήμερα, 17 χρόνια
μετά, ο κ. Διακομιχάλης τόνισε ότι αυτή η κίνηση είναι αυτονόητη.
«Κοιτάξτε, είναι χιλιοειπωμένη η θέση μου ότι η ύψωση της ελληνικής
σημαίας σε ελληνικό χώρο είναι πράξη αυτονόητη, που έχει υποχρέωση ο
κάθε Έλληνας πολίτης κάθε χρονική στιγμή να το κάνει. Οποιοδήποτε άλλο
ερώτημα επ’ αυτού θεωρώ ότι δεν αποδίδει την σημασία που έχει πια και
χάνει την σημασία της η ενέργεια εκείνης της εποχής».
Στη συνέχεια, ο δήμαρχος Καλύμνου απέφυγε να απαντήσει στο αν η
κυβέρνηση είχε έρθει σε επαφή μαζί του τόσο πριν όσο και μετά την ύψωση
της σημαίας στα Ίμια, τονίζοντας ότι «όλα αυτά έχουν καταγραφεί» και δε
χρειάζεται εντολή για να «κλείσει κάποιος την πόρτα του σπιτιού του σε
έναν ξένο».
Αναφορικά με τη σημασία της πράξης του, ο κ. Διακομιχάλης εκτίμησε
ότι «θα την κρίνει η ιστορία. Ο χώρος είναι ελληνικός. Ο χώρος παραμένει
ελληνικός ανεξάρτητα από αυτά που μπορούν να λένε οι γείτονές μας ή
κάποιοι κουλτουριάρηδες. Και νομίζω ότι δεν έχει νόημα να πούμε
παραπάνω. Ήταν μία πράξη, η οποία θα κριθεί από τους ιστορικούς. Και
βέβαια που κατοχύρωνε τα δικαιώματα σε ελληνικό έδαφος. Το αυτονόητο
κάναμε».
Αρνήθηκε την ευθύνη για τη δημιουργία διπλωματικού επεισοδίου
μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, κάνοντας λόγο για αστειότητες του
Υπουργείου Εξωτερικών. «Των ανθρώπων που θα έπρεπε να χειρίζονται
καλύτερα τα εθνικά θέματα και που προσπάθησαν να βρουν ένα εξιλαστήριο
θύμα αλλά δυστυχώς δεν τους έκαψε το θέμα. Ας απολογηθούν απέναντι στον
ελληνικό λαό και στην ιστορία το τότε υπουργείο Εξωτερικών και η
κυβέρνηση» σημείωσε χαρακτηριστικά, ενώ αρνήθηκε κάθετα να κάνει
οποιοδήποτε σχόλιο σχετικά με τα σενάρια και τις φήμες που ακούγονταν
για την πτώση του ελικοπτέρου, όσο και για τις παραινέσεις του τότε
υπουργού, Θεόδωρου Πάγκαλου προς τον ναύαρχο Χρήστο Λυμπέρη να
ισχυριστεί ότι «τη σημαία την πήρε ο αέρας».