tromaktiko: Χάθηκε και ο τελευταίος άσσος που είχε η Αθήνα στο… μανίκι της

Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2012

Χάθηκε και ο τελευταίος άσσος που είχε η Αθήνα στο… μανίκι της



Oι ρήτρες συλλογικής δράσης (Collective Action Clauses - CACs) ήταν ο άσσος στο μανίκι της ελληνικής κυβέρνησης στις συζητήσεις με τους ιδιώτες για την εθελοντική ανταλλαγή των ομολόγων.
Ωστόσο τις τελευταίες ημέρες το συγκεκριμένο διαπραγματευτικό χαρτί έχει εξασθενήσει, λόγω της εμπλοκής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Δηλαδή, εάν ενεργοποιηθούν τα CACs θα πρέπει να συμμετάσχει στο PSI και η ΕΚΤ, η οποία θα εγγράψει ζημιές περί τα 18 με 20 δισ. ευρώ από το «κούρεμα» που θα υποστούν τα ελληνικά ομόλογα που έχει στο χαρτοφυλάκιό της. Αυτός είναι ο λόγος που η ευρωτράπεζα, όμως, έχει «στηλώσει τα πόδια», δηλώνοντας επανειλημμένως ότι δεν αποτελεί ιδιωτικό τομέα και κατ’ επέκταση δεν θα συμμετάσχει στο PSI. Εξαιτίας αυτού η Αθήνα έχει βάλει στο «συρτάρι» τη σχετική νομοθετική ρύθμιση για τις ρήτρες συλλογικής δράσης.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όχι μόνο αποκλείει το ενδεχόμενο να δεχτεί εθελοντικά ένα haircut στα ελληνικά ομόλογα που έχει αγοράσει, αλλά εξετάζει ακόμα και το εάν θα πρέπει να κινηθεί νομικά. Σύμφωνα με δημοσιεύματα τα μέλη του δ.σ. της ΕΚΤ είναι πλέον διχασμένα. Οι εκπρόσωποι της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Γερμανίας αντιτίθενται στο ενδεχόμενο του haircut, όμως, κάποιες εθνικές κεντρικές τράπεζες εκτιμούν ότι οι ζημιές αυτές είναι αναπόφευκτες.

Η ΕΚΤ πιστεύεται ότι έχει αγοράσει ελληνικά ομόλογα ύψους περίπου 40 δισ. ευρώ, με κόστος κτήσης περίπου 80 σεντς στο ευρώ, στο πλαίσιο του προγράμματός της για τη στήριξη των χωρών της περιφέρειας στις δευτερογενείς αγορές ομολόγων.

Επίσης, δέχεται ελληνικά ομόλογα ως εγγύηση, για τα φθηνά δάνεια που χορηγεί στις ελληνικές τράπεζες. Αυτά τα ομόλογα, που προσφέρουν αποδόσεις άνω του 7%, πρόκειται να δώσουν ένα μεγάλο κέρδος στην ΕΚΤ, εάν κρατηθούν ως τη λήξη τους, και βέβαια, εφόσον η Ελλάδα δεν χρεοκοπήσει.

Η JP Morgan υπολογίζει ότι, στην περίπτωση που τα ελληνικά ομόλογα της ΕΚΤ υποστούν haircut της τάξης του 50% στην ονομαστική τους αξία, στα πρότυπα αυτού που προτείνεται στους ιδιώτες επενδυτές, τότε θα υποστεί ζημιά της τάξης των 15 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του επενδυτικού οίκου, η ΕΚΤ διαθέτει κεφάλαια και αποθεματικά ύψους 18 δισ. ευρώ. Επομένως, μπορεί να αντέξει ένα τέτοιο «κούρεμα». Όμως, εάν το haircut είναι ακόμα μεγαλύτερο, όπως συζητιέται, ή εάν η συμφωνία για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους φέρει και άλλες αναδιαρθρώσεις στην Ευρωζώνη, τότε η κεντρική τράπεζα θα μπορούσε να δει όλα της τα κεφάλαια να εξανεμίζονται.

Υπό αυτών των συνθηκών στα στελέχη της Ευρωτράπεζα της Φρανκφούρτης βρίσκονται από την προηγούμενη εβδομάδα βρίσκονται συνεχείς συσκέψεις, προκειμένου να καθορίσουν ένα σχέδιο δράσης όσον αφορά το πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί με τα ελληνικά ομόλογα που έχει στην κατοχή της.

Ανάμεσα στις σκέψεις που λέγεται ότι εξετάζονται στη Φρανκφούρτη, είναι να παραιτηθεί η ΕΚΤ από τα κέρδη και τους τόκους που θα έβγαζε από τα ελληνικά ομόλογα. Μ’ αυτόν τον τρόπο συμβάλλει μεν στην ελάφρυνση του ελληνικού κράτους από τα χρέη, αλλά αποφεύγει το haircut.

Μία άλλη επιλογή, που θεωρείται πολύ πιθανή, είναι να μεταφερθεί στην τιμή κτήσης το ελληνικό χαρτοφυλάκιο της ΕΚΤ σε έναν άλλο ευρωπαϊκό οργανισμό, όπως για παράδειγμα τον EFSF, που στη συνέχεια θα το παραχωρήσει στην Ελλάδα, στο πλαίσιο του νέου πακέτου βοήθειας. Και σε αυτό το σενάριο ίσως υπάρξουν νομικές επιπλοκές, αλλά η ευρωτράπεζα δεν εγγράφει ζημίες.

Οι αναλυτές της Credit Suisse επισημαίνουν ότι ένα εμπόδιο για τη συμμετοχή της ευρωτράπεζας θα είναι οι ανησυχίες για παραβίαση της Συνθήκης της Λισαβόνας, ιδίως σε ό,τι αφορά την απαγόρευση χρηματοδότησης των κυβερνήσεων από την ΕΚΤ, αλλά εκτιμούν ότι δεν θα είναι σημαντικό. Σύμφωνα με τον ελβετικό οίκο, οι ζημίες των 22 δις. ευρώ μπορούν να αντισταθμιστούν από τους τόκους των ομολόγων που έχει στο χαρτοφυλάκιο της και από τις πράξεις αναχρηματοδότησης (repos), άρα η ζημία πέφτει στα 2,5 δισ. ευρώ.

Ο μεγαλύτερος κίνδυνος από τη συμμετοχή της ΕΚΤ στο PSI είναι το γεγονός πως οι επενδυτές θα θεωρήσουν ότι όλα τα κρατικά ομόλογα χωρών της Ευρωζώνης που έχει στο χαρτοφυλάκιο της, ύψους 240 δισ. ευρώ περίπου, θα έχουν καθεστώς «senior», δηλαδή σε περίπτωση αναδιάρθρωσης η ΕΚΤ θα μπορεί και πάλι να εξαιρεθεί, σε αντίθεση βεβαίως με τους ιδιώτες ομολογιούχους.

Εάν λοιπόν οι ιδιώτες επενδυτές πιστεύουν ότι τα ομόλογα που έχει η ΕΚΤ θα εξυπηρετούνται κανονικά, σε αντίθεση με αυτά που έχουν οι ίδιοι, τότε πολύ απλά θα εγκαταλείψουν την αγορά κρατικών ομολόγων, ιδίως εκείνων των τίτλων που αγοράζει κυρίως η ευρωτράπεζα, δηλαδή των ιταλικών και ισπανικών ομολόγων, επιδεινώντας περαιτέρω την κρίση χρέους στην Ευρωζώνη.

Άλλη σκέψη είναι να «κουρευτούν» τα ελληνικά ομόλογα που έχουν στην κατοχή τους οι κεντρικές τράπεζες των χωρών της Ευρωζώνης. Όμως, τα ομόλογα αυτά είναι λίγα, και έτσι η λύση αυτή δεν βοηθά ιδιαίτερα στο στόχο της βιωσιμότητας του χρέους.

Η ΕΚΤ, πάντως, προσπαθεί να καλύψει όλα τα ενδεχόμενα. Οι δικηγόροι της, λέγεται, έχουν ήδη πιάσει δουλειά, εξετάζοντας τα περιθώρια που έχουν να κινηθούν νομικά, στην περίπτωση που η Αθήνα της επιβάλλει κάποιο haircut. Εάν το σενάριο αυτό επιβεβαιωθεί, τότε η ελληνική κυβέρνηση θα έχει να αντιμετωπίσει στις αίθουσες των δικαστηρίων όχι μόνο τα hedge funds και τους άλλους εκβιαστές - κερδοσκόπους, αλλά και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Ο μεγαλύτερος πιστωτής

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα άρχισε να αγοράζει ελληνικά κρατικά ομόλογα τον Μάιο του 2010. Ουσιαστικά, ο τότε πρόεδρός της, Ζαν Κλοντ Τρισέ, λειτούργησε ενάντια στη γραμμή της Bundesbank, παραβιάζοντας τον κανόνα που απαγορεύει την απευθείας χρηματοδότηση των κυβερνήσεων της Ευρωζώνης, από την κεντρική τράπεζα. Το αμφιλεγόμενο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στην Ευρώπη, ακόμα και παραιτήσεις στελεχών της ΕΚΤ, που δεν συμφωνούσαν με την τακτική του Τρισέ. Στόχος τόσο του Τρισέ όσο και του διαδόχου του Μάριο Ντράγκι, ήταν να σταθεροποιήσουν τη δευτερογενή αγορά ομολόγων. Η στρατηγική του Τρισέ ήταν να αγοράσει τα ελληνικά ομόλογα στις τιμές της αγοράς και να τα κρατήσει έως τη λήξη τους. Εφόσον η Ελλάδα δεν χρεοκοπούσε, η ΕΚΤ θα έβγαζε ένα μεγάλο κέρδος από τα ελληνικά ομόλογα και το αμφιλεγόμενο πρόγραμμά της.

Παρότι δεν έχουμε επίσημα στοιχεία για τις ακριβείς θέσεις της κεντρικής τράπεζας στα ελληνικά ομόλογα, εκτιμάται ότι έχει αγοράσει τίτλους ονομαστικής αξίας 45-50 δισ. ευρώ, σε τιμές περίπου 70-75 σεντς ανά ευρώ. Εάν συνυπολογιστούν και οι αποδόσεις πάνω από 7%, που κατά μέσο όρο δίνουν οι τίτλοι αυτοί, τότε είναι σαφές ότι με τη λήξη των ομολόγων, η ΕΚΤ θα βγάλει σημαντικά κέρδη. Από τα παραπάνω στοιχεία γίνεται αντιληπτό πως η Ευρωτράπεζα, ακολουθώντας την παραπάνω πολιτική μετατράπηκε στο μεγαλύτερο πιστωτή της Ελλάδας.

Γι’ αυτό η εξαίρεση της κεντρικής τράπεζας από τη συμφωνία για αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους αποτελεί «κόκκινο πανί» για τους ιδιώτες επενδυτές. Τα hedge funds που από την πρώτη στιγμή των διαπραγματεύσεων απείλησαν να μπλοκάρουν το PSI, επικαλέστηκαν αυτή την άδικη προνομιακή μεταχείριση της ΕΚΤ.

     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!